Ο νεαρός μουσικοσυνθέτης με τις διεθνείς και εγχώριες επιτυχίες!
Γνωριστήκαμε πριν από δέκα περίπου χρόνια, όταν και οι δύο ήμασταν μαθητές στο Ωδείο Δήμου Έδεσσας αλλά και μέλη των χορωδιακών τμημάτων του. Μερικά χρόνια μετά, αφορμή για τη συνάντηση και την κουβέντα μας αποτέλεσαν οι σημαντικές επιτυχίες του Ορέστη τόσο στο εξωτερικό όσο και στην Ελλάδα. Πρωτιά σε διεθνή διαγωνισμό σύνθεσης στην Πράγα, εκτέλεση έργου του στο Ηρώδειο από την ΚΟΑ είναι οι κυριότερες στιγμές της καριέρας του και έδωσαν περαιτέρω τροφή για συζήτηση με κύριο άξονα φυσικά -τι άλλο;-… τη μουσική!
Αλέξης Τσώνης (Lavart) – Ποιος είναι ο Ορέστης Παπαϊωάννου;
Ορέστης Παπαϊωάννου – Είμαι από την Έδεσσα αλλά γεννήθηκα στην Κρήτη. Ήταν οι γονείς μου δάσκαλοι εκεί. Όμως έχω μεγαλώσει στην Έδεσσα και νομίζω ότι έπαιξε πάρα πολύ σημαντικό ρόλο στην εκπαίδευσή μου το ωδείο της Έδεσσας, που μου έδωσε την ευκαιρία ν’ ασχοληθώ με τη μουσική και να σπουδάσω μετά στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Αλέξης Τσώνης (Lavart) – Πώς θα περιέγραφες τον εαυτό σου με δυο – τρεις φράσεις;Ορέστης Παπαϊωάννου – Είμαι συνθέτης, δηλαδή σπουδάζω σύνθεση, εννοώντας μουσική σύνθεση στο Αριστοτέλειο, είμαι κλαρινετίστας, έχω πάρει δίπλωμα κλαρινέτου και κάνω διάφορα ρεσιτάλ, ασχολούμαι και με τη χορωδία, είμαι βαρύτονος στη νεανική χορωδία Έδεσσας και μαζί με τη σύνθεση διδάσκω κλαρινέτο μουσικά και θεωρητικά.
Αλέξης Τσώνης (Lavart) – Πότε εκτέθηκες πρώτη φορά στο μικρόβιο της μουσικής και ποιος πιστεύεις ότι στο μετέδωσε;
Ορέστης Παπαϊωάννου – Έμαθα μουσική από πολύ μικρός, από πέντε χρονών, στα μουσικά εργαστήρια στο Πολιτιστικό Κέντρο στην Έδεσσα, αλλά νομίζω και ακόμα πιο πριν, επειδή ο πατέρας μου ασχολείται με τη μουσική και υποσυνείδητα είχα ήχους κιθάρας και τραγουδιού στα αυτιά μου, αλλά μετά μπήκε αυτό σ’ ένα πλαίσιο εκπαίδευσης και με επηρέασε για τα καλά αυτό το μικρόβιο. Κόλλησα τον ιό από πολύ μικρός. Από έξι-εφτά έδειξα ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον, το οποίο έτυχε ν’ ακολουθήσω μέχρι σήμερα, δεν σταμάτησε ποτέ.
Αλέξης Τσώνης (Lavart) – Μόνος σου ζήτησες να έρθει η μουσική εκπαίδευση ή είναι αυτό που λένε ότι οι γονείς παρασέρνουν τα παιδιά στα ωδεία;Ορέστης Παπαϊωάννου – Νομίζω το δεύτερο. Δηλαδή, μπορεί να με άκουσαν οι γονείς μου να τραγουδάω, να χτυπάω ρυθμούς, αλλά σίγουρα ήταν δική τους επιλογή να με γράψουν στο ωδείο. Νομίζω ότι το πιο σημαντικό είναι το ότι οι γονείς το αποφασίζουν. Το παιδί είναι δύσκολο να δείξει πολύ ξεκάθαρα ότι θέλει να πάει σ’ ένα ωδείο, αλλά στη συνέχεια φαίνεται αν του αρέσει, αν ασχολείται.
