Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) – Κυρία Μανέ, φέτος βλέπουμε ότι μετά από αρκετά χρόνια πετυχημένης πορείας με τον Συμβολαιογράφο του Νίκου Βασιλειάδη, που ήσασταν σ’ ένα δραματικό ρόλο περισσότερο, επανέρχεστε στην κωμωδία. Ποιο από τα δύο είδη θα λέγατε ότι σας ταιριάζει καλύτερα;
Υρώ Μανέ – Να συμπληρώσω κάτι. Ο Συμβολαιογράφος του Νίκου Βασιλειάδη είναι ένας κατά βάση δραματικός ρόλος αλλά με πάρα πολλά κωμικά στοιχεία. Και το χαρακτηριστικό του είναι αυτό, ότι ακροβατεί μεταξύ κωμωδίας και δράματος. Αυτό για να μη φανεί ότι ξαφνικά έκανα κάτι εντελώς δραματικό. Είναι απολύτως άλλη διαδρομή, αλλά σίγουρα έχει και τα στοιχεία που μου αρέσουν πάρα πολύ στους χαρακτήρες και στους ρόλους, να υπάρχουν και αποχρώσεις κωμικές. Αυτό σαν επισήμανση του Συμβολαιογράφου, γιατί θεωρώ ότι είναι και κομμάτι της επιτυχίας του. Τώρα, για μένα, δεν υπάρχει τι αγαπώ και τι δεν αγαπώ, σίγουρα η κωμωδία είναι ένα ευφρόσυνο, απαιτητικό και δύσκολο είδος και μου αρέσει πολύ, όταν μου δίνεται η ευκαιρία να αναμετρηθώ με χαρακτήρες που έχουν απολύτως κωμικά στοιχεία, γιατί είναι πολύ άμεση η επικοινωνία με το κοινό, δηλαδή, αντιλαμβάνεσαι αμέσως εάν έχει εισπράξει ο θεατής το αστείο. Αλλά σίγουρα και το οτιδήποτε δραματικό είναι πολύ ενδιαφέρον και πολύ καλό για μένα όταν συμβαίνει. Έχω καταχωρηθεί περισσότερο στη συνείδηση του κοινού περισσότερο σαν ηθοποιός που έχει υπηρετήσει την κωμωδία. Μου αρέσει αυτό, γιατί είναι ένα είδος πολύ δύσκολο. Νομίζω ότι υπάρχουν πολλοί ηθοποιοί που έχουν υπηρετήσει άξια δραματικούς ρόλους ρεπερτορίου, αλλά δεν τους είναι τόσο εύκολο να μεταπηδήσουν στην κωμωδία, ακριβώς γιατί είναι πολύ ιδιαίτερο είδος, έχει πολύ μεγάλες απαιτήσεις που έχουν να κάνουν πολύ με το ρυθμό, και με τον τρόπο που θα πεις την ατάκα, ώστε ο κόσμος να γελάσει. Έχει κάποιες ιδιαίτερες τεχνικές, θα έλεγα, εκτός από το γεγονός ότι κάποιος έχει ένα φυσικό χάρισμα στην κωμωδία.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) – Ουσιαστικά αυτή η αμεσότητα είναι που σας συναρπάζει.
