Στάσεις, Τάσεις, Παραστάσεις
Σε τρεις παραστάσεις σταθμεύουμε σήμερα, εστιάζοντας στα κείμενά τους και στους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους η έντεχνη μυθοπλασία αγκιστρώνεται ενίοτε στην αληθινή ζωή.
ΚΘΒΕ, Κώστας Βοσταντζόγλου, «Ο Ελέφας» (σκηνοθεσία Γιάννης Λεοντάρης)
Τη σύγχρονη ελληνική επαρχία νεο-ηθογραφεί, στη σκοτεινή φάρσα του, ο Κώστας Βοσταντζόγλου, ξηλώνοντας μία μία και με σαρδόνια ιλαρότητα τις αξίες της, μαζί δε και τον σαθρό μύθο της υποτιθέμενης γραφικότητάς της. Με υφολογικές επιρροές από τον πατέρα Μποστ, με θεματικές και οπτική που συγγενεύουν με τον «Μουνή» της Λένας Κιτσοπούλου, αλλά και με το τηλεοπτικό «Κάτω Παρτάλι», ο συγγραφέας γυρίζει το τρίπτυχο «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια» το μέσα έξω και μας δείχνει τους λεκέδες στη φόδρα του, ενόσω ξεδιπλώνει – γλαφυρά γκροτέσκο – ολόκληρο το ελληνικό αντι-φολκλόρ: υποκρισία, κουτοπονηριά και ανηθικότητα, αμάθεια, συντηρητισμός και πατριαρχική βία, ρατσισμός, σεξισμός, εθνικές στρεβλώσεις, αρρωστημένοι ψυχισμοί, γλωσσικό και αισθητικό κιτς. Με άξονα τα άπλυτα της οικογένειας και των ανθρωπίνων σχέσεων, το έργο θέλει να γδάρει με το χιούμορ του και σε κάμποσα σημεία το καταφέρνει, μολονότι σε άλλα η προσπάθεια και οι προθέσεις του είναι πολύ ορατές. Η σκηνοθεσία του Λεοντάρη πάντως το στηρίζει απόλυτα, βρίσκει το μέτρο της ειδολογικής ιδιαιτερότητάς του και συγκρατεί την πληθωρικότητά του όσο και όταν χρειάζεται. Όπως και οι ηθοποιοί Σ. Καλεμκερίδου, Ν. Μαραγκόπουλος, Π. Παπαϊωάννου, Μ. Πουρέγκα, που δείχνουν να το πιστεύουν και πρόθυμα το κάνουν δικό τους, σχοινοβατώντας με ρεαλιστικό οίστρο στα όρια της τραγικωμωδίας. Τρία ιδιαίτερα σημεία για να σταθεί κανείς: η ρυθμική εκφορά δημοτικού άσματος που υιοθετείται στις αρχικές ατάκες του έργου, η ανατριχιαστική λιτότητα με την οποία τραγουδά η Καλεμκερίδου το κουπλέ από το «Γέλα καρδούλα μου» και, βέβαια, οι φακές που μαγειρεύονται επί σκηνής σε πραγματικό χρόνο: όχι μόνο γιατί έχουν δραματουργική χρησιμότητα, αλλά και γιατί απλώνουν καγχαστικά τα πλοκάμια της συγκεκριμένης «μυθοπλασίας» ως τον πραγματικό κόσμο του θεατή.