Αλέξης Τσώνης (Lavart) – Μέχρι τώρα πόσα μουσικά όργανα παίζεις;
Ορέστης Παπαϊωάννου – Ξεκίνησα με το κλαρινέτο, αναγκαστικά πρέπει λόγω της σύνθεσης και του διπλώματος κλαρινέτου να παίζω και πιάνο, άρα έχω πλέον φτάσει και στο πιάνο σ’ ένα καλό επίπεδο, ενώ σε μια εφηβική φάση έπαιζα και ηλεκτρικό μπάσο. Είχαμε ένα γκρουπάκι στην Έδεσσα.
Αλέξης Τσώνης (Lavart) – Αν δεν ήσουν μουσικός τι θα ήθελες να είσαι;
Ορέστης Παπαϊωάννου – Φαίνεται και από το μηχανογραφικό μου. Είχα δεύτερη επιλογή την Αγγλική Φιλολογία. Ίσως ασχολιόμουν με τις γλώσσες. Μου αρέσουν πολύ και οι υπόλοιπες τέχνες. Μου αρέσει η λογοτεχνία, η υποκριτική, έχω και κάποιους φίλους ηθοποιούς και έχουμε κάνει διάφορες συζητήσεις σχετικά με αυτά τα θέματα. Νομίζω κάτι που θα είχε να κάνει με τέχνη. Ίσως με τη λογοτεχνία σε συνδυασμό με κάποια γλώσσα.
Αλέξης Τσώνης (Lavart) – Ενδιαφέρον. Και τώρα στα πιο επίκαιρα. Βγήκες πρώτος στο Διεθνή Διαγωνισμό Σύνθεσης Ντβόρζακ στην Πράγα. Πώς ήταν αυτή η εμπειρία για σένα και τι σημαίνει αυτή η κατάκτηση;Ορέστης Παπαϊωάννου – Καταρχάς, ο καθηγητής μας στη σύνθεση, ο Χρήστος Σαμαράς, μας παρακινεί γενικά να λαμβάνουμε μέρος σε διαγωνισμούς, όχι τόσο για τη διάκριση, αλλά για να μπαίνουμε σε μια διαδικασία αναγνώρισης, καθώς η μουσική είναι μια διεθνής γλώσσα, για να μπορείς να γράφεις σε μια γλώσσα, η οποία αναγνωρίζεται σε παγκόσμιο επίπεδο. Είναι πολύ σημαντικό και δεν συμβαίνει τόσο με τις άλλες τέχνες. Για παράδειγμα, για να πάρεις μέρος σ’ έναν λογοτεχνικό διαγωνισμό πρέπει να ξέρεις καλά Αγγλικά ή για να γίνεις ηθοποιός πρέπει να ξέρεις τη γλώσσα της κάθε χώρας που θέλεις να πας. Αυτός ήταν ο σκοπός και πηγαίνοντας στην Πράγα, δεν είχα κάποια πίεση, γιατί ακόμα και το γεγονός ότι προκρίθηκα στον τελικό ήταν κάτι που δεν το περίμενα. Έτσι πήγα εκεί εντελώς ανοιχτός και χωρίς κάποια ιδιαίτερη προσδοκία. Νομίζω ότι αυτό ήταν που με ξεάγχωσε τελικά και μ’ έκανε ν’ απολαύσω τόσο πολύ αυτό που συνέβη εκεί, το οποίο δεν θύμιζε σε τίποτα διαγωνισμό. Ήμασταν όλοι μια παρέα, με τα υπόλοιπα άτομα βγαίναμε κάθε βράδυ όλοι μαζί, είχαμε πολύ καλή χημεία, κάναμε ωραίες γνωριμίες και το διαγωνιστικό μέρος ήταν πολύ παραγωγικό. Ένας συνδυασμός παραγωγικότητας και καλοπέρασης κατά κάποιον τρόπο. Η Πράγα είναι μια υπέροχη πόλη – μόνο να σε κλείνουν σ’ ένα δωμάτιο εκεί για να γράψεις είναι απίστευτη έμπνευση. Γι’ αυτό και το ένα από τα δύο κομμάτια το ονόμασα Ο Κανόνας της Πράγας, ένα κομμάτι αφιερωμένο σ’ αυτήν την πόλη. Φαντάσου ότι από το παράθυρο βλέπαμε τον Μολδάβα, γράφαμε σ’ ένα νεοκλασικό κτίριο, το Κονσερβατόριο της Πράγας – ξύλινα πατώματα, παλιό στυλ. Νομίζω στην Ελλάδα δεν μπορείς να τα συναντήσεις όλα μαζί. Αυτά, λοιπόν, συνέβαλαν σε μια καταπληκτική εμπειρία τόσο από άποψη ατόμων όσο και κουλτούρας.
