Search
Close this search box.
Search
Close this search box.
Gustave Doré

«Το Κοράκι» του Edgar Allan Poe σε εικονογράφηση του Gustave Doré

Ξαναδιαβάζουμε «Το Κοράκι» σε μετάφραση Γιάννη Β. Ιωαννίδη και εικονογράφηση Gustave Doré

Όταν ένας καλλιτέχνης αποφασίζει να δώσει ζωή σε έργα άλλων καλλιτεχνών, αποφασίζει να τα επεκτείνει και να τα εμπλουτίσει, να τους δώσει μια καινούργια διάσταση και πνοή, μια διαφορετική οπτική. Μια τέτοια περίπτωση είναι το έργο του Gustave Doré (6 Ιανουαρίου 1832 – 23 Ιανουαρίου 1883), Γάλλου καλλιτέχνη, εικονογράφοου, γλύπτη και χαράκτη, ο οποίος, μεταξύ άλλων, εικονογράφησε «Το Κοράκι», το πιο σπουδαίο έργο του Edgar Allan Poe.

Gustave Doré
Gustave Doré- Το Κοράκι

Εκτός από «Το Κοράκι», ο Doré εικονογράφησε κι άλλα σπουδαία έργα μεγάλων καλλιτεχνών. Στο έργο του συμπεριλαμβάνονται και εικονογραφήσεις του «Χαμένου Παράδεισου» του John Milton, της «Η Μπαλλάντας του Γέρου Ναυτικού» του Samuel Taylor Coleridge,  του «Δον Κιχώτης» του Μιγκέλ ντε Θερβάντες και της «Θείας Κωμωδίας» του Δάντη.

Ο Gustave Doré‎ ολοκλήρωσε την εικονογράφηση για «Το Κοράκι» λίγο πριν τον θάνατό του, το 1883.

«Το Κοράκι» του Edgar Allan Poe δημοσιεύτηκε πρώτη φορά τον Ιανουάριο του 1845 και είναι γνωστό για την μεταφυσική του ατμόσφαιρα, τη λυρικότητα και τη γλώσσα του. Περιγράφει την απόγνωση και την απώλεια και αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα ποιήματα στην παγκόσμια λογοτεχνία.

Διαβάστε «Το Κοράκι» σε μετάφραση Γιάννη Β. Ιωαννίδη μαζί με την εικονογράφηση του Gustave Doré

Δώδεκα έδειχνεν η ώρα, μεσονύχτι, όπως και τώρα
Κι ήμουν βυθισμένος ώρα σε βιβλία αλλοτινά,
όταν μέσα από ένα θάμπος ύπνου να μου εφάνη, σάμπως
Κάποιος έξω από την πόρτα να χτυπούσε σιγανά.
Επισκέπτης, είπα, θα ’ναι και χτυπάει σιγανά
Τούτο θα ’ναι μοναχά.

Gustave Dore- Το Κοράκι
Gustave Doré– Το Κοράκι

Α, θυμάμαι, έπεφτε χιόνι και του κρύου Δεκέμβρη οι τόνοι
Σκούζαν μες στο παραγώνι και στοιχειώναν στη φωτιά.
Η νυχτιά με στενοχώρα κι άδικα έψαχνα τόση ώρα
Να ’βρω τη γλυκειά Λεωνόρα μες τ’ αρχαία μου χαρτιά.
Τη Λεωνόρα που οι αγγέλοι της κρατάνε συντροφιά
Και δική μας ποτέ πια.

Gustave Dore- Το Κοράκι
Gustave Doré– Το Κοράκι

Κάθε θρόισμα στο μετάξι της κουρτίνας είχε αλλάξει
Κι έρχονταν να με ταράξει ο άγριος φόβος που τρυπά.
Κι έλεγα, για να πάρω θάρρος και να διώξω αυτό το βάρος:
–Επισκέπτης, δίχως άλλο, θα ’ναι τούτος που χτυπά,
Κάποιος νυχτοπαρωρίτης, που για νάμπει μου χτυπά
Τούτο θα ’ναι μοναχά.

Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι

Ξάφνου ως νάντριωσε η ψυχή μου και παρά την ταραχή μου
–Κύριε, φώναξα, ή κυρία, συγχωρέστε με, έστω αργά
Στα χαρτιά μου ήμουν σκυμένος κι ίσως μισοκοιμισμένος
Δε σας άκουσα ωρισμένως να χτυπάτε έτσι σιγά.
Με τα λόγια τούτα ανοίγω τα πορτόφυλλα γοργά.
Έξω η νύχτα μοναχά.

Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι

Το σκοτάδι αυτό τρυπώντας έμεινα εκειδά απορώντας
Κάθε τόσο ανασκιρτώντας μέσα σ’ όνειρα αλγεινά.
Κράτησε ησυχία για ώρα κι άξαφνα απ’ τα βάθη τώρα,
Μια φωνή να λέει Λεωνόρα σα ν’ ακούστηκε βραχνά.
Έτσι θα ’ναι μοναχά.

Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι

Μπήκα στο δωμάτιο πάλι, μ’ άνω κάτω το κεφάλι,
Μα μέσα απ’ αυτή τη ζάλη, δυνατήν ακούω χτυπιά.
–Α, στο παραθύρι θάναι, λέω ευθύς, και με ζητάνε,
Ας ιδώ τώρα ποιος νάναι, φτάνει το μυστήριο πια,
Η καρδια μου δεν αντέχει, φτάνει το μυστήριο πια
Θα ’ναι ο αγέρας μοναχά.

Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι

Τότε τα παντζούρια ανοίγω, όμως μια κραυγή μου πνίγω
Καθώς βλέπω ένα κοράκι μες στο δώμα να περνά.
Η ευγένεια δεν το νοιάζει κι ούτε που με λογαριάζει,
Μα γαντζώνει στο περβάζι της εσώπορτας στερνά.
Μα γαντζώνει και κουρνιάζει στη μαρμάρινη Αθηνά
Και κοιτάζει μοναχά.

Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι

Πως ανάπνευσα στ’ αλήθεια και γελώντας απ’ τα στήθεια,
Λέω, από παλιά συνήθεια, στ’ όρνιο με τη κρύα ματιά:
–Κι αν σου κόψαν το λοφίο κι αν σ’ αφήκαν έτσι αστείο
Μαυροπούλι άλλοτε θείο, που πλανιέσαι στη νυχτιά,
ποιο είναι τάχα τ’ όνομά σου μες την άραχνη νυχτιά;
Και μου λέει: –Ποτέ πια!

Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι

Θάμασα πολύ μου ακόμα τόρνιο, που είχε ανθρώπου στόμα,
Μα τα λόγια του όλο σκώμα δε μου μάθανε πολλά.
Γιατί αλήθεια, είναι σπουδαίο και περίεργο και μοιραίο,
Αν μια νύχτα, σας το λέω, δείτε κάπου εκεί ψηλά
Κουρνιασμένο ένα κοράκι στην Παλλάδα, να μιλά
Και να λέει: Ποτέ πιά!

Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι

Τ’ όνομά του θα μου κράζει, σκέφτηκα, μα τι με νοιάζει,
Ίσως πάλι να νυστάζει και τα λόγια του ξεχνά.
Όμως τούτο ούτε σαλεύει κι είναι ως κάτι να γυρεύει
Και του κρίνουμαι: –Περσεύει κι άλλος τόπος εδωνά,
Την αυγή θα φύγεις πάλι σαν ελπίδα που περνά.
Και μου λέει: Ποτέ πια!

Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι

Τρόμαξα στ’ αλήθεια μου, όντας, μου δευτέρωσε μιλώντας,
–Δίχως άλλο, είπα σκιρτώντας, τούτο ξέρει μοναχά.
Κάποιος πρώην κύριός του, θάκλαψε πολύ, ο καϋμός του
Ίσως νάγινε δικός του και για τούτο αγκομαχά
Και του απόμεινε στη σκέψη κι είναι σα να ξεψυχά
Λέγοντάς μου: –Ποτέ πια!

Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι

Και τη θλίψη μου ξεχνώντας έστρεψα σ’ αυτό γελώντας
Την καρέκλα μου τραβώντας στο κοράκι αντικρυνά.
Μα στο κάθισμά μου απάνω, χίλιες τόσες σκέψεις κάνω
Και στο νου μου τώρα βάνω για ποιό λόγο αληθινά
Σα μιαν επωδή μακάβρια να μου λέει όλο ξανά
Το κοράκι: –Ποτέ πια!

Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι

Γρίφος θάναι ή αίνιγμά του κι ίσως μήνυμα θανάτου
Και κυττώντας τη ματιά του που μου τρύπαε την καρδιά,
Γέρνω ωραία μου το κεφάλι, στο δικό της προσκεφάλι,
Όπου αντιφεγγούσε πάλι, σαν και τότε μια βραδυά,
Με το βιολετί βελούδο, σαν και τότε μια βραδυά
Και που δε θ’ αγγίξει πια!

Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι

Ξάφνου ως νάνοιωσα μου εφάνη γύρω μου άκρατο λιβάνι
Και πλημμύρα να μου φτάνει σύννεφο η θεία του καπνιά.
–Αθλιε, φώναξα, στοχάσου, που ο Θεός στέλνει κοντά σου.
Αγγέλους να σου σταλάσουν νηπενθές για λησμονιά,
Πιέστο, ω, πιέστο, τη Λεωνόρα να ξεχάσεις μ’ απονιά,
Και μου λέει: –Ποτέ πια!

Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι

Α, προφήτη, κράζω, ωιμένα, κι αν του δαίμονα είσαι γέννα
Κι αν ο Πειρασμός σε μένα, σ’ έστειλε απ’ τη γης βαθειά,
Κι αν σε τόπο ρημαγμένο σ’ έχει ρίξει απελπισμένο
Σ’ ένα σπίτι στοιχειωμένο με σκιές και με ξωθιά,
Θα ’βρω στη Γαλαάδ, ω πες μου, θάβρω εκεί παρηγοριά;
Και μου λέει: –Ποτέ πια!

Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι

–Α, προφήτη, ανήλιαγο όρνιο κι αν πουλί σαι κι αν δαιμόνιο
Απ’ το σκότος σου το αιώνιο κι απ’ την κρύα σου συννεφιά.
Πες μου, στης Εδέμ τα δάση, θα ’βρει ο νους μου ν’ αγκαλιάσει
Μια παρθένα πούχει αγιάσει κι έχει αγγέλους συντροφιά ,
Μιαν ολόλαμπρη παρθένα, πούχει αγγέλους συντροφιά;
Και μου λέει: Ποτέ πια!

Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι

Φύγε στ’ άγριά τα σου μέρη, όρνιο ή φάντασμα, ποιος ξέρει
Αν αυτό που σ’ έχει φέρει δεν σε καταπιεί ξανά.
Κι ούτε ένα μικρό φτερό σου να μη μείνει εδώ δικό σου,
Φώναξα, και το φευγιό σου να χαθεί στα σκοτεινά.
Πάρε και το κρώξιμό σου πέρα από την Αθηνά.
Και μου λέει: –Ποτέ πια!

Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι

Κι από τότε εκεί δεμένο, το κοράκι, καθισμένο
Μένει πάντα κουρνιασμένο στη μαρμάρινη θεά.
Κι η ματιά του όπως κοιτάζει, με ματιά δαιμόνου μοιάζει
Κι η νυχτιά που το σκεπάζει του στοιχειώνει τη σκιά.
Α, η ψυχή μου δε θα φύγει μια στιγμή απ’ αυτή τη σκιά.
Δε θα φύγει ποτέ πια!

Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι

 

Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι

 

Gustave Doré- Το Κοράκι
Gustave Doré- Το Κοράκι

Εκδόσεις: Τυφλόμυγα, 2007

Διαβάστε επίσης:

Ανακαλύπτοντας τον Ντοστογιέφσκι

Για περισσότερα αφιερώματα, πατήστε εδώ.

 

Κείμενο: Θεοδωρίδου Ελένη (Lavart)

Πηγή Φωτογραφιών

 

 

Μοιράσου το

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

YelloWizard.gr
YelloWizard.gr
YelloWizard.gr