Search
Close this search box.
Search
Close this search box.
Λογοκρισία

Το απαγορευμένο είναι ωραιότερο – Βιβλία που λογοκρίθηκαν στην Ελλάδα του 20ου αιώνα

Η λογοκρισία της γραφής από τη μεταξική δικτατορία έως και σήμερα

Είναι μόνο λίγες ημέρες που κυκλοφόρησε η είδηση πως το τελευταίο βιβλίο του Γάλλου οικονομολόγου Τομά Πικετί, Capital and Ideology, δεν κατάφερε να περάσει από τον κόφτη της λογοκρισίας στην Κίνα. Οι αναφορές για τις ανισότητες που επικρατούν στο κινεζικό κράτος δεν αποτελούν πια μέρος της έκδοσης του βιβλίου που θα κυκλοφορήσει κομματιασμένο, χάνοντας έτσι ένα σημαντικό κομμάτι της μελέτης του συγγραφέα.

Η λογοκρισία στην Κίνα αλλά και σε άλλα κράτη ακόμη και σήμερα, τον 21ο αιώνα, δεν είναι ασυνήθιστη, όπως ασυνήθιστη δεν ήταν και η λογοκρισία στην Ελλάδα του 20ου αιώνα. Χιλιάδες βιβλία έγιναν στάχτες, συγγραφείς είδαν το όνομά τους γραμμένο στις λεγόμενες «μαύρες λίστες», κινηματογραφικές ταινίες είχαν την τύχη να προβληθούν για λίγες μόνο μέρες πριν -συνήθως έπειτα από διαδηλώσεις του οργισμένου όχλου- απαγορευτούν, τραγούδια άλλαξαν τελικά και κατέληξαν με στίχους που δεν ενοχλούσαν πια τα καθεστωτικά όργανα.

Μία εξαιρετικά εκτεταμένη λογοκρισία έζησε στην Ελλάδα του περασμένου αιώνα η συγγραφή, είτε αυτή αφορούσε τη λογοτεχνία, την ποίηση, τη δημοσιογραφία και την αρθρογραφία, είτε τα θεατρικά κείμενα. Μάλιστα, μπορεί κανείς να διακρίνει σε γενικές γραμμές τρία είδη απαγορεύσεων και λογοκρισίας: αυτές που επέβαλαν τα καθεστώτα εξουσίας, γιατί κάποιο γραπτό περιείχε ιδέες αντίθετες στην ιδεολογία τους, αυτές που απαιτούσαν οι θρησκευτικοί και εκκλησιαστικοί κύκλοι, καθώς θεωρούσαν πως κάποιο κείμενο θίγει την ορθοδοξία και το χριστιανισμό και τέλος απαγορεύσεις, ακόμη και δικαστικές, κειμένων, τα οποία προσέβαλλαν σύμφωνα με τις τότε αντιλήψεις τη δημόσια αιδώ. Φυσικά, μπροστά σ’ όλο αυτό το κύμα απαγορεύσεων οι ίδιοι οι συγγραφείς πολλές φορές αυτολογοκρίνονταν, γνωρίζοντας πολύ καλά πως τα έργα τους θα κυκλοφορούσαν, αν τελικά κυκλοφορούσαν, πετσοκομμένα από τις ειδικές επιτροπές των καθεστώτων.

Η λογοκρισία και τα απαγορευμένα γραπτά της τότε εποχής ορθώνονται σήμερα ως σύμβολα εναντίον της εξουσίας και του ολοκληρωτισμού, που δεν άφηνε καμία φωνή ελεύθερη μπροστά στην υποψία μιας μικρής ακόμη ανταρσίας και αφύπνισης του λαού. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψιν και το γεγονός πως ο ελληνικός εικοστός αιώνας έζησε τρεις δικτατορίες, τότε τα απαγορευμένα γραπτά της εποχής μάλλον κάτι είχαν κάνει σωστά.

Καύση βιβλίων κατά τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας
Καύση βιβλίων κατά τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας

Ήδη από την δικτατορία του Μεταξά, στα χρόνια 1936-1941 τα πνεύματα στην Ελλάδα είναι επηρεασμένα από τα φασιστικά καθεστώτα της Γερμανίας και της Ιταλίας. Αρχικά, το καθεστώς επιχειρεί να πάρει υπό τον πλήρη έλεγχό του τον Τύπο. Αν μη τι άλλο τη σωστή δημοσιογραφία κάθε καθεστώς πρέπει να τη φοβάται κι έτσι ο Μεταξάς ιδρύει το Υφυπουργείο Τύπου και Τουρισμού που αναλαμβάνει να κόβει και να ράβει κατά τα καθεστωτικά συμφέροντα και με μοναδικό σκοπό όλες οι δημόσιες εκδηλώσεις να «ευρίσκωνται εντός του πλαισίου των εθνικών παραδόσεων και ιδεωδών», όπως αναφερόταν στον ίδιο τον αναγκαστικό νόμο ίδρυσης[1]. Αλλά ο έλεγχος αποκλειστικά του Τύπου δεν ήταν αρκετός. Λίγες μέρες μετά την επιβολή της δικτατορίας χιλιάδες βιβλία μετατρέπονται σε στάχτες, κυρίως αυτά που χαρακτηρίζονται ως «αντεθνικά». Ανάμεσά τους η υπέροχη Ζωή Εν Τάφω του Στρατή Μυριβήλη, πολλά έργα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, ακόμη και ο Επιτάφιος του Θουκυδίδη αλλά και η Αντιγόνη του Σοφοκλή, καθώς φαίνεται πως η τραγική ηρωίδα υπήρξε ιδιαιτέρως αναρχική για τις νόρμες της μεταξικής δικτατορίας.

Τριάντα χρόνια μετά περίπου η δικτατορία των συνταγματαρχών συνέχισε το έργο του Μεταξά με την ίδια και ίσως μεγαλύτερη θέρμη, δεδομένου πως πια στον υπόλοιπο κόσμο, έπειτα και από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι ισορροπίες είχαν αλλάξει και οι δεκαετίες του ’60 και του ’70 υπήρξαν άκρως απελευθερωτικές για τα ήθη και πολύ πιο ευνοϊκές για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Κατά την επταετία εφαρμόζεται μια προληπτική λογοκρισία, με το κράτος να λειτουργεί σαν καλός (και συντηρητικός) «πατερούλης» που αποφασίζει ποιες ιδεολογίες και πεποιθήσεις αρμόζουν στο παιδί του-λαό. Όπως και η μεταξική δικτατορία, έτσι και η δικτατορία των συνταγματαρχών φρόντιζε πρώτα πρώτα να απομακρύνει τα «αντεθνικά» μηνύματα που εμφανίζονταν σε διάφορα γραπτά, επιδεικνύοντας μάλιστα ένα αντικομμουνιστικό μένος. Έργα του Γιάννη Ρίτσου, του Βάρναλη, του Κορδάτου, του Κώστα Μουρσελλά, του Άρη Αλεξάνδρου, της Τατιάνας Γκρίτση-Μιλλιέξ απαγορεύτηκαν, όπως και η κυκλοφορία της εφημερίδας Αυγή[2]. Κατά τα πρώτα χρόνια μάλιστα της δικτατορίας πολλοί συγγραφείς επιλέγουν να αυτολογοκριθούν και να μην κυκλοφορήσουν τα έργα τους στο ευρύ κοινό. Γνωρίζουν πολύ καλά πως η επιτροπή των «άριστων αξιωματικών», κατά τα λόγια του Παττακού[3], πιθανόν δε θα γνώριζε καν τί σημαίνει ελευθερία του λόγου, αλλά θα καθοδηγούνταν από την υποτιθέμενη μεγάλη αγάπη για την πατρίδα.

Φυσικά, πέρα από τα γραπτά που ενοχλούσαν πολιτικές και κομματικές ιδεολογίες, υπήρχαν κι εκείνα που έξυναν την εκκλησιαστική «πληγή». Τέτοιες ήταν οι περιπτώσεις του Τελευταίου Πειρασμού του Νίκου Καζαντζάκη, μια προσπάθεια λογοκρισίας από μέρους της Εκκλησίας με την απειλή αφορισμού του συγγραφέα που τελικά δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, αλλά πηγαίνοντας πολύ πίσω και η περίπτωση της Πάπισσας Ιωάννας του Εμμανουήλ Ροΐδη, ο οποίος πράγματι τελικά αφορίστηκε. Και τα δύο βιβλία κατά την άποψη των εκκλησιαστικών κύκλων θεωρήθηκαν βλάσφημα.

Τέλος, η κατηγορία των γραπτών που θίγουν τη λεγόμενη «δημόσια αιδώ». Βιβλία που περιέχουν έντονες ερωτικές σκηνές και θεωρήθηκαν στην εποχή τους, και δυστυχώς ακόμη και σήμερα ορισμένα, προσβλητικά για το κοινωνικό σύνολο, μια κριτική φυσικά που δε μπορεί να σταθεί, αν σκεφτεί κανείς πως η ανάγνωση ενός βιβλίου δεν είναι υποχρεωτική για κανέναν, μόνο ίσως των σχολικών, αν και αυτό είναι ένα άλλο μεγάλο ζήτημα.

