Σε έναν κόσμο που έχει υποδεχτεί το νέο έτος με τις καταστροφικές πυρκαγιές που μαίνονται στην Αυστραλία και με τα οικολογικά θέματα να απασχολούν εύλογα τις κυβερνήσεις αλλά και τον μέσο πολίτη περισσότερο από ποτέ, δεν θα μπορούσαμε παρά να αφιερώσουμε το πρώτο άρθρο αυτού του χρόνου σε ένα έργο που προβληματίζεται γύρω από τη σχέση του ανθρώπου με τη φύση, δίχως ούτε στιγμή να απλουστεύει και να απλοποιεί αυτόν τον περίπλοκο δεσμό. Πρόκειται για μία από τις πιο διάσημες ταινίες-anime και φέρει τον τίτλο Princess Mononoke (μετάφραση: Πριγκίπισσα Μονονόκε) και αποτελεί έργο του διαπρεπούς και παγκοσμίως αναγνωρισμένου σκηνοθέτη anime του Studio Ghibli, Hayao Miyazaki. Το Princess Mononoke προβλήθηκε στην Ιαπωνία το 1997 σημειώνοντας τεράστια εμπορική επιτυχία, αλλά και λαμβάνοντας διθυραμβικές κριτικές. Η προβολή στις ΗΠΑ πραγματοποιήθηκε το 1999, ενώ η ταινία αποτέλεσε ένα από τα πρώτα έργα που εκτόξευσε τη δημοτικότητα των παραγωγών του Studio Ghibli στον δυτικό κόσμο.
Hayao Miyazaki
Η Ιστορία – “Δεν μπορούν οι άνθρωποι και το δάσος να ζήσουν μαζί;”
Η ιστορία τοποθετείται στην Ιαπωνία στο τέλος της περιόδου Muromachi (1338 – 1578), το έργο όμως δεν είναι ιστορικό, καθώς βρίθει από φανταστικά στοιχεία. Πρωταγωνιστής είναι ο Ασιτάκα, ο οποίος είναι πρίγκιπας των Έμισι, μίας αρχαίας φυλής που κατοικεί βορειοανατολικά, αποκομμένη από τον υπόλοιπο κόσμο. Όταν ο Ασιτάκα σκοτώνει τον Νάγκο, έναν θεό-αγριογούρουνο που το μίσος τον έχει μεταμορφώσει σε δαίμονα, μολύνεται από μία κατάρα, η οποία, όταν εξαπλωθεί, μοιραία θα του στοιχίσει τη ζωή.Η μάντισσα του χωριού τού συστήνει να φύγει δυτικά στο μέρος από το οποίο προερχόταν ο θεός και να αναζητήσει εκεί πιθανούς τρόπους για να λύσει την κατάρα. Ο Ασιτάκα όντως ταξιδεύει και ανακαλύπτει ότι στα θεόρατα δάση που απλώνονται στη Δύση το Μεγάλο Πνεύμα του Δάσους μπορεί ίσως να τον γιατρέψει. Παράλληλα ανακαλύπτει και κάτι άλλο: μία ‘μάχη’ μαίνεται, καθώς από τη μία πλευρά οι άνθρωποι με επικεφαλής τη Λαίδη Εμπόσι καταστρέφουν το δάσος χτίζοντας χυτήρια σιδήρου και από την άλλη οι αρχαίοι θεοί-ζώα του δάσους παλεύουν να το διατηρήσουν άφθαρτο. Με τους θεούς-λύκους μάχεται και ένα κορίτσι, άνθρωπος που όμως έχει μεγαλώσει μαζί τους, η Πριγκίπισσα Μονονόκε (mononoke/物の怪στα ιαπωνικά σημαίνει πνεύμα ή φάντασμα, που συνήθως ζητάει εκδίκηση).Αν η εισαγωγή στην ιστορία δίνει την εντύπωση πως το έργο αποτελεί μία απλουστευμένη αφήγηση για τον τρόπο με τον οποίο οι ‘κακοί’ άνθρωποι καταστρέφουν το περιβάλλον, ο θεατής μέλει να εκπλαγεί, γιατί ο Hayao Miyazaki δίνει ιδιαίτερη προσοχή στην περιπλοκότητα ενός τόσο σημαντικού θέματος, όπως αυτό της σχέσης του ανθρώπου με τη φύση. Οι άνθρωποι αποτυπώνονται ως πλάσματα που προσπαθούν να επιβιώσουν: στην προσπάθειά της να χτίσει ένα μέρος που να δίνει ελπίδα σε όλους για τη ζωή και το μέλλον, η Λαίδη Εμπόσι πήρε μαζί της στα χυτήρια σιδήρου άτομα που η κοινωνία θεωρεί απόβλητα, όπως πόρνες ή λεπρούς. Αλλά και οι αρχαίοι θεοί, παρά τη μεγαλοπρέπεια με την οποία απεικονίζονται, φαίνονται να διακατέχονται από δυνατά, ανεξέλεγκτα πάθη και μίσος και εύκολα να μεταμορφώνονται σε εκδικητικούς δαίμονες. Ακολουθώντας τον Ασιτάκα στο ταξίδι του, καλούμαστε κι εμείς, όπως τον συμβουλεύει και η μάντισσα του χωριού του, να “δούμε με μάτια ασυννέφιαστα από το μίσος” και μόνο έτσι, χωρίς προκατάληψη, να μπορέσουμε να κρίνουμε το δίκιο, το άδικο, τις λεπτές ισορροπίες και κυρίως να παρατηρήσουμε τι είναι άραγε αυτό που εμποδίζει τον άνθρωπο και τη φύση να συνυπάρξουν μαζί σε αρμονία.