Monstrare Art Group, «Ουτοκία-Παραλλαγή στους Όρνιθες», κείμενο και σκηνοθεσία Θωμάς Βελισσάρης
Νεοσύστατη ομάδα (με ορισμένα παλαιότερα μέλη της «Εταιρότητας») που δείχνει να βρίσκει κιόλας επιθυμητούς κοινούς τόνους και ισορροπίες, σε μια προσεγμένη παράσταση που βασίζεται στους αριστοφανικούς «Όρνιθες». Στην ουσία – και ίσως εδώ έγκειται το μεγαλύτερο ενδιαφέρον τής συγκεκριμένης δουλειάς –, προτείνεται ένα εντελώς καινούργιο έργο, που υπογράφει ο σκηνοθέτης της (και ηθοποιός) Θωμάς Βελισσάρης, επιχειρώντας να μιλήσει για πολλά σημαντικά πράγματα που αφορούν τον σύγχρονο κόσμο μας. Με ισχυρή και ευχάριστα απροσδόκητη μεταθεατρική διάσταση, με πολλά διακείμενα που ανάμεσά τους θα μπορούσαν να είναι ο Μαριβώ και ο Κόνραντ, το κείμενο αλληγορεί πότε με χιούμορ και πότε μελαγχολικά για την Ευρώπη και τις δυναστικά «εκπολιτιστικές» εκστρατείες της, για τον σεβασμό στο «ξένο» και στο διαφορετικό, για κανόνες και για ελευθερία, για τα στενά καλούπια της παγκοσμιοποιημένης ομοιομορφίας και για την ανάγκη αντίδρασης στην καταπίεση, διερευνώντας αν τελικά κάτι τέτοιο είναι εφικτό μέσα από την τέχνη και κατά πόσο η τέχνη είναι ζωή. Πυκνή, στοχαστική και με αίσθηση του θεατρικού διαλόγου, η «Ουτοκία» θα μπορούσε να «πετάξει», αν δοκιμαζόταν στην αφαίρεση και αν επέλεγε έναν κεντρικό άξονα αντί για τους πολλούς. Ίσως ο Βελισσάρης ακόμη να βρίσκεται σε φάση αναζήτησης όσον αφορά τη θεατρική γραφή, όμως ευτυχώς που δεν παύει να πειραματίζεται, γιατί το βλέμμα του είναι αλλιώτικο, έχει ιδιαίτερη ταυτότητα και δυναμική. Περιμένουμε οπωσδήποτε ένα επόμενο βήμα του, που δεν θα είναι απλώς το κείμενο για μία δική του σκηνοθεσία, αλλά ένα αυτόνομο έργο, που θα πάρει δικαιωματικά τη θέση του στο ρεπερτόριο της νέας ελληνικής δραματουργίας.
Θέατρο Πορεία, Μαρίνα Καραγάτση «Το Ευχαριστημένο», σκηνοθεσία Δημήτρης Τάρλοου
Ως παράσταση που ταυτίζεται με τις αληθινές αναμνήσεις της Μαρίνας Καραγάτση, κόρης του γνωστού συγγραφέα, έχει αφηγηματική γοητεία και τις καλές στιγμές της, παραμένει ωστόσο χωρίς σκηνοθετικές εκπλήξεις. Την ίδια περίπου αίσθηση καταλείπουν και οι ερμηνείες, ενδεχομένως επειδή οι δυο μόνο μέρες στη σκηνή του θεάτρου Αυλαία δεν έφτασαν για να καλοβολευτεί η παραγωγή στον χώρο. Όμως, σε ένα γενικότερο πλαίσιο, θεωρούμε τη συγκεκριμένη δουλειά ξεχωριστή και να γιατί: όχι τόσο γιατί θέτει το ζήτημα της θεατρικής διασκευής του ιδιότυπου μυθο-βιογραφήματος «Το ευχαριστημένο» τής Καραγάτση (το δραματοποιεί η Έρι Κύργια με σαφήνεια, αν και κάπως διστακτικά, σαν να το θέλει εξωραϊσμένο και πιο ανώδυνο), όσο επειδή ο Δημήτρης Τάρλοου, εγγονός του Καραγάτση και γιος της Μαρίνας, σκηνοθετεί ουσιαστικά εδώ και καιρό την οικογενειακή του (αυτο)βιογραφία σε διαδοχικά επεισόδια. Πρώτα με τη «Μεγάλη Χίμαιρα» του παππού, ύστερα με «Το ευχαριστημένο» της μητέρας του και πρόσφατα με τον «Γιούγκερμαν» του Καραγάτση και πάλι, ο Τάρλοου «σκέφτεται» και ανατέμνει έμμεσα τον εαυτό και τις ρίζες του μέσα από τις προγονικές μυθιστορίες. Απών ο ίδιος ως πρόσωπο ή γραφέας, αλλά παρών ως σκηνοθέτης/σκηνικός auteur βιογραφεί και πλαγίως αυτοβιογραφείται μέσα από τη λογοτεχνία και το θέατρο, ιχνηλατώντας νέες συνάψεις τέχνης και πραγματικότητας. Πρόκειται μάλλον για τη μοναδική τέτοια περίπτωση στη ελληνικά σκηνικά δρώμενα, που δίνει άλλη διάσταση στον ορισμό της θεατρικής (αυτο) βιογραφίας. Αναμένουμε με ενδιαφέρον από τον Τάρλοου το επόμενο επεισόδιο ζωής.