Το βιβλίο του Λουίτζι Πιραντέλο «Ένας, Κανένας και Εκατό Χιλιάδες» καλεί τους αναγνώστες να αντιμετωπίσουν ένα από τα πιο αινιγματικά διλήμματα της ανθρώπινης ύπαρξης: την πολύπλοκη αλληλεπίδραση μεταξύ του πως αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας και του πώς μας αντιλαμβάνονται οι άλλοι .
Μέσα από μια σαγηνευτική αφήγηση, ο Πιραντέλο εξερευνά την αποπροσανοστιλιστική διαπίστωση ότι ποτέ δε μας βλέπουν πραγματικά όπως βλέπουμε τους εαυτούς μας. Αντιθέτως, υπάρχουμε στο μυαλό των άλλων ως σπασμένες αντανακλάσεις του προσώπου που φανταζόμαστε ότι είμαστε, διασπασμένοι σε πολλαπλές ταυτότητες.
Στην καρδιά αυτού του μυθιστορήματος βρίσκεται ένα ερώτημα που αγγίζει τον πυρήνα της αυτογνωσίας: Πώς συμβιβάζουμε την ασυμφωνία μεταξύ του προσώπου που πιστεύουμε ότι είμαστε σε σύγκριση με το πρόσωπο που χτίζουν οι άλλοι για εμάς; Με το χαρακτηριστικό μείγμα ειρωνείας, ευφυΐας και φιλοσοφικής διορατικότητας, ο Πιραντέλο προκαλεί τους αναγνώστες να αναλογιστούν την αστάθεια της ταυτότητας.
Μίλαν Κούντερα: «Ο έρωτας αρχίζει από τη στιγμή που μια γυναίκα εγγράφεται …στην ποιητική μας μνήμη»
Λουίτζι Πιραντέλο – Ένας, Κανένας και Εκατό Χιλιάδες
Να ‘στε ειλικρινείς: δεν σας πέρασε ποτέ απ’ τον νου να θέλετε να δείτε τον εαυτό σας να ζει. Φροντίζετε να ζείτε για εσάς, και καλά κάνετε, χωρίς να σας απασχολεί αυτό πού εν τω μεταξύ μπορεί να είστε για τους άλλους- όχι βέβαια διότι ή άποψη των άλλων δεν σας ενδιαφέρει καθόλου, αφού αντίθετα σας ενδιαφέρει πάρα πολύ, άλλα διότι έχετε την ευλογημένη ψευδαίσθηση ότι οι άλλοι, άπ’ έξω, οφείλουν να σας παρουσιάζουν στον εαυτό τους όπως εσείς παρουσιάζετε τον εαυτό σας σ’ εσάς τους ίδιους.
Oτι αν έπειτα κάποιος σας κάνει να προσέξετε ότι ή μύτη σας κλίνει ελάχιστα προς τα δεξιά… όχι; Ότι χθες είπατε κάποιο ψέμα… ούτε; Τόσο δα, ελατέ, χωρίς συνέπειες… Εν ολίγοις, αν καμιά φορά αντιληφθείτε στο ελάχιστο ότι δεν είστε για τους άλλους εκείνος ό ίδιος πού είστε για εσάς, τί κάνετε; (Να ‘στε ειλικρινείς.) Τίποτα δεν κάνετε ή ελάχιστα πράγματα. Το πολύ-πολύ να υποστηρίξετε, με την ωραία και πλήρη σιγουριά για τον εαυτό σας, ότι οι άλλοι σας παρεξήγησαν, σας αδίκησαν κι αυτό είναι. Αν σας βαραίνει, πιθανόν να προσπαθήσετε ν’ ανασκευάσετε εκείνη την άποψη, δίνοντας διευκρινήσεις, εξηγήσεις, αν δεν σας βαραίνει, θα το αψηφήσετε, θ’ ξανασηκώσετε τους ώμους και θ’ αναφωνήσετε: «Ω, στο κάτω-κάτω, έχω τη συνείδηση μου και μου αρκεί». Δεν είναι έτσι;
Κύριοι μου, συγγνώμη. Αφού σας ήρθε στο στόμα μια τόσο βαριά κουβέντα, επιτρέψτε μου να βάλω στο μυαλό σας μια ανάλαφρη σκέψη. Αύτη: ότι η συνείδηση σας, εδώ, δεν έχει καμία σχέση μ’ αυτό. Δεν θα πω ότι δεν αξίζει τίποτα, αν για εσάς είναι όντως τα πάντα, θα πω, για να σας ευχαριστήσω, ότι με τον ίδιο τρόπο έχω κι εγώ τη δική μου και ξέρω ότι δεν αξίζει τίποτα. Ξέρετε γιατί; Διότι γνωρίζω ότι υπάρχει και ή δική σας επίσης. Μα βέβαια. Τόσο διαφορετική από τη δίκη μου.