«Όσο χρόνο και διάθεση αφιερώνεις στην τέχνη, σου τα δίνει πίσω!»
Αλέξης Τσώνης (Lavart) – Πήρες το πρώτο βραβείο και, αν δεν κάνω λάθος, και άλλα δύο βραβεία.
Ορέστης Παπαϊωάννου – Ναι. Εκτός από το πρώτο βραβείο, το γενικό, απονεμήθηκαν και πιο ειδικά βραβεία, επειδή ο διαγωνισμός είχε δύο κατηγορίες. Η μία ήταν να γράψεις σε αυστηρό στυλ γραφής, δηλαδή, να είναι κανόνας ή κάποιο στυλ προδιαγεγραμμένο, και η άλλη ήταν σε ελεύθερο στυλ, σε ελεύθερη φόρμα. Έτσι δόθηκαν βραβεία για καλύτερη τονική μουσική, για έργα αυστηρού στυλ και εγώ απέσπασα αυτά τα δύο, εκτός από το πρώτο.
Αλέξης Τσώνης (Lavart) – Πώς σ’ έκανε να αισθανθείς αυτή η νίκη;
Ορέστης Παπαϊωάννου – Έχοντας τελειώσει τη συγγραφή των έργων εκεί, ένιωσα ότι πήγε καλά και ότι διαχειρίστηκα καλά το χρόνο που μου δόθηκε. Όταν ανακοινώθηκαν τα βραβεία σίγουρα ένιωσα μεγάλη ικανοποίηση. Εκείνη τη στιγμή βέβαια δεν καταλαβαίνεις ακριβώς τι γίνεται, αλλά μετά σε μια δεύτερη φάση καταλαβαίνεις ότι πρόκειται για κάτι σημαντικό. Προσωπικά μ’ έχει βοηθήσει να εξελιχθώ, με την έννοια ότι ακόμα και δυο χρόνια μετά μπορώ να μιλάω γι’ αυτό. Όσο πιο προσιτή γίνεται η κλασική μουσική και όσο περισσότερο γνωστοί γίνονται κάποιοι καλλιτέχνες που ασχολούνται με αυτού του είδους τη μουσική, που είναι δυσπρόσιτη τουλάχιστον στην Ελλάδα, είναι πολύ σημαντικό πράγμα.
Αλέξης Τσώνης (Lavart) – Φαντάζομαι ότι αγαπάς πάρα πολύ την κλασική μουσική. Πέρα από αυτό, αν πάρω το mp4 ή οποιαδήποτε συσκευή χρησιμοποιείς για ν’ ακούς μουσική, τι θα βρω μέσα; Τί αγαπάει να πει ο Ορέστης πέρα από κλασική μουσική;Ορέστης Παπαϊωάννου – Αυτή τη στιγμή έχω αδειάσει το κινητό μου για να χωρέσω άλλες εφαρμογές, όπως το Spotify, τελευταία έχω μπει σε μια διαδικασία ν’ ακούω καινούργια μουσική. Πρώτα θα σου πω για την κλασική και μετά θα σου πω για τα πιο ποπ. Μουσική, δηλαδή, από καλλιτέχνες σαν εμένα που δεν είναι αναγνωρισμένοι έξω, που γράφουν, ανεβάζουν ηχογραφήσεις τους, τη μουσική που προσπαθούν να γράψουν νέοι άνθρωποι. Κατά τ’ άλλα θα βρεις indie, alternative, συνήθως αγγλική μουσική από σύγχρονους καλλιτέχνες, αυτά που παίζαμε με το γκρουπάκι, Morrissey, Smiths, David Bowie, Pixies, δηλαδή από τέτοιου είδους μουσική θα βρεις πιο πολύ αυτούς τους καλλιτέχνες. Εναλλακτικούς.
