Ήταν στα γρασίδια του ΑΠΘ μερικά χρόνια πριν… Έτσι όπως ξαπλώναμε άρχισα να σκαλίζω τη βρώμικη σκισμένη σάκα μου. Βρήκα ένα μολύβι και μερικές τσαλακωμένες κόλλες χαρτί… Προτού το καταλάβω βρίσκονταν στα χέρια της… Είχε πιάσει δουλειά. Το αποτέλεσμα ήταν εξαιρετικό. Μπορεί τα χρώματα να απουσίαζαν όμως είχα στα χέρια μου ένα πανέμορφο ρόδο. Της άρεσαν τόσο πολύ τα τριαντάφυλλα… Αν και ποτέ δε μου το ‘πε. Την είχα συνδέσει στο μυαλό μου αναπόσπαστα με αυτά.
[dropcap size=big]Κ[/dropcap]άποιο χειμώνα μας χώριζε απόσταση σχεδόν χιλίων χιλιομέτρων. Το τριαντάφυλλο είχε γίνει η μορφή της. Το χρώμα της δεν ήταν ούτε λευκό ,ούτε ροζ μα ούτε και κίτρινο. Ήταν κόκκινο… με όλη του τη μεγαλοπρέπεια. Πάθος και επανάσταση, ξέρετε, αυτή η εσωτερική. Θυμόμουν τις μέρες, όλες εκείνες τις μέρες που ξυπνούσε με κόκκινα άνθη στην πόρτα της.
Κόκκινο ίσως απλά ήταν στο δικό μου το τσερβέλο. Ίσως ο δικός της χαρακτήρας είχε τριάντα λευκά πέταλα. Με ποιο άλλο χρώμα να περιγράψεις αυτήν την πρωτόγνωρη αγνότητα, την αθωότητα, την πνευματικότητα; Μπορεί πάλι να ήταν και μαύρο σαν τα μαλλιά της. Όπως αυτά τα σπάνια ρόδα που φυτεύουν στη μακρινή Ανατολή, αυτά τα τόσο άγνωστα στα μάτια του δυτικού. Το ίδιο μαύρο χρώμα που μαζί με το κόκκινο προέβαλαν την λευτεριά. Δεν επρόκειτο για το μαύρο το τραχύ ,της σκλαβιάς. Μα μήπως το κίτρινο δε θα της ταίριαζε; Είναι το χρώμα του ήλιου, του ενθουσιασμού… Το ροζ θα ´ταν η γέφυρα, που τάχα περπατάει απάνω η αγνότητα με χέρι στο πάθος, ενώ πάλι το πορτοκαλί, γόνος του πάθους και του ενθουσιασμού, μόνο με δόνηση θα μπορούσα να το παρομοιάσω.
[dropcap style=”normal or inverse or boxed”]Α[/dropcap]λλά νομίζω φτάνει πια με τα χρώματα. Τα τριαντάφυλλα έχουν και άλλα στοιχεία. Σωστά; Πολύ σωστά! Το άρωμα… Ήθελα να ναι μεθυστικό, όχι σαν τα κατεψυγμένα ρόδα των ανθοπωλείων. Κυριολεκτικά είχα σαρώσει κάθε πάρκο και κήπο για να βρω ένα άρωμα, το οποίο θα μου τη θύμιζε, έστω και λιγάκι… Βαρβαρότητα; Μπορεί… Δεν ήταν όμως καιρός για ενοχές…
[dropcap size=big]Τ[/dropcap]α αγκάθια… είναι εκεί για να θυμίζουν στον επίδοξο συλλέκτη ότι αν επιχειρήσει να τα ξεριζώσει βίαια, άγαρμπα, απρόσεκτα, θα το πληρώσει! Αν η συλλογή γίνει με φροντίδα, με λεπτές κινήσεις, τα αγκάθια εξαφανίζονται. Δεν τα σπάει ούτε τα κόβει ο συλλέκτης. Είναι μια συνειδητή απόφαση του ρόδου να τα αποβάλλει. Να δείξει την εμπιστοσύνη του στο ανάλαφρο χέρι. Μα και να υπενθυμίσει ότι με οποιαδήποτε αλλαγή συμπεριφοράς, τα αγκάθια θα ξαναβλαστήσουν καταματώνοντας το κακοπροαίρετο χέρι. Το σημαντικότερο όμως είναι πως αποδεικνύουν περίτρανα το γεγονός ότι μέσα από τα πιο σκληρά αγκάθια, ξεπροβάλλει η ομορφιά σε όλο της το μεγαλείο.
Κείμενο: Μελέτης Τσαχουρίδης (Lavart)
Σχέδια: Γιάννης Γκέρτσιος (Lavart)