Από που προέρχεται, λοιπόν, ο όρος λᾶοτόμος και τι σημαίνει ;
Σύμφωνα με το λεξικό “F.Montanari” ο όρος λᾶοτόμος είναι σύνθετος. Συγκεκριμένα, προέρχεται από τη λέξη «λᾶας» που στη γενική γίνεται λᾶος και σημαίνει πέτρα, βράχος. Την συναντάμε στην Ιλιάδα του Ομήρου 7.268 «Αἴας πολὺ μείζονα λᾶαν ἀείρας ἧκ᾽ ἐπιδινήσας» (=Βράχον πολύ τρανότερον εσήκωσεν ο Αίας). Μια άλλη σημασία που αποδίδεται στη λέξη «λᾶας» είναι πολύτιμος λίθος. Το δεύτερο συνθετικό προέρχεται από το ουσιαστικό «τόμος» που σημαίνει τεμάχιο, κομμάτι και παράγεται από το ρήμα «τέμνω» που σημαίνει κόβω, τραυματίζω, καταστρέφω, ακρωτηριάζω. Λᾶοτόμος, λοιπόν, ονομάζεται εκείνος που κόβει την πέτρα, ο λιθοξόος, ο λιθοτόμος, αυτός δηλαδή που εξορύσσει πέτρες από τα λατομεία.
Τα λατομεία και τα λατομικά ορυκτά
Τα λατομεία είναι χώροι εκσκαφής λατομικών ορυκτών. Τα λατομικά ορυκτά είναι όσα δεν ανήκουν στα μεταλλευτικά ορυκτά. Είναι όμως τα μάρμαρα και οι φυσικοί λίθοι, τα αδρανή υλικά και τα βιομηχανικά ορυκτά. Ειδικότερα, τα μάρμαρα αποτελούν διάφορα πετρώματα με ποικίλα χρώματα, εξορυσσόμενα σε όγκους. Από την άλλη, οι φυσικοί λίθοι είναι οι ασβεστολιθικές πλάκες που χρησιμοποιούνται ως δομικά υλικά. Επιπλέον, στη κατηγορία των αδρανών υλικών εντάσσονται τα υλικά διαφόρων διαστάσεων τα οποία παράγονται από τη λήψη φυσικών αποθέσεων θραυσμάτων, καθώς και από την εξόρυξη πετρωμάτων. Τα συγκεκριμένα, είτε μετά από θραύση είτε μετά από λειοτρίβηση, χρησιμοποιούνται για την δημιουργία σκυροδερμάτων ή για οικοδομικά υλικά. Τέλος, βιομηχανικά ορυκτά είναι όλα τα λατομικά υλικά πέρα από τα μάρμαρα και τα αδρανή υλικά και ορισμένα από αυτά είναι η κιμωλία, ο γύψος, ο χαλαζίας και ο άργιλος.
Δείτε επίσης:
Ποια η ετυμολογία του όρου πτυελοδοχείο και ποια η ιστορία του;
Κείμενο: Δήμητρα Γκαμπλιά (Lavart)