Οδυσσέας Ελύτης, ένας σπουδαίος Νομπελίστας
Υμνεί το φως της Ελλάδας, την καθαρότητα του τοπίου, τον πολιτισμό της
Στις 2 Νοεμβρίου 1911 γεννιέται στο Ηράκλειο της Κρήτης το έκτο παιδί του Παναγιώτη Αλεπουδέλλη και της Μαρίας Βρανά, ο Οδυσσέας. Τα παιδικά του χρόνια είναι ήρεμα – με μοναδική εξαίρεση τη δυσμένεια στην οποία υποπίπτει η οικογένειά του εξαιτίας της στενής της σχέσης με το Βενιζέλο.
Μέχρι την ενηλικίωσή του περνά ευτυχισμένα καλοκαίρια στην Κρήτη, τις Σπέτσες και τη Λέσβο. Το 1923 ταξιδεύει με την οικογένειά του στην Ιταλία, την Ελβετία, τη Γερμανία και τη Γιουγκοσλαβία, γεγονός που ανοίγει τους ορίζοντές του.
Το 1930 γράφεται στη Νομική Σχολή της Αθήνας, ενώ έχει ήδη εκδηλώσει τις λογοτεχνικές του ανησυχίες. Έχει συνεργαστεί με το περιοδικό Η Διάπλασις των Παίδων, συμμετέχει στα Συμπόσια του Σαββάτου της Φιλοσοφικής Ομάδας του Πανεπιστημίου και μελετά τη σύγχρονη ελληνική ποίηση. Το 1935 γνωρίζει τον Ανδρέα Εμπειρίκο, του οποίου η υπερρεαλιστική οπτική τον συναρπάζει και αποφασίζει να συμμετάσχει ενεργά στην πνευματική ζωή της χώρας. Την ίδια χρονιά, δημοσιεύει τα πρώτα του ποιήματα στο περιοδικό Νέα Γράμματα με το όνομα Οδυσσέας Ελύτης.
Στον πόλεμο του 1940 υπηρετεί ως ανθυπολοχαγός στο Αλβανικό μέτωπο, γεγονός που τον επηρεάζει βαθιά και αποτελεί πηγή έμπνευσης για αρκετά έργα του.
Μετά τη λήξη του πολέμου και όντας πια καταξιωμένος στο χώρο της λογοτεχνίας, ταξιδεύει στην Ευρώπη, όπου παρακολουθεί μαθήματα Φιλοσοφίας. Ακολούθως μεταβαίνει στις Ηνωμένες Πολιτείες, στη Ρωσία, στην Κύπρο. Το 1965 ο βασιλιάς Κωνσταντίνος του απονέμει το παράσημο του Ταξιάρχου του Φοίνικος. Το 1972 αρνείται να παραλάβει το Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας, το οποίο είχε θεσπίσει η Δικτατορία. Ως πράξη διαμαρτυρίας για την πολιτική κατάσταση της χώρας απέχει από τα κοινά και εγκαθίσταται στο Παρίσι. Έχει δεξιές πολιτικές αντιλήψεις, επιμένει, ωστόσο, να μην αναμιγνύεται με το πολιτικό γίγνεσθαι.
Κορυφαία στιγμή για τον ίδιο και για την Ελλάδα είναι το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, με το οποίο τιμάται το 1979.
Ο Οδυσσέας Ελύτης ανήκει στη γενιά του ’30, ακροβατεί ανάμεσα στην ελληνική παράδοση και τον ευρωπαϊκό μοντερνισμό, με έντονες υπερρεαλιστικές πινελιές. Στην εργογραφία του ανήκουν Ήλιος ο Πρώτος (1943), Το Άξιον Εστί (1959), Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας (1962), Το Φωτόδεντρο και η Δέκατη Τέταρτη Ομορφιά (1971), Τα Ρω του Έρωτα (1972), Μαρία Νεφέλη (1978), Ωδή στη Σαντορίνη (1984), Δυτικά της λύπης (1995) κ.ά.
Έργα του έχουν μελοποιηθεί και ερμηνευθεί από πολλούς καλλιτέχνες, ξεχωρίζει όμως η μελοποίηση του Άξιον Εστί από τον Μίκη Θεοδωράκη.
Ο Οδυσσέας Ελύτης αφήνει την τελευταία του πνοή στην Αθήνα, στις 18 Μαρτίου 1996, από ανακοπή καρδιάς.
«Εάν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι. Που σημαίνει: με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις».
You are currently viewing a placeholder content from YouTube. To access the actual content, click the button below. Please note that doing so will share data with third-party providers.
You are currently viewing a placeholder content from YouTube. To access the actual content, click the button below. Please note that doing so will share data with third-party providers.
You are currently viewing a placeholder content from YouTube. To access the actual content, click the button below. Please note that doing so will share data with third-party providers.