Αλέξης Τσώνης (Lavart) – Ροκ ας πούμε. Αγαπημένο τραγούδι έχεις;
Ορέστης Παπαϊωάννου – Νομίζω δεν έχω αγαπημένο, αλλά αν είχα θα ήταν σίγουρα κάτι από Smiths και Morrissey. Αυτούς άκουγα πολύ στην εφηβεία μου και είναι αυτοί που με κράτησαν, γιατί συνήθως, όταν ξεκινάς ν’ ακούς και να κολλάς μ’ έναν καλλιτέχνη, τον θυμάσαι σαν μια ωραία ανάμνηση, αλλά κάποια στιγμή θα σου φύγει και λίγο. Αυτός κατάφερε να με κρατάει. Δεν υπήρξε ούτε μια εβδομάδα στη ζωή μου που να μην άκουσα ένα τραγούδι του.
Αλέξης Τσώνης (Lavart) – Δεν έχεις ένα συγκεκριμένο δηλαδή.
Ορέστης Παπαϊωάννου – Μπορώ να πω το There is a light that never goes out ας πούμε, γιατί νομίζω αντιπροσωπεύει πάρα πολύ την ελπίδα.
Αλέξης Τσώνης (Lavart) – Επίσης διάβασα ότι το έργο σου με τίτλο Αποφώνηση εκτελέστηκε από την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών στο Ηρώδειο.Ορέστης Παπαϊωάννου – Ναι.
Αλέξης Τσώνης (Lavart) – Πώς το διαχειρίζεται ένας άνθρωπος της ηλικίας σου αυτό; Δηλαδή, όταν σε πήραν τηλέφωνο, πώς αντέδρασες; Μετά τι έκανες;
Ορέστης Παπαϊωάννου – Μου είχε έρθει ένας βομβαρδισμός, γιατί πέρσι τέτοιον καιρό ακριβώς ήταν ένας διαγωνισμός στην Αθήνα, διαγωνισμός Σισιλιάνου – ήταν ένας Έλληνας συνθέτης – και με το που βγήκαν τα αποτελέσματα αυτού του διαγωνισμού που πήρα το δεύτερο βραβείο, ο καθηγητής μου, ο Χρήστος Σαμαράς, μου είπε ότι μόλις είχε τηλεφώνημα από τον Στέφανο Τσιαλή, τον μαέστρο, τον καλλιτεχνικό διευθυντή, ο οποίος ήθελε να μου παραγγείλει έργο για να παιχτεί στο Ηρώδειο. Και έτσι ήταν δυο γεγονότα μαζί, τα οποία, όπως είπες, δεν μπόρεσα να τα διαχειριστώ καλά. Μου δόθηκε ένα deadline που μου έλεγε ότι σε ενάμιση μήνα έπρεπε να γράψω ένα ορχηστρικό, έπρεπε κατευθείαν να στρωθώ στη δουλειά και έτσι δεν είχα και πολύ χρόνο να το διαχειριστώ. Το μεγαλείο της στιγμής και του χώρου το βλέπεις εκείνη τη στιγμή που συντελείται.
