The King’s Speech
Ο Κόλιν Φέρθ υποδύεται στην ταινία “O λόγος του βασιλιά” (The King’s Speech) τον βασιλιά Γεώργιο τον 6ο. Μπορεί το τραύλισμα του να στάθηκε εμπόδιο για τις ομιλίες του ως βασιλιάς, όμως όχι σαν άνθρωπος, αφού κατάφερε να εκφωνήσει λόγους ζωής -συνώνυμους με το ήθος της γαλαζοαίματης απογοήτευσης- μέσα από το απογοητευμένο του πρόσωπο, όταν οι λέξεις δεν έβγαιναν από το στόμα. Ο καθρέφτης του βασιλιά Γεωργίου και η δυσκολία του, κατασκεύαζε την μορφή ενός ολοκληρωμένου και συμφιλιωμένου με τα καθήκοντά του άνθρωπο και οικογενειάρχη, ο οποίος άκουγε στο όνομα της βασιλικής του ταυτότητας και ανταγωνιζόταν την εσωτερική του ευθύνη απέναντι στον λαό του.
Στην πραγματικότητα, ο φακός στην αρχή καδράρει μια προσωπικότητα τυλιγμένη στους φόβους της έκθεσης του προβλήματός του, αλλά και στην ιδέα πως θα απορριφθεί εξαιτίας αυτής της αδυναμίας. Τα ένστικτα του κινηματογραφικού tempo χτυπούν κόντρα στην αποτυχημένη στάση του βασιλιά, κάνοντάς τον ένα σώμα με την διαφάνεια του.
Η ταινία αφηγείται μια διαρκή μάχη με την κρυμμένη πυγμή που φωνάζει να ακουστεί και να βγει προς τα έξω, σ’ ένα περιβάλλον μακριά από την καταδικασμένη εσωστρέφεια. Η διακεκομμένη και αργή ομιλία του, ήταν ένα προσόν τελικά, το οποίο τον βοήθησε να εστιάσει στην πηγή των ανησυχιών του και να αφηγηθεί το εσωτερικό του τραύμα από την παιδική ηλικία. Με την ώθηση της συντρόφου του βασίλισσας Ελισάβετ (Έλενα Μπονάμ Κάρτερ) και του ιατρού Λαϊονέλ Λόγκ (Τζέφρει Ρας) καταφέρνει να εκφωνήσει την ομιλία του στο ραδιόφωνο, σε μια κρίσιμη στιγμή για τον λαό της Αγγλίας. Στην ταινία The King’s Speech, υπάρχει ένας κύκλος της συμπεριφοράς του, αφού ξεκινά πάντα με πίστη να λύσει το πρόβλημά του, αλλά αισθάνεται αρκετά αποθαρρυμένος από τις αποτυχίες του παρελθόντος. Δεν είναι τυχαίος ο τίτλος της ταινίας, αφού ο εκφωνημένος λόγος της δόξας του βασιλιά καθορίζει την συνέχειά του σαν ικανό κυβερνήτη και άνθρωπο. Τα πάντα ανακυκλώνονται στην κυνική αντίληψη της προσωπικότητάς του να ξεφύγει από τις σταματημένες λέξεις και να γράψει ιστορία.
Το βλέμμα του μονίμως στραμμένο στην ευθύνη του να αντικαταστήσει τα ανείπωτα λόγια του με πράξεις, τον έφερναν ολοένα και πιο κοντά σ’ αυτό που πραγματικά θέλει και είναι. Το τραύλισμα του βασιλιά και το μνημονικό του σινεμά (ταινιών εποχής με βασιλική καταγωγή) έγραψε το τέλος των υποτίτλων με νέο ρεαλιστικό συντακτικό και άφησε τη δική του ηθική σφραγίδα, με ανεξίτηλο κινηματογραφικό μελάνι που πια δε τραυλίζει.