Ο ποιητής Μάνος Ελευθερίου έγραψε το ποίημα “Στη χώρα τον αθώων” μόλις πληροφορήθηκε για τον άδικο χαμό του σπουδαστή Βαγγέλη Γιακουμάκη, ο οποίος αυτοκτόνησε μην αντέχοντας τον εκφοβισμό. Αμέσως ζήτησε από τον Μίλτο Πασχαλίδη να μελοποιήσει το ποίημα. Όπως δηλώνει ο Μίλτος Πασχαλίδης στο σημείωμα του δίσκου για τον Μάνο Ελευθερίου:
“Μόλις το είχε ολοκληρώσει και έτρεμε η φωνή του, είχε ακόμα την ταραχή της γέννας”.
Η αλήθεια είναι πως πέρασαν χρόνια μέχρι ο τραγουδοποιός να καταφέρει να “αποκρυπτογραφήσει” όλα τα συναισθήματα και να δώσει στο ποίημα την μουσική που του ταιριάζει. Το αποτέλεσμα όμως είναι καθηλωτικό. Την θλίψη του ποιητή μας μεταφέρουν με την ερμηνεία τους ο Μίλτος Πασχαλίδης και ο Γιώργος Νταλάρας. Ακολουθεί το βίντεο:
You are currently viewing a placeholder content from YouTube. To access the actual content, click the button below. Please note that doing so will share data with third-party providers.
ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΑΘΩΩΝ
Πώς είναι ο έρωτας γραμμένος στο πετσί μας.
Με γράμματα άραγε ή μαύρους αριθμούς;
Αίμα θηλάζει κι η Ελλάδα κι η ζωή μας
Και οι εχθροί είναι εραστές με εκβιασμούς.
Των δράκων γάλα πίνουν μόνο και φαρμάκι.
Κρίμα. Δεν γνώρισες τον Κώστα Καρυωτάκη.
Στους ουρανούς θ’ αναγνωρίσουνε ποιος ήσουν.
Ξέρουν αυτοί. Το φωτοστέφανο χρυσό.
Φώτιζες νύχτες των ανθρώπων που θα ζήσουν
κι έχουν και θάνατο και φως μισό μισό.
Όχι τσεκούρι και μπαλτάς. Μήτε και σφαίρα.
Μ’ ένα σουγιά που κόβει φλέβες στον αέρα.
Με του Μακμπέθ πήγες τις μάγισσες, κοντά τους
να βρεις πώς σμίγει το χρυσάφι με χαλκό
κυνηγημένος απ΄ το σώμα σου στους βάλτους
βρήκες ποιός δαίμονας ξορκίζει το κακό.
Δεν παραστάθηκαν Απόστολοι εκ περάτων
Κι ας πήραν όψη τα μυστήρια των πραγμάτων.
Τι συζητούσες στον Αγρό του Κεραμέως (1)
στους κήπους του αίματος σαν μια σταλαγματιά.
Για στρατηλάτης δεν σου πήγαινε γενναίος
μήτε τσιράκι στων τραμπούκων τη στρατιά.
Ω επαρχία, επαρχία, όλα τα σφάζεις.
Τα μαχαιρώνεις και λυσσάς κι όλο σπαράζεις.
Ο Γκρέκο εδώ, ο Λόρκα εκεί. Ποιος θα κερδίσει;
Τους ξέρεις άραγε να ρίξεις μια ματιά;
Και τώρα ποιος από τους δυο θα ζωγραφίσει
την ομορφιά σου, σαν την άγρια νυχτιά.
Σ’ άγγιξαν άραγε τα φίδια κι οι αράχνες.
Τι μυστικά σού είπε το φως μέσα στις πάχνες.
Αθώοι όλοι. Σε μια χώρα των αθώων.
Δεν σε γνωρίσαμε να πιούμε έναν καφέ,
δυο τρεις κουβέντες για τους άθλους των ηρώων
γι’ αυτούς που ζούνε συντροφιά μ’ έναν χαφιέ.
Λυσσούν να σ’ εύρουν τα σκυλιά. Λυσσούν οι σκύλοι.
Κι η ομερτά (2) στις καφετέριες καντήλι.
Πώς να σου γράψω, το λοιπόν, βιογραφία
αφού οι λέξεις μου είναι μόνο της βροχής.
Ποτέ το μπλε δεν το χωρά δικογραφία.
Θυμίζει σύλληψη κι εκτέλεση εποχής.
Είμαστε άρρωστοι βαριά από νοσταλγία.
Μας περιμένουν τα τσιγκέλια στα σφαγεία.