Θανάσης Τριαρίδης – Ή αλλιώς “δε δικαιούστε να μην έχετε ιδέα”

Ο Θανάσης Τριαρίδης, με αφορμή οκτώ κείμενά του που φέτος βρίσκουν το δρόμο για τη θεατρική σκηνή, μιλάει στη Lavart. Μια πολυγραφότατη προσωπικότητα που εκτός των θεατρικών έργων έχει ασχοληθεί με το μυθιστόρημα, την ποίηση, τα παραμύθια, τα διηγήματα, αλλά όλα αυτά σε εισαγωγικά, όπως ο ίδιος μας αναφέρει. Μια γραφή που επικοινωνεί ακραίες και δύσκολες θεματικές, με τον αναγνώστη να κρίνεται (συν)ένοχος πολλών ιστοριών του.

Βάσω Παυλογιάννη (Lavart) – Τα θεατρικά έργα σας αποτελούν αφηγήσεις προς ανάγνωση και όχι αμιγώς παραστασιακά κείμενα, όπως έχετε δηλώσει ο ίδιος. Παρόλα αυτά έχουν παρασταθεί κατά καιρούς και μάλιστα φέτος ανεβαίνει το «HIV», το «Leopold» και για πρώτη φορά το αφήγημά σας «Το κόψε – κόψε ή Όταν οι γκοτζίλες εξανθρωπίζονται». Όταν συνθέτετε τα κείμενά σας, πότε και πώς αντιλαμβάνεστε σε ποιο λογοτεχνικό είδος θα τα εντάξετε;

Θανάσης Τριαρίδης – Φέτος ανεβαίνουνε οκτώ κείμενα, τα οποία τα αγαπώ όλα και οι ομάδες που τα δουλεύουν, τα δουλεύουν με το ίδιο πάθος. Γενικά, δεν είμαι άνθρωπος του θεάτρου, είμαι άνθρωπος των βιβλίων. Ούτε είχα σπουδάσει θέατρο και τα θεατρικά κείμενα τα είχα διαβάσει ως κομμάτι της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Τα τελευταία χρόνια είδα θέατρο, καθώς ενεπλάκην στην ιστορία του θεάτρου. Μετά τα 40 μου χρόνια έγραψα μία διαλογική αφήγηση, την οποία και αυτήν την προόριζα προς ανάγνωση, το «La ultima noche ή καρχαρίες» και την ανέβασα στην ιστοσελίδα μου, νιώθοντας ότι είναι μία νουβέλα. Από εκεί ξεκίνησε μια διαδρομή σε αυτό που ονομάζουμε θεατρική γραφή. Ακόμα και μέχρι σήμερα που έχουν ανεβεί 28 – 29 παραστάσεις βασισμένες σε έργα μου, δεν είμαι σίγουρος ότι αυτό που γράφω είναι θέατρο, αλλά ανεβαίνουν, γιατί έχω την αίσθηση ότι δίνεται η δυνατότητα να γίνουν ευκίνητες ελαφριές παραγωγές χωρίς βαριά σκηνικά, και προφανώς βοηθάει ότι όλα μου τα έργα είναι ελεύθερων δικαιωμάτων στο διαδίκτυο. Ωστόσο, όταν ξεκίνησα το θέατρο, δε φανταζόμουν ότι θα βρεθούν στη σκηνή του θεάτρου. Τώρα πια όταν γράφω κάποιες από αυτές τις αφηγήσεις, έχω κατά νου και το ενδεχόμενο του να ανέβουν.

Βάσω Παυλογιάννη (Lavart) – Αναφέρατε πριν ότι έχετε ανεβάσει πολλά από τα έργα σας στην προσωπική σας ιστοσελίδα και τα δίνετε απλόχερα στο κοινό. Αυτό, ενδεχομένως, εναντιώνεται στη βιοποριστική διάσταση ενός συγγραφέα. Αλήθεια με ποιο σκοπό επιλέξατε κάτι τέτοιο;