Υρώ Μανέ – Ακριβώς, η αμεσότητα και η απεύθυνση στο κοινό, δηλαδή, έχεις περισσότερο αυτήν την ευχέρεια, ενώ ο δραματικός ρόλος είναι περισσότερο εσωστρεφής, πρέπει να έχεις απόλυτη σχέση πιο πολύ με σένα και μετά με το κοινό σου.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) – Φέτος, ο Εξηνταβελόνης, όπου σας συναντάμε σ’ αυτό το έργο, στο Εθνικό Θέατρο, είναι ένα πολυπαιγμένο έργο αλλά και πολύ μακρινό θα έλεγα. Έχει γραφτεί το 1816. Κατά τη γνώμη σας είναι επίκαιρο; Και ποια είναι τα στοιχεία που το καθιστούν επίκαιρο;
Υρώ Μανέ – Νομίζω ότι είναι πάρα πολύ επίκαιρο και αυτό το δείχνει και η προσέλευση του κόσμου, η αγάπη του και η ανταπόκρισή του. Ο Φιλάργυρος δεν είναι μόνο ένας χαρακτήρας που απηχεί το πρόβλημα ενός ανθρώπου, το πάθος του σε σχέση με τα χρήματα και με τα υλικά αγαθά συνολικότερα. Καθώς είναι ένα έργο από τον Οικονόμου, την περίοδο του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, απηχεί και μεταφέρει όλο αυτό το κλίμα που έφερε και η όλη ιδεολογία του Διαφωτισμού, αυτή η τάση προς το καινούργιο και η κατατρόπωση του παλιού. Τουλάχιστον εγώ σαν τέτοιο έργο το βλέπω. Έτσι το έχω καταχωρήσει μέσα μου και θεωρώ ότι αυτό το πράγμα απηχεί και η παράστασή μας, γιατί η Λίλλυ Μελεμέ που το σκηνοθέτησε αυτά ήθελε να μεταφέρει στο κοινό. Ό, τι στοιχεία παλαιά υπήρχαν στο κείμενο, εκείνη τα έφερε στα καθ’ ημάς με έναν εξαιρετικά φρέσκο τρόπο. Το πολύ σύγχρονο σκηνικό του Γαβαλά, η κινησιολογία της Κολοκοτρώνη, τα υπέροχα κοστούμια της Σύρμα, όλα αυτά σε συνδυασμό με τη μουσική του Γωγού έχουν δώσει μια τέτοια ατμόσφαιρα, που έχει γίνει σύγχρονο το έργο.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) – Αυτή είναι λοιπόν η γοητεία του θεάτρου;
Υρώ Μανέ – Ακριβώς αυτή είναι η γοητεία του θεάτρου. Αυτή είναι και η γοητεία του του δικού μας Εξηνταβελόνη.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) – Είπατε πριν ότι η φιλαργυρία είναι το βασικό θέμα της παράστασης. Υπάρχει εξάρτηση του σύγχρονου ανθρώπου από το χρήμα; Μιλώντας για τις μέρες μας σε περίοδο κρίσης.
Υρώ Μανέ – Νομίζω ότι ζούμε σε μια κατά βάση υλιστική εποχή, οπότε ο κόσμος, δυστυχώς και οι νεότερες γενιές, είναι, να μην πω εξαρτημένες, αλλά απόλυτα συνδεδεμένες με το χρήμα. Τώρα, βέβαια, στην περίοδο της κρίσης που βιώνουμε και μας διαπερνάει, ο κόσμος λιγάκι έχει επιστρέψει, θέλω να πιστεύω, στα βασικά εσωτερικά πράγματα που φτιάχνουν περισσότερο την ψυχή και που είναι και στοιχεία της ουσιαστικής επικοινωνίας με τον διπλανό του.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) – Άλλη νοοτροπία δηλαδή;
