«Έχω ένα όνειρο ότι τα τέσσερα μικρά παιδιά μου θα ζήσουν μια μέρα σ’ ένα έθνος όπου δεν θα κρίνονται από το χρώμα του δέρματός τους αλλά από το περιεχόμενο του χαρακτήρα τους…» – Μάρτιν Λούθερ Κινγκ
[dropcap size=big]Σ[/dropcap]τις 4 Φεβρουαρίου 1913, γεννιέται στην Αλαμπάμα η Ρόζα Λουίζ Μακ Κόλεϊ Παρκς. Πρόκειται για ένα έγχρωμο κορίτσι, που δεν φαίνεται να διαφέρει σε τίποτα από τα χιλιάδες άλλα, τα οποία υπομένουν περιφρόνηση και ταπεινωτικούς περιορισμούς εξαιτίας του χρώματος της επιδερμίδας τους. Οι Αφροαμερικανοί αντιμετωπίζονται από τους λευκούς σαν απόγονοι δούλων και αποτελούν πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Η Ρόζα, όμως, κρύβει μέσα της μια σπίθα επαναστατική, έτοιμη να φουντώσει.
Από μικρή θυμάται τον ταπεινωτικό διαχωρισμό έγχρωμων και λευκών στον τομέα της μετακίνησης – τα παιδιά των πρώτων πήγαιναν στο σχολείο περπατώντας, ενώ τα παιδιά των δεύτερων εξυπηρετούνταν από τα λεωφορεία. Τα χρόνια περνούν και πλέον επιτρέπεται και στους Αφροαμερικανούς να χρησιμοποιούν τα μέσα μαζικής μεταφοράς, μόνον εφόσον εισέρχονται από την πίσω πόρτα και κάθονται στις τελευταίες σειρές καθισμάτων.
«Το λεωφορείο ήταν ένα από τα πρώτα ερεθίσματα που μου έμαθαν πως υπήρχαν δύο διαφορετικοί κόσμοι. Ένας για τους λευκούς και ένας για εμάς. Σχεδόν κάθε Αφροαμερικανός στο Μοντγκόμερι είχε κάποια αρνητική εμπειρία με το λεωφορείο. Αλλά δεν είχαμε και άλλη επιλογή. Κάπως έπρεπε να μετακινηθούμε», δηλώνει αργότερα η Παρκς.
[dropcap size=big]Τ[/dropcap]ην 1 Δεκεμβρίου 1955, η Ρόζα παίρνει το λεωφορείο για να γυρίσει σπίτι της, έπειτα από μια κουραστική μέρα στο ραφτάδικο όπου εργάζεται. Κάθεται στις σειρές που προορίζονται για τους έγχρωμους επιβάτες, σε λίγο ωστόσο ανεβαίνουν τρεις λευκοί, ο ένας από τους οποίους δεν βρίσκει άδειο κάθισμα. Ο οδηγός του λεωφορείου, Τζέιμς Μπλέικ, απαιτεί να παραχωρήσει τη θέση της για να καθίσει ο άνδρας – και τότε, η Παρκς αφήνει τη σπίθα μέσα της να θεριέψει. Ευγενικά αλλά με σταθερότητα, αρνείται να σηκωθεί. Τελικά, δυο αστυνομικοί καλούνται και την κατεβάζουν βίαια από το λεωφορείο, η ίδια οδηγείται στο κρατητήριο και της επιβάλλεται πρόστιμο.[dropcap size=big]Μ[/dropcap]ια άρνηση τόσο μικρή, που τελικά αποδεικνύεται τεράστιας σημασίας. Η αφροαμερικανική κοινότητα του Μοντγκόμερι, επί 381 ημέρες, αρνείται να χρησιμοποιήσει τα λεωφορεία για τις μετακινήσεις της, ως ένδειξη διαμαρτυρίας, προκαλώντας στο σύστημα τεράστιες οικονομικές απώλειες.
Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, έγχρωμος πάστορας και πρωτοστάτης στον αγώνα για τα δικαιώματα των Αφροαμερικανών, την ημέρα της δίκης της Παρκς, εκφωνεί έναν από τους πρώτους φλογερούς του λόγους. Το κίνημα γιγαντώνεται, μαζί και οι βιαιότητες των λευκών απέναντι στους έγχρωμους συμπολίτες τους. Ξεσπούν αναταραχές, ωστόσο το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω.
[dropcap size=big]Σ[/dropcap]τις 13 Νοεμβρίου του 1956, το Ανώτατο Δικαστήριο αποφασίζει ότι οι νόμοι φυλετικού διαχωρισμού στο Μοντγκόμερι είναι αντισυνταγματικοί. Την επόμενη κιόλας μέρα, η Ρόζα Παρκς και ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ επιβιβάζονται σ’ ένα λεωφορείο. Η Παρκς κάθεται στην πρώτη θέση, δίπλα στον οδηγό. Κανείς δεν τολμά να της κάνει παρατήρηση.
«Όλοι λένε ότι δεν άφησα τη θέση μου, επειδή ήμουν κουρασμένη, αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Δεν ήμουν κουρασμένη σωματικά. Είχα κουραστεί να υποχωρώ», δηλώνει συγκινημένη.
Το 1996, της απονέμεται το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας, για τη συμβολή της στην εξάλειψη του ρατσισμού στις Η.Π.Α. και μετά το θάνατό της, η σορός της εκτίθεται σε λαϊκό προσκύνημα.