Θανάσης Τριαρίδης – Δεν ανέβασα πολλά από τα έργα, ανέβασα όλα μου τα βιβλία και τα κείμενα. Στην ιστοσελίδα μου υπάρχουν κάπου 50 βιβλία και πάνω από 350 κείμενα. Το διαδίκτυο δίνει τη μοναδική δυνατότητα σε έναν άνθρωπο, που εκφράζεται δια της γραφής, να φτάσει να δημοσιοποιήσει τη δουλειά του, χωρίς να βρεθεί μέσα σε οποιονδήποτε εκδοτικό ή δημοσιογραφικό μηχανισμό. Γράφω δύσκολα και ακραία πράγματα κι ενώ τα βιβλία μου εκδίδονται από σπουδαίους εκδοτικούς οίκους, προτού καν ασχοληθώ με το θέατρο, ήθελα να έχω μια ανεξαρτησία, να μπορώ να γράφω αυτό που εμένα με εκφράζει και όχι αυτό που επιτάσσουν οι ανάγκες της αγοράς. Ας πούμε «Τα μελένια λεμόνια» είναι ένα βιβλίο διαδικτυακό, το οποίο χρόνια μετά τη δημοσίευσή του στο διαδίκτυο, βγήκε σε βιβλίο. Αυτό εδώ με έκανε να πιστέψω πολύ στο διαδίκτυο και γι’ αυτό το λόγο όλα τα βιβλία μου που εκδίδονται, παραμένουν σε διαδικτυακή χρήση, ώστε να μπορεί να έχει πρόσβαση ο καθένας. Ο βιοπορισμός δεν αγγίζεται καθόλου με την υπόθεση του γραψίματος σε ότι αφορά στην περίπτωσή μου. Δηλαδή, από όλα μου τα βιβλία, και αυτά που εκδόθηκαν και πήγανε καλά, και από όλα μου τα θεατρικά έργα, δε βγάζω χρήματα. Μιλάω και για τα θεατρικά έργα που παίχτηκαν από μεγάλους πρωταγωνιστές, που παίχτηκαν για χρόνια, που γύρισαν σε πολλές πόλεις, που παίχτηκαν στο εξωτερικό.Βάσω Παυλογιάννη (Lavart) – «Το κόψε – κόψε» φέτος ανεβαίνει στο θεατρικό σανίδι με σκηνοθέτη τον Παναγιώτη Γεωργούλα. Αποτελεί ένα έργο που διαχειρίζεται τη θεματική της βίας μέσω θρησκευτικών και εθνικών συμβόλων, όπως την παραλλαγή του Εθνικού Ύμνου. Από το 2008 που είναι γραμμένο μέχρι σήμερα, τί πιστεύετε πως έχει αλλάξει στη χρήση της βίας σε σχέση με τα σύμβολα που πραγματεύεστε στο έργο;