Τα βιβλία, που για τα ήθη της εποχής θεωρήθηκαν αρκετά «πικάντικα», έφτασαν να περάσουν μέχρι και από το δικαστήριο. Το 1950 το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών απαγόρευσε εξαιτίας «απρεπούς λόγου», όπως ανέφερε η απόφαση, την κυκλοφορία του Δεκαημέρου του Ιταλού συγγραφέα, μαθητή του Πετράρχη, Βοκάκιου[4]. Λόγω «απρεπούς περιεχομένου»[5] καθυστέρησε για πολλά χρόνια και η κυκλοφορία του Μεγάλου Ανατολικού του Ανδρέα Εμπειρίκου, ο οποίος γνωρίζοντας την τύχη που θα είχε το έργο του στην Ελλάδα αποφάσισε να επιχειρήσει την κυκλοφορία του αρχικά στη Γαλλία. Μα ούτε εκεί τα κατάφερε αφού από τον εκδοτικό οίκο του ζήτησαν να αλλάξει τη φρασεολογία που χρησιμοποιούσε με τον ίδιο φυσικά να αρνείται κατηγορηματικά κάτι τέτοιο. Τελικά, ο Μεγάλος Ανατολικός κυκλοφόρησε μόλις πριν 28 χρόνια από τις εκδόσεις Άγρα, με πολλά αντίτυπα κρυμμένα στην αρχή της κυκλοφορίας λόγω του φόβου κατάσχεσης.

Ο Μεγάλος Ανατολικός του Εμπειρίκου
Ο Μεγάλος Ανατολικός του Εμπειρίκου

Η λογοκρισία και οι απαγορεύσεις βιβλίων στην Ελλάδα έζησαν μια μεγάλη ακμή -δυστυχώς- τον 20ο αιώνα. Έναν αιώνα μάλιστα που η καλλιτεχνική παραγωγή ήταν πλούσια και ποιοτική. Βέβαια, ακόμη και σήμερα απόπειρες λογοκρισίας δε λείπουν. Χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις του περίφημου Ζιγκ Ζαγκ στις νεραντζιές της Έρσης Σωτηροπούλου[6] και του Μν του Μίμη Ανδρουλάκη, με το πρώτο να γίνεται αντικείμενο συζήτησης ακόμη και στα έδρανα της Βουλής και στις δικαστηριακές αίθουσες. Με ανακούφιση πια διαπιστώνουμε πως η ελευθερία της έκφρασης έχει αρχίσει να αποκτά πραγματικό νόημα και ουσιαστικό αντίκρισμα. Και αισιόδοξα θυμόμαστε και τον Φεντερίκο Φελίνι να αποφαίνεται πως: «Η λογοκρισία είναι διαφήμιση πληρωμένη από την ίδια την κυβέρνηση».

[1] Αναγκαστικός νόμος 45/1936 «περί συστάσεως Υφυπουργείου Τύπου και Τουρισμού», ΦΕΚ τεύχος Α΄/379/31/8/1936

[2] Ζωής., Ν., (2015), Η λογοτεχνία στον γύψο, Τα Νέα, διαθέσιμο στο: https://www.tanea.gr/2015/11/17/lifearts/i-logotexnia-ston-gypso/

[3] Αθανασιάδης. Χ., Ανδρίτσος., Γ., κ.α, (2016), Η λογοκρισία στην Ελλάδα, Ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ, σελ. 136

[4] Τσόλκας., Ι., (2013), Η εικόνα του Βοκκάκιου στην κοινωνία και στην κριτική λογοτεχνίας της Ελλάδας του 20ού αιώνα, Πολύφιλος, τόμος 4.

[5] Εμπειρίκος., Λ., (2016), Λογοκρισίες ερωτικής λογοτεχνίας: Η περίπτωση του Μεγάλου Ανατολικού, Περιοδικό Χρόνος, διαθέσιμο στο: https://chronos.fairead.net/logokrisia-empeirikos

[6] Μπουκάλας., Π., (2008), Ζιγκ Ζαγκ στη λογοκρισία, Η Καθημερινή, διαθέσιμο στο: https://www.kathimerini.gr/opinion/708890/zigk-zagk-sti-logokrisia/

Κείμενο: Ανθή Γιάγκα (Lavart)

Πηγές φωτογραφιών: 123

Μοιράσου το

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

YelloWizard.gr
YelloWizard.gr
YelloWizard.gr