Στην ιρλανδική κουλτούρα, η παμπ ήταν -και ίσως είναι ακόμα- το πιο σημαντικό μέρος κοινωνικοποίησης.
«Το σύνηθες!» είναι η έκφραση που χρησιμοποιείται συχνότερα σε μια ιρλανδική παμπ ως απάντηση στην ερώτηση «τι θα παραγγείλεις;». Και αυτό γιατί οι Ιρλανδοί είναι κάτι παραπάνω από απλοί θαμώνες στις παμπ. Δεν είναι απλώς ένας χώρος που μπορείς να διασκεδάσεις. Στις ιρλανδικές παμπ σύχναζαν τα σημαντικότερα πρόσωπα της ιρλανδικής λογοτεχνίας (είναι γνωστό ότι οι Samuel Beckett and James Joyce σύχναζαν στην παμπ Kennedy’s στο Δουβλίνο), γίνονταν οι σοβαρότερες πολιτικές συζητήσεις και, γενικά, ήταν χώρος διαμόρφωσης της ιρλανδικής ιστορίας και κουλτούρας.
Υπάρχουν πολλές μοναδικές πτυχές στην ιρλανδική κληρονομιά, τις παραδόσεις και τον πολιτισμό της και μία από αυτές είναι αναμφισβήτητα και η μουσική. Τους προηγούμενους αιώνες, η μουσική και η αφήγηση ιστοριών ήταν οι μοναδικές μορφές ψυχαγωγίας σε ένα νησί που δεν είχε ηλεκτρικό ρεύμα και όπου μόνο μια μικρή μειονότητα του πληθυσμού ήταν εγγράμματοι. Τις κρύες, σκοτεινές βραδιές, οι κάτοικοι στα μικρά ψαροχώρια της Ιρλανδίας συγκεντρώνονταν στην τοπική τους παμπ για να καθίσουν κοντά στη ζεστή φωτιά και να ακούσουν τις ιστορίες και τις μελωδίες που έπαιζαν οι ντόπιοι μουσικοί. Έτσι, ξεκίνησε μια παράδοση που διατηρείται ζωντανή από τότε, καθώς η μουσική εξακολουθεί να είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της καθημερινής ζωής στην Ιρλανδία.
Μια ιστορική αναδρομή στην παραδοσιακή ιρλανδική μουσική
Αν και μόνο τις τελευταίες δύο δεκαετίες η ιρλανδική μουσική έχει αποκτήσει αναγνώριση σε διεθνή κλίμακα, οι ρίζες της μπορούν να εντοπιστούν πριν από σχεδόν δύο χιλιάδες χρόνια, όταν οι Κέλτες έφτασαν στην Ιρλανδία. Έχοντας εγκατασταθεί στην Ανατολική Ευρώπη από το 500 π.Χ., οι Κέλτες άφησαν το σημάδι τους στους μουσικούς πολιτισμούς της Ισπανίας, της Βρετάνης (Βόρεια Γαλλία) καθώς και στη Σκωτία και την Ουαλία. Ωστόσο, στην Ιρλανδία η κέλτικη επιρροή βρήκε πρόσφορο έδαφος να εξελιχθεί και να επιζήσει με την πάροδο των χρόνων.
Η παραδοσιακή ιρλανδική μουσική ξεκίνησε ως μια προφορική παράδοση, που μεταβιβαζόταν από γενιά σε γενιά και από στόμα σε στόμα, απλά ακούγοντας τους στίχους και την μουσική. Μόλις το 1762, τα αδέρφια Neale δημοσίευσαν 49 μελωδίες παραδοσιακών ιρλανδικών τραγουδιών, σε μια προσπάθεια να γίνει μια επίσημη καταγραφή των μελωδιών. Η καταγραφή και συλλογή των παραδοσιακών ιρλανδικών μελωδιών συνεχίζεται μέχρι και σήμερα και το Ιρλανδικό Αρχείο Παραδοσιακής Μουσικής στο Δουβλίνο διαθέτει τη μεγαλύτερη συλλογή παραδοσιακής και λαϊκής μουσικής στον κόσμο.
Κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Λιμού την δεκαετία του 1840, ένα εκατομμύριο Ιρλανδοί έχασαν τη ζωή τους και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μεγάλο μέρος της παράδοσης με τη μορφή τραγουδιών, ιστοριών και μελωδιών, χάθηκε μαζί τους. Το κύμα μετανάστευσης (άνω των δύο εκατομμυρίων ανθρώπων) που ακολούθησε, αν και καταστροφικό, βοήθησε στη διάδοση της ιρλανδικής μουσικής. Χιλιάδες Ιρλανδοί απλώθηκαν σε όλο τον κόσμο και ένα ιρλανδικό μουσικό δίκτυο ιδρύθηκε γρήγορα σε πόλεις όπως η Νέα Υόρκη, το Σικάγο και η Βοστώνη, όπου υπήρχε συγκεντρωμένος ένας σημαντικός ιρλανδικός πληθυσμός.
Μέχρι τις αρχές τις δεκαετίας του ‘60, η ιρλανδική μουσική αναπαραγόταν μόνο σε ιδιωτικές κατοικίες, σε δρόμους και αγορές. Σε ορισμένα μέρη της χώρας άρχισε να αναπαράγεται στις παμπ (pub sessions) τη δεκαετία του 1930, αλλά η μουσική στις παμπ εισήχθη κυρίως μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η αναβίωση της ιρλανδικής μουσικής στις παμπς, διευκολύνθηκε κυρίως από δύο παράγοντες: τον σχηματισμό του CCÉ, μιας σημαντικής πολιτιστικής οργάνωσης που επιδίωξε να προωθήσει τον ιρλανδικό πολιτισμό και το έργο του συνθέτη Seán Ó Riada, που με την δημιουργία του μουσικού συγκροτήματος Ceoltoiri Chualann αναδιαμόρφωσε την παραδοσιακή ιρλανδική μουσική.
Σήμερα, τον 21ο αιώνα, με την ιρλανδική παραδοσιακή μουσική να απολαμβάνει κάθε επιτυχία, φαίνεται ότι το μέλλον της είναι ασφαλές. Ωστόσο, τίθενται ερωτήματα ως προς το κατά πόσο η ακεραιότητα της παραδοσιακής ιρλανδικής μουσικής έχει διαβρωθεί από τη συνεχή αναπαραγωγή των μελωδιών με διαφορετικά μουσικά στυλ.
Είδη τραγουδιών και μουσικά όργανα στις παμπ
Τα παραδοσιακά ιρλανδικά τραγούδια μπορούν να χωριστούν σε δύο πολύ γενικές κατηγορίες: τα «αργά» τραγούδια – μπαλάντες και τα «γρήγορα» τραγούδια χορού. Και οι δύο κατηγορίες καλύπτουν ένα μεγάλο φάσμα θεματολογίας που κυμαίνεται από το βαθιά πολιτικό έως το ενδεχομένως άσεμνο, από την τραγωδία μιας ερωτικής απογοήτευσης έως την τραγωδία μιας απεργίας ζυθοποιίας, από τον επαναστατικό θρίαμβο μέχρι και την κατανάλωση αλκοόλ (drinking songs).
Τα κύρια παραδοσιακά όργανα της ιρλανδικής μουσικής είναι το βιολί, το ιρλανδικό φλάουτο, η σφυρίχτρα – φλάουτο (tin whistle ή flageolet), η κελτική άρπα (που αποτελεί και το λογότυπο της μπύρας Guinness), οι αυλοί uilleann (μοιάζουν με την σκωτσέζικη γκάιντα, αλλά έχουν πιο “γλυκό” ήχο) και το bodhrán (προφέρεται «μποντ-χραν» και είναι ένα είδος τύμπανου). Πιο πρόσφατα, το ιρλανδικό μπουζούκι (δημιουργήθηκε με έμπνευση το ομώνυμο ελληνικό μουσικό όργανο), η ακουστική κιθάρα, το μαντολίνο και το μπάντζο έχουν βρει το δρόμο τους στον ήχο της παραδοσιακής μουσικής.