Θανάσης Τριαρίδης – Απολύτως τίποτα. Η βία είναι πρωταρχικό κύτταρο στην ανθρώπινη κατάσταση. «Το κόψε – κόψε», που έχει έναν υπότιτλο «Όταν οι γκοτζίλες εξανθρωπίζονται» και έχει και έναν υπότιτλο του υποτίτλου «Ύμνος στην ατέλειωτη μεγάλη σφαγή» είναι ένα βιβλίο πολυνευρικό, το οποίο ουσιαστικά εκκινεί από τη διαπίστωση ότι όλοι οι ύμνοι στο τέλος του ορίζοντα προσδοκίας τους έχουν πτώματα των άλλων, των κακών. Οι εθνικοί ύμνοι, όχι μόνο ο ελληνικός, είναι ύμνοι θανάτου, ύμνοι που παρακινούν δολοφόνους να σφαγιάσουν γυναικόπαιδα. Ο δικός μας Εθνικός Ύμνος λέει ότι «τα κόκκαλα των Ελλήνων είναι ιερά». Αυτή είναι η πραγματικότητα των ύμνων, είτε λέγεται Εθνικός Ύμνος είτε λέγεται Ύμνος για το Σύνταγμα των Στρατιωτών της Μασσαλίας είτε λέγεται Ύμνος των WaffenSS είτε λέγεται ύμνος της αναρχίας είτε λέγεται ύμνος του κομμουνισμού. Όλοι οι ύμνοι αποσκοπούνε στο να σφαγιάσουνε αυτούς που δεν συμπεριλαμβάνονται στο σύνολο, το οποίο θα τραγουδήσει τον ύμνο και το οποίο θα βρει την διανοητική-πνευματική σκέπη κάτω από αυτόν. Έτσι ξεκίνησα και σε αυτό εδώ το βιβλίο που έχει 16 κεφάλαια. «Το κόψε – κόψε», λοιπόν, είναι μια επίθεση σε όλο αυτό, που στη μια του άκρη είναι ο φασισμός, στην άλλη του ο εθνικισμός, στην τρίτη του ο κομμουνισμός, στην τέταρτη η θεοκρατία και ο φονταμενταλισμός της θρησκείας, στην πέμπτη ο αναρχισμός. Υπό την έννοια αυτή είναι αρκετά γενναίο που ο Παναγιώτης Γεωργούλας με τις δύο πρωταγωνίστριες, τη Μαρίτα Τζατζαδάκη και την Κέλλυ Νικηφόρου, το ανεβάζουν και μάλιστα με τόσο πάθος και θέρμη. Υπάρχει μια εισαγωγή στο «κόψε – κόψε» που λέει ότι όλοι έχουμε στην οικογένειά μας έναν παππού και μια γιαγιά, που τους έσφαξαν, τους βίασαν, τους έκαψαν το χωριό τους οι Τούρκοι, αλλά κανείς μας δεν έχει στην οικογένειά του έναν παππού και μια γιαγιά που βίασαν, σκότωσαν, έκαψαν το χωριό των Τούρκων. Αυτό εδώ είναι το γενικότερο συμπέρασμα για το πως διαχειρίζεται κανείς τη μνήμη.

Βάσω Παυλογιάννη (Lavart) – Η παράσταση «HIV» που παρουσιάζεται στην Αθήνα και στην Πάτρα αυτή την περίοδο, αφορά στην αυτοκτονία μιας Νιγηριανής εκδιδόμενης μετά της διαπόμπευσή της μαζί με άλλες 25 οροθετικές γυναίκες, που υπέστησαν εξαναγκαστικούς ελέγχους για τον ιό του HIV και κοινοποιήθηκαν οι φωτογραφίες τους στα ΜΜΕ το Μάιο του 2012. Πόσο εύκολο είναι να αγγίξει κανείς ένα τέτοιο γεγονός που συνέβη τόσο κοντά μας χρονικά;

Θανάσης Τριαρίδης – Όλα είναι εύκολο να τα αγγίξει και όλα είναι δύσκολο να τα αγγίξει κανείς. Το γεγονός δεν είναι εύκολο γενικά, απλώς το «HIV» είναι μια μεγαλύτερη ιστορία. Βρέθηκα στην Αφρική πριν από μερικά χρόνια, έχοντας εμπλακεί σε μια υπόθεση διακρατικής υιοθεσίας, όπου με τη σύζυγό μου υιοθετήσαμε από την Αιθιοπία τη μεγάλη μας κόρη. Ζώντας αρκετά στην Αφρική, είδα την αδιανόητη κατάσταση που υπάρχει εκεί. Σκεφτείτε ότι υπάρχουν 20 εκατομμύρια εγκαταλελειμμένα παιδιά, από τα οποία όσα επιζήσουν -γιατί τα μισά πεθαίνουν από δυσεντερίες στα ορφανοτροφεία-, γίνονται 10 χρονών χωρίς να έχουν πλυθεί ούτε μια φορά στη ζωή τους. Εμείς που κάνουμε μπάνιο δυο φορές την ημέρα ή που γεμίζουμε πισίνες ή που ξοδεύουμε τόσο νερό στο πλύσιμο των πιάτων και των ρούχων μας, θεωρούμε ότι είμαστε αδέλφια με αυτούς τους ανθρώπους και παραξενευόμαστε όταν αναπτύσσουν εξτρεμισμούς. Έχω δει με τα μάτια μου σε ορφανοτροφείο της Αντίς Αμπέμπα μια αίθουσα, όπου υπήρχαν πάνω από 80 νεογνά σε κουτιά παπουτσιών που προορίζονταν για υιοθεσία. Είπα, λοιπόν, ότι αν καταφέρω -επειδή όντως ένιωσα μια πνευματική διασάλευση από όλη αυτή την κατάσταση-, να γυρίσω και έχω το μυαλό μου, θα προσπαθήσω να γράψω γι’ αυτή την ιστορία. Ένα από αυτά που έγραψα είναι αυτή η τριλογία «Leopold», «Football» και το «HIV». Είναι τρία έργα, τα οποία μιλάνε για τρία αδιανόητα εγκλήματα της Δύσης απέναντι σε πληθυσμούς, οι οποίοι κυριολεκτικά εξοντώθηκαν. Το «Leopold» αναφέρεται στην δολοφονία 25 εκατομμυρίων Κονγκολέζων από τον Λεοπόλδο Β’ του Βελγίου. Αυτό το έγκλημα έγινε για να αφαιμαχθεί από τα δάση του Κονγκό το καουτσούκ, το οποίο ήταν ουσιαστικά ο τρόπος με τον οποίο μπήκαμε στον 20ο αιώνα. Εξαιτίας του καουτσούκ εφευρέθηκε το αυτοκίνητο, το αεροπλάνο, το ποδήλατο. Αν δείτε τι βασανιστήρια, τι θανατώσεις, τι είδους εξευτελισμοί και ταπεινώσεις επιφυλάχθηκαν στους μαύρους του Κονγκό, πραγματικά θα ντραπείτε.Βάσω Παυλογιάννη (Lavart) – Αυτό σκέφτηκα, μου προκαλείτε κάτι ενοχικό αυτή τη στιγμή.