Αλέξης Τσώνης (Lavart) – Αναφέρεις πολύ συχνά τον δάσκαλό σου, τον Χρήστο Σαμαρά,. Πώς είναι να δουλεύεις και να συνεργάζεσαι μ’ έναν άνθρωπο έμπειρο και αναγνωρισμένο στο χώρο της μουσικής;
Ορέστης Παπαϊωάννου – Είναι σίγουρα το άτομο που με έχει κατά κόρον επηρεάσει και μ’ έχει ωθήσει στο να ασχοληθώ με τη σύνθεση, γιατί δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα, έστω και μόνο για βιοπορισμό, να γίνει κάποιος συνθέτης. Χρειάζεται ένα πάρα πολύ ισχυρό έρεισμα και μια φιλοσοφία που σε κρατάει και σε πληροί, έτσι ώστε να μπορείς να το κάνεις αυτό. Δεν είναι τυχαίο που και οι προηγούμενοι δάσκαλοί μας ήταν μαθητές του Σαμαρά. Αυτό θα πει ότι έχει στήσει ένα εκπαιδευτικό σύστημα, πολύ ορθό και καλά δομημένο, που μπορεί να εκμεταλλευτεί το ταλέντο που έχει κάποιος, να το συνδυάσει με μια σωστή φιλοσοφία και με όρεξη για δουλειά, η οποία στο τέλος θα αποδώσει. Και δεν είναι τυχαίο που οι μαθητές του Σαμαρά έχουν κερδίσει παγκόσμιους διαγωνισμούς, όπως ο Γιάννης Αγγελάκης, ο Στέλιος Δήμου, που έχουν διακριθεί στο Τόκιο, στη Μόσχα, στη Νέα Υόρκη και όλοι αυτοί είναι «διακλαδώσεις» Σαμαρά. Έχει κάτι πολύ ξεχωριστό στον τρόπο σκέψης του, το οποίο αγκαλιάζει όλον τον κόσμο, όχι μόνο το ελληνικό κομμάτι που πολλές φορές ασχολείται με περιορισμένα πράγματα και με μικρότητες, πράγματα φυλακισμένα σε μια Θεσσαλονίκη ή σε μια Αθήνα. Αυτό προσπάθησε να μας περάσει ο Σαμαράς, ότι η μουσική είναι μια διεθνής γλώσσα. Πέρα από αυτά τι κάνω; Αυτή τη στιγμή τελειώνω με τις σπουδές μου κι ετοιμάζω τη διπλωματική μου η οποία πρέπει να παρουσιαστεί τέλη Μαΐου. Είμαι λίγο αγχωμένος γιατί περιμένω απαντήσεις από αιτήσεις που έχω κάνει σε πανεπιστήμια στη Γερμανία για master.
Αλέξης Τσώνης (Lavart) – Οπότε προετοιμάζεσαι ήδη για μεταπτυχιακό.
Ορέστης Παπαϊωάννου – Προετοιμάζομαι για μεταπτυχιακό και αν πάνε όλα καλά θα ξεκινήσω από τον Οκτώβριο στη Γερμανία, είτε στην Ακαδημία του Αμβούργου είτε στην Ακαδημία του Λύμπεκ, που είναι μια πόλη δίπλα στο Αμβούργο κι αυτή, με καθηγητές τους οποίους επίσης θαυμάζω και θα ήθελα να δουλέψω μαζί τους.
Αλέξης Τσώνης (Lavart) – Επειδή ασχολείσαι με τη μουσική, θέλω να μου πεις ελεύθερα για το τι πιστεύεις για τη σύγχρονη μουσική τόσο για την ελληνική όσο και για την ξένη.Ορέστης Παπαϊωάννου – Θα ήθελα να πω για τη σύγχρονη μουσική αυτό που πρεσβεύει και ο καθηγητής μου, ο Σαμαράς, ότι αντιπροσωπεύει μια ανθρωπιστική πλευρά της μουσικής. Αυτό σημαίνει ότι γράφοντας ένα σύγχρονο έργο κάποιος δεν απευθύνεται μόνο σε μια πολύ μικρή συγκεκριμένη ομάδα ατόμων τα οποία είναι μουσικά εξοικειωμένα και πολύ καλά διαβασμένα ώστε να την κατανοήσουν, όχι. Η μουσική μπορεί ν’ απευθύνεται και σ’ έναν μέσο ακροατή, όπως και η τέχνη γενικότερα, η οποία μπορεί αν όχι να γίνει απόλυτα κατανοητή, να έχει να προσδώσει κάτι. Γιατί και οι μεγάλοι συνθέτες στην εποχή τους δεν ήταν και οι πιο προσιτοί. Τον Μπετόβεν τον περνούσαν για τρελό στα τελευταία του έργα. Ο μοντερνισμός στα μέσα του 