Υρώ Μανέ – Δεν νομίζω ότι έχουμε αλλάξει νοοτροπία, έχουμε θορυβηθεί για το ότι η προηγούμενη συνθήκη ήταν λίγο απατηλή και προσπαθούμε να δούμε πιο βαθιά μέσα μας, γύρω μας, να ανοίξουμε τα μάτια μας και να δούμε τι συμβαίνει πραγματικά, να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα με, όχι ακριβώς γενναιοδωρία, αλλά με νοιάξιμο για τον διπλανό μας, με συναίσθημα αλληλεγγύης, με συναίσθημα περισσότερης ευαισθησίας. Όχι μόνο έτσι αυτάρεσκα και εγωκεντρικά και ατομικιστικά, όπως ήταν την προηγούμενη περίοδο που ήταν λίγο ψευδής η κατάσταση.Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) – Άρα, αν θα θέλαμε να βρούμε κάποια θετικά πρόσημα σ’ όλη αυτήν την κατάσταση που βιώνει η χώρα, αυτά θα ήταν η ευαισθητοποίηση και η θορύβηση που είπατε;
Υρώ Μανέ – Ναι, ότι ήταν κάπως πολύ ηχηρός ο κώδωνας που ακούστηκε για τα προβλήματα και για τα καθ’ ημάς. Εγώ αυτή την αίσθηση έχω, να ανοίγουμε τα μάτια μας διάπλατα προς αυτά που γίνονται, να βγούμε από την αδράνεια. Ακόμα αδρανείς είμαστε σαν λαός και σαν άνθρωποι και σαν μεμονωμένες περιπτώσεις. Δεν έχουμε κινητοποιηθεί τόσο, ώστε να μπορέσουμε ν’ αλλάξουμε όλο αυτό το σκηνικό που συμβαίνει. Έχουμε βαλτώσει τόσο από την αδράνεια και από τη δυσκολία που βιώνουμε, που δεν ξέρουμε πώς να το χειριστούμε δυναμικά.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) – Σίγουρα δεν είμαστε τσιγκούνηδες όπως ήταν ο Εξηνταβελόνης στο έργο, αλλά μήπως έχουμε μία τσιγκουνιά συναισθημάτων; Μία τσιγκουνιά δοτικότητας;
Υρώ Μανέ – Μα ο Εξηνταβελόνης δεν απηχεί μόνο την οικονομική εξάρτηση αλλά και την ψυχική. Αυτός είναι ένας άνθρωπος μίζερος που στερεί απολύτως από τους οικείους και τους φίλους του την αγάπη και το ενδιαφέρον του.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) – Τους στερεί και αγάπη…
Υρώ Μανέ – Βεβαίως. Και είναι τόσο εξαρτημένος από τους παράδες και τα χρήματά του, που έχει απομονωθεί και συρρικνωθεί ψυχικά. Δεν μπορεί να δώσει. Άρα κατ’ επέκταση αυτό το μήνυμα που δίνει το έργο, κατά την ταπεινή μου γνώμη, είναι ότι ως δέσμιος αυτού του πάθους, αυτό το πράγμα το φέρει σε όλη την προσωπικότητά του και σε κάθε τι που έχει να κάνει με το περιβάλλον του. Δεν έχει δύναμη δοτικότητας πια. Καμία διάθεση να δει και να προσφέρει.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) – Πιστεύεται ότι ο ηθοποιός, ο καλλιτέχνης και κατ’ επέκταση ο διανοούμενος έχει έναν ηχηρό ρόλο στην κοινωνία; Ή είναι ένα επάγγελμα όπως όλα τα άλλα;
Υρώ Μανέ – Θα ήθελα να πιστεύω και έτσι πορεύομαι όλα αυτά τα χρόνια με τη λογική και με τη διαίσθηση ότι έχει έναν σημαντικό ρόλο στην κοινωνία, όταν πραγματικά με την τέχνη του μεταγγίζει πράγματα στο κοινό. Αλλά και πάλι θα πω ότι είναι απόρροια μιας συνολικότερης κατάστασης και η θέση του καλλιτέχνη στην εποχή μας και ο τρόπος που μεταφέρει ό, τι μεταφέρει, όταν δεν έχει να ζήσει, να φάει και να βιοποριστεί ο ίδιος, γιατί κάνουμε τέχνη βεβαίως για να καλυτερέψουμε τους εαυτούς μας και τη ζωή μας γενικότερα, όμως κάνουμε και ένα επάγγελμα. Οπότε όσο πεζό και αν ακούγεται, αν