Σαν σήμερα, 27 Αυγούστου

Η «ξυπόλυτη ντίβα Cesária Évora».
Αφιέρωμα σε μια μεγάλη καλλιτέχνιδα.

[dropcap size=big]Μ[/dropcap]ια γλυκόπικρη γιορτή. Αυτό είναι η μουσική της Cesária Évora. Το συναίσθημα σε «πλημμυρίζει» κι ας μην καταλαβαίνεις τους στίχους που σου τραγουδά. Κιθάρες, κλαρινέτα, μαράκας, ακορντεόν και βιολιά σε ωθούν σε έναν αργό χορό και η μαγική μελωδικότητα της φωνής της σου δείχνει τα βήματα. Βυθίζεσαι σε μια μεθυστική νοσταλγία και αφήνεσαι στους μελαγχολικούς ρυθμούς της.

Η βασίλισσα των morna, της ιδιότυπης μπλουζ του Cabo Verde, αντλούσε αυτή την υπέροχη θλίψη που διοχέτευε στο τραγούδι της από τους μεγάλους πόνους της ζωής της. Τα παιδικά της χρόνια ήταν σκληρά. Η οικογένειά της ζούσε στα όρια της ανέχειας και στην τρυφερή ηλικία των επτά έχασε τον πατέρα της, από τον οποίο, όπως έλεγε και η ίδια, κληρονόμησε την αγάπη της για τη μουσική. Τρία χρόνια αργότερα, κατέληξε στο καθολικό ορφανοτροφείο του Mindelo, καθώς η μητέρα της δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να αναθρέψει και τα έξι παιδιά της. Εκεί ανακάλυψε το ταλέντο της στο τραγούδι, όταν επιλέχθηκε για την χορωδία του ιδρύματος, αλλά ήταν στα 16 της, όταν η τύχη τής χαμογέλασε για πρώτη φορά. Δουλεύοντας ως ράφτρα γνώρισε έναν ναυτικό, ο οποίος, όταν συνειδητοποίησε πόσο ταλαντούχα ήταν η Cesária, την παρότρυνε να ασχοληθεί με τα morna επαγγελματικά πείθοντάς την να τραγουδήσει σε μερικά νυχτερινά μαγαζιά στα οποία σύχναζαν οι συνάδελφοί του. Αν και διστακτική, η Cesária δέχθηκε κάνοντας το πρώτο δειλό της βήμα στη μουσική της καριέρα.cesariaevoraΜέσα σε μερικά χρόνια η απήχησή της εκτοξεύτηκε. Τραγουδούσε σε μαγαζιά, ξενοδοχεία, ακόμη και σε πλοία στα λιμάνια του Mindelo, ενώ οι μουσικές της είχαν κατακλύσει τους ραδιοφωνικούς σταθμούς του Cabo Verde. Όμως παρά την φήμη της οι αμοιβές ήταν πάντοτε πενιχρές και καθώς τα χρόνια περνούσαν η ανάγκη της για οικονομική και επαγγελματική σταθερότητα γινόταν ολοένα και πιο επιτακτική. Μην βρίσκοντας διέξοδο και βλέποντας ότι η μουσική της καριέρα βρισκόταν σε τέλμα, αποφάσισε να διακόψει ολοκληρωτικά την ενασχόλησή της με τη μουσική. Η ίδια περιγράφει τα χρόνια που ακολούθησαν ως «σκοτεινά». Ερωτικές απογοητεύσεις, οικονομικές δυσκολίες και η ανικανοποίητη λαχτάρα της να επιστρέψει στη μουσική σκηνή την έφεραν στα όρια του αλκοολισμού. Όμως η πατρίδα της δεν μπορούσε να της προσφέρει τις ευκαιρίες που αποζητούσε και η ίδια άρχισε να πιστεύει ότι το απατηλό της όνειρο για διασημότητα θα έμενε για πάντα ανεκπλήρωτο.