Τα διάφορα στυλ των παμπ
Υπάρχουν τρία διαφορετικά στιλ παμπ. Το πρώτο είναι το παραδοσιακό – αγροτικό στυλ. Σε πολλές περιοχές της χώρας, οι παμπ ήταν ένα μέρος όπου οι κάτοικοι σταματούσαν τις εργασίες τους για να ξεκουραστούν από τις καθημερινές δουλειές και να φάνε κάτι. Αυτές οι παμπ είχαν μια ρουστίκ ατμόσφαιρα που ήταν ιδιαίτερα φιλόξενη και ζεστή. Κάποιες παμπ όπως το Real Unyoke στο Wexford της Ιρλανδίας, εξακολουθούν να διατηρούν αυτήν τη μορφή με την ψάθινη στέγη και το αρχικό τζάκι που χρονολογείται από το 1798.
Ένα άλλο στιλ παμπ είναι το αυτό της παμπ – καταστήματος. Ο ιδιοκτήτης τους δεν πουλούσε μόνο αλκοόλ, αλλά η παμπ μπορεί να ήταν ταυτόχρονα μανάβικο ή υφασματοπωλείο. Το Ashe’s στο Kerry της Ιρλανδίας είναι ένα παράδειγμα μιας τέτοιας παμπ. Η παμπ ξεκίνησε ως παντοπωλείο και κατάστημα που πουλούσε κουρτίνες και, αργότερα, ο ιδιοκτήτης απέκτησε άδεια πώλησης αλκοόλ. Τα καταστήματα ήταν πάντα χωρισμένα από το μπαρ της παμπ. Οι γυναίκες μπορούσαν να εισέλθουν στα καταστήματα, αλλά απαγορευόταν η είσοδός τους στο μπαρ (με μοναδική εξαίρεση τις ηλικιωμένες γυναίκες).
Τέλος, ίσως το πιο αναγνωρισμένο στιλ παμπ είναι το βικτωριανό και πρώιμο εδουαρδιανό στιλ. Το βικτοριανό στιλ παμπ χαρακτηρίζεται από περίτεχνα μπαρ με μεγάλους καθρέφτες, περίπλοκη γλυπτική σε γωνίες του μαγαζιού και βαριά βελούδινα υφάσματα που διαχωρίζουν τα δωμάτια. Τα μπαρ βικτωριανού στιλ βρίσκονταν κυρίως σε μεγάλες πόλεις. Οι μικρότερες πόλεις δεν ενδιαφέρονταν για αυτό το φανταχτερό στιλ παμπ.
Η κοινωνική πραγματικότητα των παμπ
Οι ιρλανδικές παμπ ήταν ένα μέρος όπου οι άνδρες μπορούσαν να «ξεφύγουν» από τις συζύγους τους και να πιούν με τους «συντρόφους τους» μια μπύρα ή ένα ουίσκι (στα ιρλανδικά λέγεται Uisce beatha που μεταφράζεται ως νερό της ζωής). Αποτελούσαν μέρη ανταλλαγής απόψεων, αφού εκτός από την μουσική, η συζήτηση γύρω από τα θέματα της πολιτικής, της θρησκείας, της τιμής του ποτού, του κόστους ζωής, της εργασίας και του ποδοσφαίρου, ήταν αυτή που έδινε ζωή στις παμπ.