δεν έχεις εξασφαλίσει τη δυνατότητα να ζήσεις, πως να μπορέσεις να εμπνεύσεις πράγματα στο κοινό σου. Είναι δύσκολο. Αλλά βέβαια, θα έλεγα ότι υπάρχουν άνθρωποι και καλλιτέχνες που πραγματικά στοχεύουν σ’ αυτό, δεν εξαρτώνται μόνο από τα χρήματα, δεν έχουν μονόδρομο το να κερδίσουν λεφτά, αλλά δίνουν περισσότερη σημασία στην ουσία, στο τι θα μεταφέρουν και τι θα εμπνεύσουν και στο κοινό τους. Αυτό είναι και το παρήγορο κιόλας. Αλλά συνολικότερα η άποψή μου είναι αυτή, ότι βεβαίως ο καλλιτέχνης πρέπει να μπορεί να δημιουργεί, να ανοίγει δρόμους και να εμπνέει.Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) – Ποια είναι τα δικά σας κριτήρια για την προσωπική σας συμμετοχή σε μια θεατρική αλλά και τηλεοπτική παραγωγή;
Υρώ Μανέ – Να φέρει τα εχέγγυα ότι θα έχει όλα αυτά τα πράγματα που είπα προηγουμένως. Είτε τηλεοπτικό είναι αυτό είτε θεατρικό, να νιώθω ότι πραγματικά προσφέρει κάτι. Ή να ψυχαγωγεί απόλυτα και με ωραίο τρόπο το κοινό, όπως θεωρώ ότι είναι η δουλειά που κάνει ο Αστέρας Ραχούλας ή όπως είναι η παράσταση του Εξηνταβελόνη, που νιώθω ότι πραγματικά επί σκηνής όντως ποιούμε ήθος και προσφέρουμε κάτι πολύ όμορφο και πολύ ευφρόσυνο στο κοινό που έρχεται και μας τιμάει.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) – Είχατε πει σε συνεντεύξεις σας παλαιότερα ότι δεν επιστρέφατε στην τηλεόραση, επειδή δεν σας αντιπροσώπευε κάποια από τις προτάσεις που σας γίνονταν. Τι είναι αυτό που σας κέντρισε το ενδιαφέρον στη φετινή επιστροφή σας;
Υρώ Μανέ – Ότι νιώθω ασφάλεια, από την ώρα που διάβασα τα κείμενα μέχρι την ώρα που συστάθηκε όλη η ομάδα των συντελεστών, και ότι γίνεται για την τηλεόραση κάτι πραγματικά ποιοτικό που σε κάνει να χαίρεσαι και να μην το κάνεις μόνο για τα λεφτά. Αυτή είναι η χαρά που παίρνω εγώ από τον Αστέρα Ραχούλας. Δεν ξέρω αν το έχετε δει ποτέ, πραγματικά έχει μια ποιοτική διαφορά από τις άλλες σειρές και μάλιστα από σειρές που κάποιοι περίμεναν ότι θα είναι πάρα πολύ καλές γιατί έχουν δώσει άλλα δείγματα. Βλέπεις, λοιπόν, ότι στην τηλεόραση τίποτα δεν είναι σίγουρο και παίζουν ρόλο τα πάντα, από τους συντελεστές στην παραγωγή, από τους ηθοποιούς, από το κείμενο, όλα είναι μία μίξη πραγμάτων.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) – Για να υπάρξει μια συνεργασία, πρέπει να υπάρχει ένα καλό κλίμα ανάμεσα στους συναδέλφους…
Υρώ Μανέ – Να είναι μια παραγωγή που να χαίρεσαι που παίζεις σ’ αυτό το σίριαλ, να είναι όλα προσεγμένα, να ξέρεις ότι δουλεύεις και θα πάρεις τα λεφτά σου, όπως γίνεται σ’ αυτή τη δουλειά και δεν θα σου χρωστάνε, δεν θα πας στα δικαστήρια, δηλαδή, να υπάρχει μια ασφάλεια σ’ αυτό το τοπίο, το γκρίζο και το ανασφαλές που ζούμε. Και κυρίως το καλλιτεχνικό κομμάτι, που είναι το πρώτιστο σ’ αυτή τη δουλειά που κάνουμε, γιατί πρέπει τουλάχιστον για μένα, για το δικό μου κριτήριο, μιας και γι’ αυτό μιλάμε, να φέρει την ταυτότητα όλων αυτών που είπα πριν. Αν όχι στο απόλυτο, τουλάχιστον να πλησιάζει.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) – Γενικά όσο περνάει από το χέρι σας, κρατάτε αυστηρά τους ίδιους συνεργάτες; Είστε ανοιχτή σε ανθρώπους που δεν γνωρίζετε τόσο πολύ τη δουλειά τους να τους εμπιστευθείτε;
