Η πρώτη καταγεγραμμένη δολοφονία του αστυνομικού μυθιστορήματος
[dropcap size=big]Σ[/dropcap]ΟΚ ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ: Μητέρα βρέθηκε στην αυλή του σπιτιού της νεκρή. Πολλαπλά οστά σπασμένα, σχεδόν θρυμματισμένα σε λευκή, άστατη σκόνη. Το κεφάλι της ΞΕΚΟΛΛΗΣΕ κατά την μετακίνηση της σωρού, όντας κρατημένο στη θέση του από δυο μονάχα κορδέλες σάρκας. Η κόρη εντοπίστηκε στην μπουκωμένη καμινάδα, ΣΤΡΑΓΓΑΛΙΣΜΕΝΗ.
[dropcap size=big]«Ο[/dropcap]ι δολοφονίες της οδού Μοργκ» του Άγγλου μάστορα του γκροτέσκου, Έντγκαρ Άλαν Πόε, έθεσαν το θεμέλιο για τη δομή, τη δράση άλλα και το περιεχόμενο για ένα ολοκληρωτικά νέο είδος λογοτεχνικής ιστορίας, το αστυνομικό μυθιστόρημα. Δημοσιευμένη πρώτη φορά το 1841 στο Graham’s Magazine, η σύντομη αυτή «ιστορία συνειρμού και συλλογισμού» (όπως την κατηγοριοποίησε αργότερα ο πατέρας της) επικεντρώνεται στην προσπάθεια επίλυσης μιας παράδοξης δολοφονίας: δυο γυναίκες βρέθηκαν κατακρεουργημένες στο Παρίσι, με το έγκλημα να έχει λάβει χώρα στον 4ο όροφο του διαμερίσματός τους. Τα μόνα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η αστυνομία είναι η ερμητικά κλειδωμένη πόρτα του διαμερίσματος, ένα ματωμένο ξυράφι, μια τούφα γκρίζες τρίχες και δυο σακιά με χρυσά νομίσματα.
Υποδεχθείτε τον ανώνυμο αφηγητή μας, έναν απλό και καθημερινό άνθρωπο, ο οποίος θα αποτελέσει την πύλη για την εξιχνίαση σύνθετων και εξαιρετικά ασυνήθιστων περιστατικών. Όχι όμως μέσω της ενεργής δράσης, παρά με την περιγραφή και την εξιστόρηση των γεγονότων που συνδέουν την σκουριασμένη αλυσίδα της κεντρικής πλοκής. Στο επίκεντρο, λοιπόν, της ανθρώπινης αυτής εξιστόρησης, βρίσκεται ο εκκεντρικός και εξωγήινος (για πολλούς Παριζιάνους) φίλος του, ο Ωγκύστ Ντυπέν, ο προπάτορας του Σέρλοκ Χολμς και του Ηρακλή Πουαρό. Αν και πολύ πιο ιδιότροπος, πολύ πιο μοναχικός. Επιλέγοντας να λύσει την υπόθεση καθαρά και μόνο για να κορέσει τη δική του περιέργεια, ο Ντυπέν χρησιμοποιεί τη μέθοδο της παρατήρησης και υπαγωγής για να μεταπηδήσει από το Α στο Β με ασύλληπτη προσοχή και προ-νόηση, δικαιολογώντας πάντα τα βήματα που έδωσαν φόρα στα λογικά του άλματα. Έτσι, για όσους δεν τον γνωρίζουν, φαντάζει μισότρελος στην επιστήμη του, ένας μάγος των συμπτώσεων. Μετά από μια προσεκτικότερη ματιά, ωστόσο, ο αναγνώστης είναι υποψιασμένος, διακρίνοντας τη μέθοδο πίσω από την ταχυδακτυλουργία: διότι, όπως αργότερα η Αγκάθα Κρίστι και ο Άρθουρ Κόναν Ντόιλ, έτσι και ο Πόε δεν κρύβει τη λύση της υπόθεσής του πίσω από το πέπλο μιας ex machina εξήγησης. Τα στοιχεία βρίσκονται εκεί από την αρχή, με κάθε αράδα λέξεων να δίνει στον αναγνώστη ένα ακόμη γενναιόδωρο σκούντημα για την επίλυση της δολοφονίας, αφήνοντας εκείνον ν’ αποφασίσει στα πόσα σκουντήματα θα σταματήσει.
[dropcap size=big]Η[/dropcap] θεματική του έργου, σύμφωνα με τον ίδιο τον Πόε, είναι η εξάσκηση της ιδιοφυΐας στην εξιχνίαση μιας δολοφονίας, προσεγγίζοντας ένα θέμα που απασχολούσε πολύ τους πολίτες στα αστικά περιβάλλοντα της εποχής εκείνης. Αναπόφευκτα, λοιπόν, απασχόλησε την λογοτεχνία και την τέχνη. Όπως άλλωστε και σ’ όλες του τις ιστορίες, ο Πόε, ο άνθρωπος που έκρινε τον θάνατο μιας όμορφης γυναίκας ως το πιο ποιητικό θέμα στον κόσμο, εφάρμοσε την δική του «φιλοσοφία της σύνθεσης» κατά τη δημιουργία της αστυνομικής αυτής ιστορίας, μια φιλοσοφία που αγκιστρώνεται σε τρεις πυλώνες: μέγεθος (μικρό), μέθοδος (αναλυτική και όχι παρορμητική) και ενότητα του αποτελέσματος (η προ-απόφαση του δημιουργού για την συναισθηματική εντύπωση που αποσκοπεί ν’ αφήσει στο κοινό του). Κατά συνέπεια, ο τόνος, το θέμα, το σκηνικό, οι χαρακτήρες, η σύγκρουση και η πλοκή απορρέουν από το τρίπτυχο της σύνθεσης.
Ο Πόε πληρώθηκε 56 δολάρια για τις «Δολοφονίες της οδού Μοργκ». 56 δολάρια χρειάστηκαν για να δημιουργηθεί ένα νέο λογοτεχνικό είδος, μια πρωτότυπη και αστείρευτη συγγραφική μέθοδος συγγραφής: το αστυνομικό μυθιστόρημα.