Θανάσης Τριαρίδης – Φυσικά και είναι ενοχικό. Μάθατε να κάνετε ποδήλατο, οι γονείς σας πήγαν ταξίδι του μέλιτος σε ένα ωραίο αυτοκίνητο και στις ρόδες τους ήταν το αίμα των Κονγκολέζων. Φυσικά οι γονείς μας, οι δικοί σας, οι δικοί μου. Υπάρχουμε εμείς, έτσι όπως υπάρχουμε και ζούμε, επειδή ο Λεοπόλδος αφάνισε τους ανθρώπους του Κονγκό. Η δεύτερη ενοχή είναι αυτή που περιγράφεται στο έργο «Football», που είναι ο αφανισμός του πληθυσμού της Λατινικής Αμερικής για να αφαιμαχθεί το ασήμι, οι πολύτιμες πέτρες, καθώς και η ξυλεία και να εμπορευθεί όλο αυτό το υλικό στη Δύση. Η Ευρώπη στήριξε τον πλούτο και την ακμή της πάνω στο αίμα αυτών των πληθυσμών. Το νούμερο των ιθαγενών που αφανίστηκαν στον καιρό εκείνο είναι κοντά 120 εκατομμύρια. Υπάρχει και ένα τρίτο νούμερο, 37 εκατομμύρια και είναι το νούμερο των γυναικών που σήμερα διακινούνται ως σεξουαλικές σκλάβες. Όταν λέω διακινούνται ως σεξουαλικές σκλάβες, δεν εννοώ είναι στην πορνεία, εννοώ τις παίρνουν από ένα χωριό της Νιγηρίας ή του Κονγκό, 12 χρονών κοπέλες, τις εκπαιδεύουνε δια συνεχόμενων βιασμών και απειλών ότι θα τους σκοτώσουν αυτές και τις οικογένειές τους και στέλνονται με εξειδικευμένους σωματεμπόρους στις χώρες της Ευρώπης ή της Αμερικάνικης Ηπείρου ή της Νοτιοανατολικής Ασίας. Αυτό το trafficking των γυναικών γίνεται γιατί υπάρχουν πελάτες. Οι πελάτες τους είναι ο κόσμος που βλέπετε στην Αθήνα, στο Παρίσι να περπατάει, είναι λευκοί, είναι άνθρωποι που έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν, είναι εργαζόμενοι, είναι γιατροί, είναι δικηγόροι, είναι επιστήμονες, είναι ο πληθυσμός της Δύσης.

