Στην «Ελένη», ο Γιάννης Ρίτσος παρουσιάζει ένα τοπίο όπου η ουσία της ζωής έχει απογυμνωθεί, αποκαλύπτοντας έναν κόσμο που χαρακτηρίζεται από το κενό και τη σιωπηλή παραίτηση.
Ο Ρίτσος δεν περιγράφει μόνο μια φυσική ερήμωση αλλά και ένα βαθύ πνευματικό και συναισθηματικό κενό. Τα άλλοτε ζωηρά στοιχεία της ζωής -τα αντικείμενα, οι λέξεις, ο ίδιος ο ιστός της καθημερινής ύπαρξης- έχουν γίνει κούφια, αποξηραμένα από νόημα και σκοπό.
Ωστόσο, υπάρχει μια ορισμένη αξιοπρέπεια σε αυτή την αναγνώριση του κενού. Ο Ρίτσος μας υποχρεώνει να καθίσουμε με αυτό το κενό, να αγκαλιάσουμε τη σιωπή και την ακινησία και να βρούμε μια νέα αίσθηση ταυτότητας μέσα σε αυτό.
Αργύρης Χιόνης: «Θα ’ρθει μια μέρα που τα δέντρα θα μισήσουν την αχαριστία των ανθρώπων»
Γιάννης Ρίτσος, «ΕΛΕΝΗ».
Πέρασε πια ο καιρός των ανταγωνισμών· στερέψανε οι επιθυμίες·
ίσως μπορούμε τώρα να κοιτάξουμε μαζί το ίδιο σημείο της ματαιότητας
όπου, θαρρώ, πραγματοποιούνται οι μόνες σωστές συναντήσεις —έστω αδιάφορες,
μα πάντα πραϋντικές— η νέα κοινότητα μας, έρημη, ήσυχη, άδεια,
χωρίς μετακινήσεις κι αντιθέσεις, — ν’ αναδεύουμε μόνο τη στάχτη στο τζάκι,
φτιάχνοντας πότε πότε με τη στάχτη ψηλόλιγνες, ωραίες τεφροδόχες,
ή, καθισμένοι κατάχαμα, να χτυπάμε το χώμα με άηχες παλάμες.
Λίγο λίγο τα πράγματα χάσαν τη σημασία τους, αδειάσαν· άλλωστε
μήπως είχαν ποτέ τους καμιά σημασία; — χαλαρωμένα, κούφια·
εμείς τα γεμίζαμε με άχυρο ή πίτουρο, να πάρουν σχήμα,
να πυκνώσουν, να στεριώσουν, να σταθούν, — τα τραπέζια, οι καρέκλες,
τα κρεβάτια που πάνω τους πλαγιάζαμε, τα λόγια· — πάντοτε κούφια
σαν τα πανένια σακούλια, σαν τις λινάτσες των έμπορων· —
απόξω κιόλας ξεχωρίζεις τα προϊόντα που περιέχουν
πατάτες ή κρεμμύδια, στάρι, καλαμπόκι, μύγδαλα ή αλεύρι.
Τίτος Πατρίκιος: «Είπανε μερικοί πως συμβιβάστηκε…κανείς δεν έμαθε…»