Υρώ Μανέ – Μου αρέσει πάρα πολύ να εμπιστεύομαι καινούργιους συνεργάτες, είμαι πάρα πολύ ανοιχτή σε συνεργασίες, βεβαίως σίγουρα όταν μου δοθεί η ευκαιρία να βρεθώ με παλιούς αγαπημένους συνεργάτες, δεν το συζητώ, είναι υπέροχο. Αλλά νομίζω ότι είναι πολύ ωραίο να συναντάω νέα παιδιά και στο Εθνικό, και στον Αστέρα Ραχούλας, αλλά και στο καινούργιο εγχείρημά μου, που και εκεί επιλέξαμε νέα παιδιά. Στη σκηνοθεσία που θα κάνω τώρα στο Εθνικό Θέατρο, οι τρεις ηθοποιοί είναι παιδιά που επιλέχθηκαν από την ακρόαση που κάναμε και δεν τα ήξερα καν. Πήγα τελείως με το ένστικτο και βεβαίως τώρα που τους γνωρίζω στις πρόβες από κοντά είμαι πάρα πολύ χαρούμενη . Και μιλάω για τον Λευτέρη Βασιλάκη, τον Δημήτρη Γεωργιάδη, και την Ελεάνα Καυκαλά. Δε μιλάω βέβαια για την Ταμίλα Κουλίεβα και τον Κώστα Τριανταφυλλόπουλο, που είναι παλιοί συνάδερφοι, τους γνωρίζουμε πολύ καλά αλλά εγώ πρώτη φορά συνεργάζομαι μαζί τους.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) – Γενικά κυριαρχεί μια απογοήτευση στους κόλπους της νέας γενιάς, γιατί ανήκω σ’ αυτήν κιόλας, όχι μόνο στον επαγγελματικό τομέα αλλά και γενικότερα. Εσείς είστε αισιόδοξοι για το μέλλον; Πιστεύετε ότι τα πράγματα θα αλλάξουν;
Υρώ Μανέ – Εγώ πάντα λέω, όταν μου ζητείται η γνώμη μου, ότι η νέα γενιά είναι το φωτεινό σημείο. Και αυτοί οι άνθρωποι είναι που αν γίνει κάτι, αν υπάρξει κάτι, κάποια δυναμική αλλαγή, θα προέλθει από αυτούς. Εμείς σίγουρα θα είμαστε αυτοί που θα μπορέσουμε να προσφέρουμε και να εμπνεύσουμε, αλλά το δυναμικό κομμάτι το κρατάνε οι νέοι στα χέρια τους. Βέβαια, πρέπει να υπάρχει πολύ μεγάλη συνειδητοποίηση των νέων ανθρώπων και πολλή ωριμότητα. Ίσως αυτά είναι πράγματα που θα πρέπει να καλλιεργηθούν, τουλάχιστον και στο δικό μου χώρο. Και έπαρση να μην υπάρχει και να μη θεωρούνται όλα δεδομένα και αυτονόητα, το να βάζει ο ηθοποιός από την τσέπη του για να παίζει, πρέπει σιγά-σιγά όλα αυτά να αρθούν. Να δουν οι συνάδελφοί μας όλοι ακριβώς ποιο είναι το ζητούμενο, όχι το αυτονόητο, αλλά αυτό που πρέπει να είναι το αίτημα σ’ αυτή τη δουλειά που κάνουμε και συνολικότερα βέβαια και στην κοινωνία που ζούμε. Όλα είναι απόρροια μιας συνολικότερης στάσης ζωής, οπότε και οι νέοι, ανάλογα με το τι πρεσβεύουν και θέλουν να φτιάξουν, θα αντιμετωπίζουν και το επάγγελμά τους.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) – Να σας ευχαριστήσω πάρα πολύ για την ενδιαφέρουσα κουβέντα.
Υρώ Μανέ – Ευχαριστώ και εγώ πάρα πολύ.