Βάσω Παυλογιάννη (Lavart) – Όσα αναφέρετε θέτουν έναν θεατή όχι απλά συνένοχο, αλλά ένοχο. Από πού αρχίζει η ευθύνη του κοινού ανθρώπου στα παραπάνω εγκλήματα;

Θανάσης Τριαρίδης – Στο κείμενο του «HIV» λέει η πρωταγωνίστρια «Δε δικαιούστε να μην έχετε ιδέα». Μέχρι το 1995 περίπου μπορούσαμε να πληροφορούμαστε τα πάντα από τις εφημερίδες. Τώρα πια μπορούμε με ένα απλό πάτημα στο κινητό μας, να διαβάσουμε πάνω από 500 εκθέσεις του Παγκοσμίου Οργανισμού Προστασίας των γυναικών ή της Διεθνούς Αμνηστίας για το πως γίνεται το trafficking. Πλέον κανείς δε δικαιούται να λέει ότι δεν ξέρει. Λένε πολλοί ότι «Εμείς δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με αυτούς τους ανθρώπους, αρκεί να σέβονται τους κανόνες της χώρας που τους φιλοξενεί». Αυτά τα λέει κάποιος, ο οποίος ξοδεύει τόσο νερό κάθε χρόνο όσο μια πολιτεία της Υποσαχάριας Αφρικής και το θεωρεί αυτό συνθήκη σεβασμού. Αν κάποιος διέρρηξε τη συνθήκη σεβασμού, είναι αυτός. Είναι, λοιπόν, το «HIV» ένα έργο για τη δικαιοσύνη.

Βάσω Παυλογιάννη (Lavart) – Έχουνε φύγει θεατές από τις παραστάσεις σας ή έχουν φέρει αντιρρήσεις σε όσα πραγματεύεστε;

Θανάσης Τριαρίδης – Πολλές φορές· από το «Lebensraum», το «Leopold» και το «HIV» πέρυσι στη Γερμανία, όπου ήμουνα παρών. Είναι μια υγιής αντίδραση, σημαίνει ότι ντρέπομαι και φεύγω. Απλώς προκαλώ πάντοτε μετά την παράσταση συζήτηση και περιμένω να ακούσω αν υπάρχει κάποια αντίρρηση, να δούμε μήπως κάνω εγώ λάθος. Μου φέρνουν πολλές αντιρρήσεις. Ακούω κάποιους να λένε «Εγώ δεν έχω κάνει κανένα έγκλημα στο Κονγκό». Τον ρωτάω «Πότε σου πήρανε για πρώτη φορά οι γονείς σου ποδήλατο;»· πέφτει βαθιά σιωπή. Με ρωτάνε «Και τι φταίω εγώ που γίνεται trafficking; Δεν πήγα ποτέ με καμία γυναίκα, η οποία κάνει πιάτσα στην Πατησίων». Όταν το επιτρέπεις να υπάρχει, φταις. Φυσικά, εννοείται πως μαζί με όλους αυτούς που φταίνε, φταίμε και εμείς οι συντελεστές της παράστασης και εγώ που γράφω το κείμενο.Βάσω Παυλογιάννη (Lavart) – Μιλήσατε πριν για το Βερολίνο, όπου ανέβηκε ο θεατρικός μονόλογος «HIV» από τη σκηνοθέτρια Έλενα Σωκράτους. Θέλετε να μας πείτε λίγα λόγια γι’ αυτή τη συνεργασία;

Θανάσης Τριαρίδης – Η Έλενα Σωκράτους έχει ανεβάσει δύο φορές δικό μου έργο, η μία είναι τώρα και η προηγούμενη ήταν το 2016, που ανέβασε το «Lebensraum». Και τα δυο έργα πήγαν πολύ καλά στο Βερολίνο και στη συνέχεια έγιναν περιοδεία σε τρεις χώρες, Γερμανία, Ελλάδα, Κύπρο σε δυο γλώσσες, ελληνικά και γερμανικά. Θα προσπαθήσει η Έλενα να κάνει το ίδιο και σε αυτή την παράσταση του «HIV», με τη Βασιλική Κυπραίου, δηλαδή μια μεγάλη περιοδεία. Αν με ρωτάτε για την Έλενα, είναι ένα μαγικό πλάσμα, έχει ανεβάσει στο Βερολίνο σε γερμανόγλωσσο κοινό πέντε καινούργια θεατρικά έργα Ελλήνων συγγραφέων. Αυτό, δηλαδή, που δεν κάνει το Υπουργείο Πολιτισμού, το κάνει μόνη της μια κοπέλα.