Συγχωρήστε με αν μιλάω κάποιες στιγμές με τον τρόπο πού μιλούν οι φιλόσοφοι. Σάμπως όμως είναι ή συνείδηση κάτι απόλυτο πού μπορεί να αρκεί από μόνη της; ‘Αν ήμασταν μόνοι, ίσως ναι. Τότε, όμως, φίλτατοί μου, δεν θα υπήρχε συνείδηση. Δυστυχώς, υπάρχω εγώ, και υπάρχετε κι εσείς. Δυστυχώς.
Και συνεπώς σημαίνει ότι έχετε τη συνείδηση σας και ότι σας αρκεί; Ότι οι άλλοι μπορούν να σκεφτούν για εσάς και να σας κρίνουν όπως τους αρέσει, δηλαδή άδικα, επειδή εσείς είστε εν τω μεταξύ σίγουρος και εφησυχασμένος ότι δεν έχετε κάνει κάτι κακό;
Ω, κάντε μου τη χάρη! Κι αν δεν είναι οι άλλοι, ποιος θα σας δώσει αυτή τη σιγουριά; Αυτόν τον εφησυχασμό ποιος θα σας τον δώσει;
Εσείς ό ίδιος; Πώς;
Α, εγώ ξέρω πώς: με το να επιμένετε να πιστεύετε ότι αν οι άλλοι ήταν στη θέση σας και είχε συμβεί και σ’ εκείνους ή ίδια περίπτωση με τη δική σας, ούτε λίγο ούτε πολύ, όλοι θα ενεργούσαν όπως εσείς.
Μπράβο! Μα σε τί το στηρίζετε αυτό; Ε, κι αυτό το ξέρω: σε κάποιες αφηρημένες και γενικές αρχές, με τις οποίες, αφηρημένα και γενικά, πού σημαίνει πέρα απ’ τις χειροπιαστές και ιδιαίτερες περιπτώσεις της ζωής, μπορούν να είναι όλοι σύμφωνοι (στοιχίζει λίγο).
Μα πώς γίνεται όλοι εν τω μεταξύ να σας κατηγορούν ή να μην σας αποδέχονται ή ακόμη και να σας περιγελούν; Είναι προφανές ότι δεν ξέρουν ν’ αναγνωρίζουν, όπως εσείς, εκείνες τις γενικές αρχές στην ιδιαίτερη περίπτωση πού σας συνέβη, και τον ίδιο τους τον εαυτό στην πράξη πού έχετε κάνει.
Ω, σε τί σας αρκεί λοιπόν ή συνείδηση; Στο να αισθάνεστε μόνος; “Όχι, για το θεό. Ή μοναξιά σας τρομάζει. Και τί κάνετε τότε; Φαντάζεστε πολλά κεφάλια. Όλα όπως το δικό σας. Πολλά κεφάλια που είναι φυσικά το ίδιο σας το κεφάλι. Τα οποία μ’ ένα ορισμένο νεύμα, που τα τραβάτε εσείς σαν να υπάρχει ένα αόρατο νήμα, σας λένε ναι και όχι, και όχι και ναι, όπως θέλετε εσείς. Και αυτό σας καθησυχάζει και σας κάνει να νιώθετε σίγουροι.
Καταλήξτε σε αυτό: ότι είναι ένα εξαίρετο παιχνίδι, αυτό της συνείδησής σας που σας αρκεί.