20ου αιώνα πειραματίστηκε με την αποδόμηση των εννοιών, όπως είναι η αρμονία και όλοι οι κανόνες, όπως ο χρόνος ή όπως η έννοια του να παίζεις, του να είσαι εκτελεστής και ηθοποιός. Αυτοί οι πειραματισμοί, νομίζω, έφτασαν σ’ ένα σημείο κορεσμού. Δηλαδή έχουν γίνει όλα και αυτό που εμένα μ’ ενδιαφέρει να κάνω πλέον είναι όχι ν’ ανακαλύψω καινούργια μονοπάτια που θα καταργήσουν αυτές τις έννοιες, αλλά να δημιουργήσω κάτι δικό μου, το οποίο θα στηρίζεται σ’ αυτές και θα μπορεί ν’ απευθύνεται στον οποιοδήποτε και ο καθένας να έχει να κερδίσει κάτι απ’ αυτό. Μ’ αυτό ασχολούμαι τώρα και στη διπλωματική μου, που πραγματεύεται τη μουσική του μεταμοντερνισμού, η οποία ουσιαστικά έκανε ένα άλμα προς το παρελθόν και προσέγγισε κάποια πράγματα λίγο πιο συντηρητικά, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι επαναλαμβάνεται. Προσπάθησε, δηλαδή, να δημιουργήσει καινούργια πράγματα, βασιζόμενη στα ήδη υπάρχοντα. Κατά την άποψή μου γενικά στην τέχνη η απόλυτη άρνηση του παρελθόντος δεν κάνει τόσο καλό. Με το να δημιουργεί κάποιος βλέποντας το μέλλον αλλά και έχοντας τη γνώση του παρελθόντος πίσω του, νομίζω ότι πετυχαίνει πιο ενδιαφέροντα πράγματα τα οποία θα έχουν πιο μεγάλη ισχύ στο μέλλον. Αυτό φαίνεται στο χρόνο. Αν η μουσική μου μπορεί ν’ αντέξει στο χρόνο, η επιτυχία μου εκεί θα φανεί.
Αλέξης Τσώνης (Lavart) – Είσαι 23 ετών και ήδη έχεις καταφέρει πολλά πράγματα. Έχεις μια συμβουλή, κάτι να πεις σε κάποιον νεότερο που έχει ως στόχο ν’ ασχοληθεί με τη μουσική επαγγελματικά;
Ορέστης Παπαϊωάννου – Νομίζω ότι αυτό που βοήθησε εμένα – πολύ μπανάλ αυτό που θα πω – είναι η οργάνωση ουσιαστικά του χρόνου. Ανακάλυψα ότι όσο μπαίνεις σε μια διαδικασία να δουλέψεις, τόσα πιο πολλά παίρνεις απ’ αυτό, όσο χρόνο και διάθεση αφιερώνεις στην τέχνη σού τα δίνει πίσω. Και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μπαίνεις όλο και πιο βαθιά και να μη μπορείς μετά να βγεις εύκολα. Δηλαδή παγιδεύεσαι, αλλά με την καλή έννοια. Από το δεύτερο έτος που άρχισα να δουλεύω πιο συστηματικά και πιο οργανωμένα είδα ότι αυτό αποδίδει. Και από τη στιγμή που αποδίδει, τι σημαίνει σύνθεση; Να μπορώ να εκφράσω τον εαυτό μου με τη μουσική όσο πιο κοντά γίνεται σ’ αυτό που θέλω να πω. Όσο κάποιος γράφει, αυτό σημαίνει ότι μπορεί να πει ακριβώς αυτό που σκέφτεται μουσικά. Και είναι πολύ μεγάλη ικανοποίηση να το κάνεις αυτό. Και στην εκτέλεση αν βλέπεις ότι τα δάχτυλα δεν πάνε στα πλήκτρα, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να καθίσεις. Μπορεί να βαριέσαι, αλλά αν το κάνεις, θα δεις ότι αποδίδεις πιο καλά και έτσι θα μπεις σε μια λούμπα και θα προσπαθείς να βγάζεις και το καλύτερο από τον εαυτό σου. Άρα ξεκινούν όλα από τη δουλειά και τη γνώση. Χρειάζεται διάβασμα. Λένε ότι η μουσική είναι ταλέντο, πρέπει να το έχεις. Και πρέπει να το έχεις βέβαια, αλλά πρέπει και να επενδύσεις σ’ αυτό.
Αλέξης Τσώνης (Lavart) – Σ’ ευχαριστώ πολύ.
Ορέστης Παπαϊωάννου – Εγώ ευχαριστώ.
Συνέντευξη: Αλέξανδρος Τσώνης (Lavart)