Βάσω Παυλογιάννη (Lavart) – Η δραματουργία σας γενικότερα ασχολείται με την υπαρξιακή αγωνία και τις ακραίες ανθρώπινες συμπεριφορές, όπως οι αιμομικτικές σχέσεις, ο αμοιβαίος θάνατος σα μια μορφή ένωσης, οι σχέσεις εξουσίας και τα δεσμά της οικογένειας, χρησιμοποιώντας παράλληλα στοιχεία του παραλόγου και ακροβατώντας μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας. Την ίδια συγγραφική γραφή πάνω στις θεματικές έχουν χρησιμοποιήσει και προγενέστεροί σας, όπως ο Χάρολντ Πίντερ και οι «δικοί» μας Δημήτρης Δημητριάδης και Άκης Δήμου. Θα λέγατε πως έχετε επηρεαστεί από άλλους θεατρικούς συγγραφείς ή εντοπίζετε κοινά σημεία με τους προαναφερθέντες;

Θανάσης Τριαρίδης – Δεν είναι το ίδιο είδος θεάτρου που κάνει ο καθένας. Ο Δημητριάδης κάνει έναν επιθετικό εξπρεσιονισμό, ο Δήμου κάνει έναν νατουραλιστικό συμβολισμό, εγώ κάνω θέατρο διασάλευσης της ταυτότητας και διασάλευσης της σχέσης με το κοινό, ηθοποιού και κοινού. Έχω επηρεαστεί πάρα πολύ από τις αφετηρίες από τις οποίες φαντάζομαι επηρεάστηκαν και ο Δημητριάδης και ο Δήμου και γενικά όλοι οι συγγραφείς· από την αρχαία τραγωδία και την ακρότητα που κουβαλάει. Ο Ίψεν, ο Τσέχωφ, ο Στρίντμπεργκ, ο Τενεσί Ουίλιαμς, ο Άρθουρ Μίλερ, ο Ευγένιος Ο’ Νηλ, ο Σάμιουελ Μπέκετ, ο Τόμας Μπέρχαρντ, ο Πιραντέλλο -σε ότι αφορά τη συνθήκη της διασάλευσης της ταυτότητας-, όλοι αυτοί οι συγγραφείς, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο με έχουν επηρεάσει πολύ.

Βάσω Παυλογιάννη (Lavart) – Η διακειμενικότητα είναι στοιχείο που συναντάται στα έργα σας, όπως ο «Humlet» και ο «Οιδίνους». Πώς μπορεί να συνομιλήσει κανείς με τους συγγραφείς του παρελθόντος, όπως ο Σαίξπηρ και ο Σοφοκλής και να μετασκευάσει τους μύθους;

Θανάσης Τριαρίδης – Οι μύθοι είναι πυρηνικές κανονικότητες του πολιτισμού μας, όπως ο Άμλετ και ο Οιδίποδας. Κάποια στιγμή όλοι μας φαντάζομαι, θέλουμε να αναμετρηθούμε με αυτούς τους μύθους. Θέλουμε να φτιάξουμε κάτι για να αναμετρηθούμε με το φορτίο της τραγωδίας που κουβαλάνε. Δεν είναι εύκολο και, φυσικά, θα συνθλιβείς. Όπως και εγώ συνεθλίβη σε αυτά εδώ τα έργα. Πρέπει να αναμετρούμαστε με αυτά που θα μας συνθλίψουν. Είναι εύκολο να στήσω μια ιστοριούλα και να προσπαθήσω να τη διαχειριστώ. Εκείνο που με ενδιαφέρει είναι να γίνει κάτι που θα αποτύχω, αλλά στο μάταιο χρόνο της ζωής μου, θα έχω κάνει κάτι ενδιαφέρον. Τα θεατρικά μου έργα, ίσως, κουβαλάνε μια γοητεία της αποτυχίας.Βάσω Παυλογιάννη (Lavart) – Η συγγραφή σας δεν περιορίζεται μόνο στα θεατρικά κείμενα, αλλά και σε άλλα λογοτεχνικά είδη, όπως το μυθιστόρημα, η ποίηση, το διήγημα, το παραμύθι. Σε ποιο είδος όμως εντοπίζεται περισσότερο τον εαυτό σας;