cesaria-03[dropcap size=big]Π[/dropcap]έρασαν αρκετά «σκοτεινά» χρόνια για την Cesária, όμως το 1985, σαν από μηχανής θεός, ο Bana, συμπατριώτης της και επιτυχημένος μουσικός στην Πορτογαλία, την προσκάλεσε να τραγουδήσει στο πλευρό του στη Λισαβόνα. Όπως ήταν λογικό, η Cesária άρπαξε όσο πιο γερά μπορούσε αυτή την «χείρα βοηθείας» που της δόθηκε θέλοντας να ξεφύγει μια για πάντα από τον βάλτο μέσα στον οποίο είχε βυθιστεί τα τελευταία χρόνια. Έτσι, στα 45 της χρόνια, έκανε την πρώτη της ευρωπαϊκή εμφάνιση και το αποτέλεσμα ήταν εκπληκτικό. Στις εμφανίσεις της έμοιαζε να υπνωτίζει το κοινό και γρήγορα τράβηξε την προσοχή των παραγωγών. Η επιτυχία της ήταν ασυγκράτητη και τον επόμενο χρόνο δέχθηκε την πρόσκληση του Jose da Silva να ηχογραφήσει το πρώτο της επίσημο άλμπουμ. Το Cesária κυκλοφόρησε το 1987 και πλέον το μουσικό της μέλλον διαγραφόταν λαμπρό. Τον επόμενο αμέσως χρόνο, γνώρισε την αποθέωση με το άλμπουμ που ονόμασε La Diva Aux Pieds Nus (Η Ξυπόλυτη Ντίβα)  ως αναφορά τόσο στην ταπεινή της αρχή όσο και στο γεγονός ότι συχνά εμφανιζόταν ξυπόλυτη στη σκηνή.

Μετά από τόσα χρόνια δίψας για δημιουργία και αναγνώριση η Cesária μετά βίας μπορούσε να συγκρατηθεί. Συνεχώς ηχογραφούσε καινούργιο υλικό και συμμετείχε σε συναυλίες συμπατριωτών της αλλά κανόνιζε πλέον και δικά της solo live. Κάθε χρόνο κυκλοφορούσε και από ένα καινούργιο άλμπουμ και όλα ανεξαιρέτως σημείωναν τεράστια επιτυχία. Οι υποψηφιότητες και τα βραβεία διαδέχονταν το ένα το άλλο και το 2003, όταν πλέον είχε διακριθεί στην παγκόσμια μουσική σκηνή, κέρδισε το Grammy στην κατηγορία World Music στα 62 της χρόνια. Συνέχισε ακάθεκτη με συνεργασίες και ακόμη περισσότερα άλμπουμ αγνοώντας την επιδείνωση της υγείας της. Όταν πλέον της ήταν αδύνατον να συνεχίσει, αποφάσισε να γυρίσει στην πατρίδα της. Εκεί απ’ όπου ξεκίνησε, στο Mindelo, άφησε την τελευταία της πνοή γνωρίζοντας πολύ καλά ότι η ιστορία της αποτελούσε πηγή έμπνευσης όχι μόνο για τους συμπατριώτες της αλλά για τον κόσμο ολόκληρο.

Η «ξυπόλυτη ντίβα» έκανε τον πόνο της τραγούδια, στους ρυθμούς των οποίων ακόμη και η ψυχή σου φαντάζει να λικνίζεται. Σε αγκαλιάζει με τη φωνή της καθώς χορεύεις με τις στενοχώριες σου. Σ’ αυτή τη γλυκόπικρη γιορτή που λέγεται «ζωή».

[su_youtube url=”https://www.youtube.com/watch?v=ERYY8GJ-i0I” width=”200″ height=”100″ responsive=”no”]

[su_youtube url=”https://www.youtube.com/watch?v=ky5yjog0O0k” width=”200″ height=”100″ responsive=”no”]

[su_youtube url=”https://www.youtube.com/watch?v=3zRvGBxSMvM” width=”200″ height=”100″ responsive=”no”]

[su_youtube url=”https://www.youtube.com/watch?v=I2JFelZF_SY” width=”200″ height=”100″ responsive=”no”]

Πηγές φωτογραφιών: 123

Κείμενο: Γεωργιάδης Κωνσταντίνος (Lavart)

Μοιράσου το

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

YelloWizard.gr
YelloWizard.gr
YelloWizard.gr