Δραματουργός, μυθιστοριογράφος, ποιητής, εικαστικός, ένας πολυτάλαντος δημιουργός με το πνεύμα του ανήσυχο. Πολύ ανήσυχο.
Στις 26 Φεβρουαρίου 1802 έρχεται στη ζωή ο μικρότερος γιος του Ιωσήφ Ουγκώ και της Σοφί Τρεμπισέ, Βίκτωρ. Η αριστοκρατική καταγωγή της μητέρας του και η στρατιωτική καριέρα του πατέρα του εξασφαλίζουν στην οικογένεια οικονομική επιφάνεια και μια άνετη ζωή. Η πτώση του Ναπολέοντα, ωστόσο, θέτει σε δυσμένεια τον πατέρα του και το διαζύγιο των γονιών του επιτείνει την πτωτική πορεία της παλιάς τους ζωής.
Ο Βίκτωρ παρακολουθεί, ωστόσο, μαθήματα στο ξακουστό Κολλέγιο του Μεγάλου Λουδοβίκου και φανερώνει από πολύ νωρίς την κλίση του στα γράμματα. Σε ηλικία 14 ετών γράφει σε μια μικρή εφημερίδα το περίφημο Επιθυμώ να γίνω ή Σατωβριάνδος ή τίποτα. Το 1817, η Γαλλική Ακαδημία τον βραβεύει για κάποιο ποίημά του και δυο χρόνια αργότερα διακρίνεται στα Ανθεστήρια της Τουλούζης. Διαπιστώνοντας το ταλέντο του γιου του, ο πατέρας του τον ενθαρρύνει να ασχοληθεί με τη συγγραφή.
Εκτός από ικανός συγγραφέας ο Βίκτωρ αποδεικνύεται πνεύμα ανήσυχο και αντιδραστικό. Ως έφηβος δηλώνει πιστός καθολικός, αργότερα όμως στρέφεται εναντίον του Πάπα και της εκκλησιαστικής εξουσίας. Δεν διστάζει επίσης να τοποθετηθεί πολιτικά, στηρίζοντας αρχικά το Ναπολέοντα Γ΄, ανιψιό του Βοναπάρτη. Όταν όμως εκείνος καταλαμβάνει πραξικοπηματικά την εξουσία, ο Ουγκώ κάνει ακόμη μια φορά στροφή στις πεποιθήσεις του και του ασκεί δριμεία κριτική. Η στάση του αυτή τον αναγκάζει να εγκαταλείψει τη Γαλλία, μένοντας αυτοεξόριστος για 20 περίπου χρόνια.
Παρότι είναι μια προσωπικότητα που προκαλεί σφοδρές αντιπάθειες αλλά και συμπάθειες, δεν υπάρχει κανείς που να μην αναγνωρίζει το λογοτεχνικό του ταλέντο. Διαπρέπει στην ποίηση, στη δραματουργία αλλά και στη μυθιστοριογραφία. Θεωρείται ο σημαντικότερος εκπρόσωπος του γαλλικού ρομαντισμού, χάρη στο λυρικό του ύφος, στις λεπτές αποχρώσεις των συναισθημάτων που εκφράζει και στις μετρικές του πρωτοτυπίες. Στη συνείδηση των απανταχού βιβλιόφιλων καθιερώνεται ως ο δημιουργός της Παναγίας των Παρισίων (1831) και των Άθλιων (1862).
Λάτρης της ζωγραφικής, ο Ουγκώ έχει φιλοτεχνήσει αρκετά έργα σε μικρά κομμάτια χαρτιού με σκούρα μελάνη, ακολουθώντας μια τεχνοτροπία εξαιρετικά μοντέρνα. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ο Ντελακρουά φέρεται να έχει υποκλιθεί στο εικαστικό του ταλέντο.
Ο Βίκτωρ Ουγκώ αφήνει την τελευταία του πνοή στις 22 Μαίου 1885. Κηρύσσεται εθνικό πένθος και για ένα ολόκληρο βράδυ η σορός του παραμένει κάτω από την Αψίδα του Θριάμβου, ενώ την κηδεία του παρακολουθούν περίπου 2.000.000 άνθρωποι.
«Οι γυναίκες παίζουν με την ομορφιά τους, όπως παίζουν τα παιδιά με το μαχαίρι τους. Στα τελευταία πληγώνονται».
You are currently viewing a placeholder content from YouTube. To access the actual content, click the button below. Please note that doing so will share data with third-party providers.