Θανάσης Τριαρίδης – Θεωρώ ότι όλη μου η προσπάθεια στο γράψιμο είναι ένα πράγμα. Μπορεί εσύ να βλέπεις ένα θεατρικό έργο, άλλος να βλέπει ένα μυθιστόρημα, άλλος να βλέπει μια συλλογή στιχουργημάτων ή στιχουργημένων αφηγήσεων και να θεωρεί ότι αυτός γράφει και ποίηση και θέατρο και νουβέλες και μυθιστορήματα. Επί της ουσίας, όλη η φλύαρη πνευματική μου προσπάθεια είναι μία ενιαία και προγραμματικά ανολοκλήρωτη εκφραστική διαδρομή. Τα έργα μου νιώθω ότι αλληλοσυμπληρώνονται. «Τα μελένια λεμόνια» συμπληρώνονται από «Το κόψε – κόψε» και ο «Οιδίνους» από το «Lacrimosa ή το απέπρωτο». Η προσπάθειά μου στο γράψιμο είναι νομίζω κάτι ενιαίο ή θα ήθελα να είναι κάτι ενιαίο. Τώρα πόσο νόημα παράγει όλη αυτή η πρόταση και πόσο σαφώς κάνει διακριτά τα χαρακτηριστικά της, μένει να το δείξει ο χρόνος.

Συνέντευξη: Βάσω Παυλογιάννη (Lavart)

 

Πηγές φωτογραφιών: 1, 2, 3, 4

 

Τα θεατρικά έργα του Θανάση Τριαρίδη που ανεβαίνουν αυτή τη θεατρική σεζόν είναι τα εξής:

Το «HIV» που παρουσιάζεται από την Έλενα Σωκράτους στο Faust στην Αθήνα 9, 10, 13, 14 και 15 Σεπτεμβρίου και στις 11 και 12 Σεπτεμβρίου στο Θέατρο Act στην Πάτρα.
«Το κόψε – κόψε ή Όταν οι γκοτζίλες εξανθρωπίζονται» από τον Παναγιώτη Γεωργούλα στο Θέατρο ΜΠΙΠ στην Κυψέλη από 06.10.19 έως 10.11.19.
Το «Lebensraum», το οποίο παίζεται εδώ και τρία χρόνια, σε σκηνοθεσία της Πηγής Δημητρακοπούλου, θα αρχίσει στις 18 Οκτωβρίου.
Το «Football» σε σκηνοθεσία του Τριαντάφυλλου Δελή στο Studio Μαυρομιχάλη από τις 10 Νοεμβρίου και για όλο το χειμώνα.
Ο «Νανουριστής», μία ακόμα σκηνοθετική απόπειρα του Τριαντάφυλλου Δελή.
«Το περίσσιο παιδί», στις 14 Νοεμβρίου στο FAUST από την ομάδα Ich Bebe.
Το «Leopold» που θα παιχτεί στο δεύτερο μισό της σεζόν σε σκηνοθεσία της Μαρίας Τσομπανάκου και το «Zyklon ή πεπρωμένο» σε σκηνοθεσία της Χριστίνας Πλατανιώτη.

Η προσωπική ιστοσελίδα του Θανάση Τριαρίδη:
http://www.triaridis.gr/

Ο θεατρικός μονόλογος HIV έρχεται σε Αθήνα και Πάτρα

«Το Κόψε-Κόψε» του Θανάση Τριαρίδη -για πρώτη φορά στη σκηνή- στο Θέατρο Μπιπ

Μοιράσου το

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

YelloWizard.gr
YelloWizard.gr
YelloWizard.gr