Τα χυτήρια σιδήρου
Σίντο – Ένας θεός μέσα στο καθετί
Πριν όμως οδηγηθούμε στην όποια πιθανή λύση, θα ήταν ιδιαίτερα ωφέλιμο για την πιο ολοκληρωμένη κατανόηση του έργου να προσεγγίσουμε τον τρόπο με τον οποίο η ιαπωνική παράδοση τείνει να αντιμετωπίζει τη φύση. Πέρα από τον Βουδισμό, που κατέφθασε στην Ιαπωνία μέσω της Κορέας, υπάρχει μία γηγενής φιλοσοφική προσέγγιση ζωής, το Σίντο, η οποία συνεχίζει να συνυπάρχει στην Ιαπωνία με τον Βουδισμό έως και σήμερα. Το Σίντο αποτελεί μία φιλοσοφία που έχει ως βάση της τον ανιμισμό, την πεποίθηση δηλαδή ότι στα περισσότερα στοιχεία ή πλάσματα, όπως πχ στα δέντρα, τις πέτρες, τα ποτάμια, τα ζώα ή ακόμη και σε συγκεκριμένα μέρη, κατοικεί ένας kami, ένας θεός δηλαδή ή μία θεϊκή οντότητα. Στην πολυθεϊστική αυτή παράδοση του Σίντο, το ιερό και το φυσικό σχεδόν πάντα ταυτίζονται.
Kodama: πνεύματα που σύμφωνα με την ιαπωνική παράδοση κατοικούν στα δέντρα.
Σε μία χώρα που καλύπτεται κυρίως από βουνά και δάση με χλωρίδα και πανίδα απαράμιλλης ομορφιάς, η εμφάνιση μίας τέτοιας παράδοσης δεν μας προκαλεί ίσως καμία απολύτως έκπληξη. Κομμάτι αυτής της οπτικής αποτελεί και ο κόσμος του Princess Mononoke, το πρόβλημα όμως είναι ότι σε αυτόν τον κόσμο το δέος με το οποίο μέχρι πρότινος ο άνθρωπος αντιμετώπιζε τη φύση, βλέποντας σε καθετί γύρω της έναν μικρό ή μεγαλύτερο θεό, έχει αρχίσει να κλονίζεται. Όπως στην ταινία οι άνθρωποι όντως καταφέρνουν να σκοτώσουν το Μεγάλο Πνεύμα του Δάσους, με τον ίδιο τρόπο και στην πραγματική ζωή, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Hayao Miyazaki σε συνέντευξή του, οι άνθρωποι άρχισαν κατά την σύγχρονη εποχή να αντιμετωπίζουν τη φύση με τρόπο που κατάφερε να σκοτώσει το μυστήριο και το δέος που τύλιγε τον φυσικό κόσμο κατά το παρελθόν. Ο ιερός τόπος που βρίσκεται στα άδυτα του δάσους, σύμφωνα με την ιαπωνική παράδοση, τόσο βαθιά που κανένας άνθρωπος δεν έχει καταφέρει ή τολμήσει ποτέ να προσεγγίσει, μεταμορφώνεται σε ένα μέρος που η ανθρώπινη περιέργεια θέλει να καταπατήσει, να δαμάσει και να εκμεταλλευτεί. Η πίστη ότι ο θάνατος ενός δέντρου, ζώου ή δάσους, οτιδήποτε μπορεί να κρύβει μέσα του έναν θεό, μπορεί να αποτελέσει κατάρα για τον αυτουργό μετατράπηκε στην αλαζονική πεποίθηση ότι όσο περισσότερο εξουδετερώσει ο άνθρωπος τη φύση γύρω του τόσο περισσότερο θα ωφελεί η κοινωνία του και ο ίδιος θα μπορέσει να ευημερήσει.
Το Μεγάλο Πνεύμα του Δάσους
Τέλος; – “Κοίτα με μάτια ασυννέφιαστα από το μίσος”
Όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, ο ίδιος ο Hayao Miyazaki τονίζει σε συνέντευξή του για το Princess Mononoke ότι το να μιλούμε για το περιβάλλον ή για το οποιοδήποτε οικολογικό ζήτημα δεν συνεπάγεται ότι πρέπει να δαιμονοποιούμε την ανθρώπινη δράση. Ουσιαστικά αυτό που προκαλεί τους προβληματισμούς μας δεν είναι τόσο η ανθρώπινη επιρροή, όσο η απερίσκεπτη ανθρώπινη επιρροή, που δεν λαμβάνει υπόψιν της τις απαραίτητες ισορροπίες του φυσικού κόσμου, ενός φυσικού κόσμου στον οποίο κατέχει ένα πολύ μικρό και περιορισμένο μέρος συγκριτικά με όλα τα άλλα είδη και πλάσματα που κατοικούν πάνω στον έμβιο πλανήτη μας. Αν δεν δούμε όντως με μάτια που δεν σκιάζονται από μίση, οφέλη, πάθη και προκαταλήψεις, όπως ακριβώς ο Ασιτάκα καλείται να κάνει κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του, πώς θα μπορέσουμε άραγε να εξελιχτούμε κι άλλο χωρίς να καταστρέψουμε τα πάντα και συνεπώς να αυτοκαταστραφούμε;
Κείμενο: Αντιγόνη Σιώμου (Lavart)
Πηγές Φωτογραφιών: 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7.