Η ηθική ενδοσκόπηση του Καμύ επίκαιρη ακόμη και σήμερα στα αδιέξοδα που μας στοιχειώνουν, μας παιδεύουν, μας γυρεύουν.
Τοποθετημένο στο Άμστερνταμ, “Η πτώση” εκτυλίσσεται ως ένας εξομολογητικός μονόλογος του κεντρικού του χαρακτήρα, του Ζαν-Μπατίστ Κλαμένς. Πρώην δικηγόρος, ο Clamence αφηγείται την κάθοδό του από την ηθική αυτοδικία σε μια βαθιά υπαρξιακή κρίση. Το μυθιστόρημα εμβαθύνει στην πολυπλοκότητα της ανθρώπινης φύσης, της ηθικής και των συνεπειών των πράξεών μας.
Ο Καμύ, υπέρμαχος του παραλογισμού, χρησιμοποιεί την “Πτώση” για να αναλύσει την ανθρώπινη κατάσταση, αναδεικνύοντας την ένταση μεταξύ της ατομικής ηθικής και των κοινωνικών προσδοκιών. Η αφήγηση εκτυλίσσεται με ένα μπαρόκ, εσωστρεφές ύφος, παρέχοντας στους αναγνώστες μια βαθιά ψυχολογική εικόνα του μυαλού του Κλάμενς.
Μέσα από τις ενδοσκοπήσεις και τις εξομολογήσεις του Clamence, ο Camus αμφισβητεί τις συμβατικές αντιλήψεις περί ηθικής και εκθέτει τις εγγενείς αντιφάσεις μέσα στην ανθρώπινη φύση. “Η πτώση” παραμένει μια συγκλονιστική εξερεύνηση της ενοχής, της ευθύνης και της αναζήτησης νοήματος σε ένα φαινομενικά αδιάφορο σύμπαν.
Μαλβίνα: «Οι μικροαστοί, δεν σκέφτονται ποτέ τους να αυτοκτονήσουν, γιατί η ζωή τους ανήκει στον…»
Αλμπέρ Καμύ, Η πτώση Τίτλος πρωτοτύπου: Albert Camus, La chute, 1948
«Αφού πάλεψα, αφού εξάντλησα την αυθάδη περηφάνια μου, αποθαρρυμένος από την αχρηστία των προσπαθειών μου, αποφάσισα να εγκαταλείψω τη συναναστροφή των ανθρώπων.
Όχι, όχι, δεν έψαξα για ερημονήσι, δεν υπάρχουν πια.
Κατέφυγα μονάχα στις γυναίκες.
Το ξέρετε, δεν καταδικάζουν καμιά αδυναμία στην πραγματικότητα: θα προσπαθούσαν μάλλον να ταπεινώσουν ή να αφοπλίσουν τις δυνάμεις μας.
Γι’ αυτό κι η γυναίκα είναι η ανταμοιβή όχι του πολεμιστή, αλλά του εγκληματία.
Είναι το λιμάνι του, το καταφύγιό του, στο κρεβάτι της γυναίκας τον πιάνουν κατά κανόνα.
Αυτή άραγε δεν είναι ό,τι μας απομένει απ’ τον επίγειο παράδεισο;
Χαμένος, έτρεξα στο φυσικό μου λιμάνι.
Μα δεν έλεγα πια λόγια.
Έπαιζα ακόμα λιγάκι, από συνήθεια · έλειπε όμως η ευρηματικότητα.
Διστάζω να το ομολογήσω, από φόβο μην πω ξανά παχιά λόγια: νομίζω πως την εποχή εκείνη ένιωσα την ανάγκη ενός έρωτα.
Αισχρό, έτσι;
Όπως και να ‘χει, ένιωθα έναν βουβό πόνο, ένα είδος στέρησης που μ’ έκανε πιο άδειο και μου επέτρεπε, εν μέρει από ανάγκη και εν μέρει από περιέργεια, να αναλάβω κάποιες υποχρεώσεις.
Εφόσον είχα ανάγκη ν’ αγαπήσω και να αγαπηθώ, πίστεψα πως ήμουν ερωτευμένος.
Έκανα, μ’ άλλα λόγια, το βλάκα.
Έπιανα ξαφνικά τον εαυτό μου να κάνει συχνά μια ερώτηση που, ως έμπειρος άντρας, μέχρι τότε την απέφευγα πάντοτε.
Άκουγα τον εαυτό μου να με ρωτάει: “Μ’ αγαπάς”;
Ξέρετε ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις είθισται να σου απαντάς: “Κι εσύ”;
Αν έλεγα ναι, βρισκόμουν δεσμευμένος πέρα από τα πραγματικά μου αισθήματα.
Αν τολμούσα να πω όχι, κινδύνευα να μη μ’ αγαπούν πια και υπέφερα.
Προχωρούσα έτσι, σε όλο και πιο ρητές υποσχέσεις και κατέληγα ν’ απαιτώ απ’ την καρδιά μου ένα συναίσθημα όλο και αχανέστερο.»
Μετάφραση: Ιωάννα Ευθυμιάδου
Εκδόσεις «γράμματα»
Διαβάστε περισσότερα για τη ψυχολογία παρακάτω:
Φρόυντ: «Δεν μπορούμε να εξαλείψουμε όλα τα βάσανά μας»
Η δύναμη της ψυχής: 20 αποφθέγματα του Καρλ Γιουνγκ που θα πυροδοτήσουν την πνευματική σας αφύπνιση!
11 αποφθέγματα του Ίρβιν Γιάλομ: «Αν θέλεις να αλλάξεις, πρέπει να είσαι πρόθυμος να νιώσεις άβολα»
Ζαν Πιαζέ: η γνωστική δόμηση στα παιδιά μέσω του κονστρουκτουβισμού