Ο πόνος δεν είναι ποτέ μόνος
[dropcap size=big]Ε[/dropcap]κεί που υπάρχει πόνος, δεν υπάρχει μόνο πόνος. Ή αλλιώς, ο πόνος δεν είναι ποτέ μόνος. Εάν μιλούσαμε, αντιθέτως, για έναν πόνο μονάχο και ολοκληρωτικό, η φράση του Μπέκετ θα ήταν μια σοφή προειδοποίηση: «Το να είσαι μονάχα πόνος, πόσο αυτό θα απλοποιούσε τα πράγματα! Να είσαι τελείως αξιοθρήνητος! Αυτό όμως θα ‘ταν ανταγωνισμός, και μάλιστα αθέμιτος». Έστω, λοιπόν, ότι ένας άνθρωπος είναι «ολόκληρος πόνος», ότι, εν τέλει, ο πόνος είναι εντελώς μόνος. Μα τότε είναι που το ρητό του συγγραφέα θα επιβεβαιωνόταν.
Ο πόνος δεν έχει το δικό του, προσωπικό βίο, αλλά υφίσταται παράλληλα με το εξής στοιχείο: Αυτό που τείνει να αφανιστεί από μέσα μας. Η τάση αυτή είναι που προκαλεί την άφιξη του πόνου. Και το στοιχείο αυτό δε θα το ορίσουμε ως «αντίθετο» του πόνου, αλλά θα του δώσουμε το εξής όνομα: Προσωπικότητα. Ο πόνος, επομένως, προκύπτει από την αλλοίωση των αυθεντικών μας χαρακτηριστικών. Ή, αν θέλετε, είναι το αίσθημα μέσω του οποίου αντιλαμβανόμαστε αυτή την αλλοίωση. Τα χαρακτηριστικά αυτά δεν είναι τα οποιαδήποτε υπερασπιζόμαστε για να αποδεχτούμε το εγώ μας με την προχειρότητα που επιτάσσουν τα κλισέ μιας εποχής (Να τα ‘χεις καλά με τον εαυτό σου, αποδέξου τα ελαττώματα σου, δεν είμαστε και θεοί, άνθρωποι είμαστε και κάνουμε λάθη). Γιατί θα μπορούσε να πει κανείς «Έτσι είμαι, κι άμα σου αρέσει». Όχι. Για να μην υπάρξουν παρερμηνείες ως αυθεντικά χαρακτηριστικά θα θεωρήσουμε εκείνα που ανεβάζουν τον άνθρωπο σκάλες, εκείνα όπου ο ίδιος χρειάζεται, προκειμένου να λύσει τα δεσμά των στερεοτύπων και να αποχωρήσει από το Σπήλαιο που ο Πλάτωνας περιγράφει. Όταν τα αυθεντικά χαρακτηριστικά κινδυνεύουν να αφανιστούν, τότε ο πόνος επισκέπτεται το εσωτερικό, αλλά και το εξωτερικό του σώματός μας. Συνεπώς, ο φόβος της απώλειας προσημαίνει και την άφιξη του πόνου, της απώλειας, δηλαδή, όσων μας κρατούν ψηλά. Και ψηλά μας διατηρεί η επιδίωξη της γνώσης, η εναρμόνιση του σώματος με το μυαλό, και καταληκτικά, η ελευθερία του καθενός. Είναι ο πόνος, λοιπόν, εκείνος που επισημαίνει ποια στοιχεία πρέπει να διατηρήσουμε καθώς πονούμε, τούτα που υπάγονται στη δική μας ελευθερία, όσο της επιτρέπεται να ενσαρκωθεί σε ένα τοπίο προκαταλήψεων και ηθικών εξαγγελιών. Είναι ο πόνος το κάτι, που σε σχέση με κάτι άλλο εμφανίζεται προκειμένου το κάτι άλλο να μην υποκύψει, αλλά να αναταθεί, να επιβληθεί ή και να προκύψει ενισχυμένο από τον πόνο. Εάν ο πόνος εμφανιζόταν μονάχος, για να επιστρέψουμε στη φράση του Μπέκετ, θα εγκυμονούσε την αποχώρηση του χαρακτηριστικού σε σχέση με το οποίο παράγεται. Στην περίπτωση αυτή η προσωπικότητα θα εκμηδενιζόταν, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι ως «πόνοι ολόκληροι» να την αναζητούν σε άλλους ανθρώπους με τη μορφή ανταγωνισμού. Καθώς όποιος είναι «ολόκληρος πόνος», παύει να «είναι» γενικά, και οδηγείται βασανιστικά στο τοπίο της ζήλειας, στην επιθυμία του «να χαθεί ο άλλος, αφού είμαι χαμένος εγώ». Πονάτε μισοί…
Κείμενο: Γιώργος Χιώτης (Lavart)