Επιπλέον, διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση της σύγχρονης ιστορίας της Ιρλανδίας. Στις αρχές του 20ού αιώνα, κατά τη διάρκεια του πολέμου για την ανεξαρτησία της Ιρλανδίας από τη Μεγάλη Βρετανία, οι παμπ ήταν το μέρος όπου ο ιρλανδικός δημοκρατικός στρατός μπορούσε να συναντηθεί με σχετική ασφάλεια. Όταν τα μέλη του IRA πήγαιναν σε μια αξιόπιστη παμπ, ο ιδιοκτήτης ήξερε ποιος ήταν Βρετανός αξιωματικός και ποιος Black and Tan (οι Ιρλανδοί που εργάζονταν για τους Βρετανούς ως αστυνομικοί) και σήμαινε στα μέλη του IRA την παρουσία τους. Οι παμπ ήταν, επίσης, ιδανικά μέρη για την αποθήκευση όπλων και πυρομαχικών.
Δημοφιλή τραγούδια των παμπ
Ο παραδοσιακός ιρλανδικός ήχος φαίνεται ότι έχει βρει ανταπόκριση και στην Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια οι ελληνικές παμπ διοργανώνουν στις 17 Μαρτίου που είναι η ημέρα του Αγίου Πατρικίου (Saint Patrick’s Day) μουσικές βραδιές και εκδηλώσεις. Μια αναζήτηση στις διαδικτυακές μουσικές πλατφόρμες αποκαλύπτει πολλές λίστες με παραδοσιακά ιρλανδικά τραγούδια που ακούγονται στις παμπ. Μερικά από αυτά είναι τα: The Wild Rover (The Dublin City Ramblers), Dirty Old Town (The Dublin City Ramblers), Whiskey in the Jar (The Dubliners), I’ll Tell Me Ma (The Blarney Lads), The Streets of New York (The Jollybeggarmen), Seven Drunken Nights (Patsy Watchorn), The Irish Rover (The Pogues and The Dubliners), Rocky Road to Dublin (Brush Shiels) και τόσα ακόμα που θα μπορούσε κανείς να αφιερώσει ώρες για να τα απαριθμήσει. Επέλεξα να αναφερθώ στα τρία τραγούδια που θυμάμαι πιο έντονα από την επίσκεψή μου στην Ιρλανδία και στην ιστορία πίσω από αυτά.
Finnegan’s Wake – The Dubliners
You are currently viewing a placeholder content from YouTube. To access the actual content, click the button below. Please note that doing so will share data with third-party providers.
Το δημοφιλές αυτό τραγούδι που ονομάζεται “Finnegan’s Wake” ενέπνευσε ένα από τα μυθιστορήματα του James Joyce. Είναι ένα γρήγορο, σατιρικό τραγούδι που αφηγείται την ιστορία του Tim Finnegan, ενός βοηθού χτίστη που είχε μεγάλη αγάπη για το ποτό. Μια μέρα και ενώ εργαζόταν ο Finnegan έπεσε από την σκάλα και σκοτώθηκε. Οι φίλοι του συγκεντρώθηκαν για να θρηνήσουν την απώλειά του και, σε μια στιγμή απερισκεψίας, έριξαν ουίσκι στο σώμα του, γεγονός που τον επανέφερε στην ζωή για να συμμετάσχει μαζί τους στην γιορτή που έχει οργανωθεί για την κηδεία του. Ήταν τελικά το ουίσκι που προκάλεσε τόσο την πτώση του Finnegan όσο και την ανάστασή του!
God Save Ireland – The Wolfe Tones
You are currently viewing a placeholder content from YouTube. To access the actual content, click the button below. Please note that doing so will share data with third-party providers.
Το τραγούδι έχει γραφτεί για τους μάρτυρες του Μάντσεστερ του 1867 και για τα 3 μέλη της αδελφότητας Fenian –William Philip Allen, Michael Larkin και Michael O’Brien– που εκτελέστηκαν για τη δολοφονία ενός αστυνομικού στο Μάντσεστερ της Αγγλίας. Ήταν μέλη της Ιρλανδικής Ρεπουμπλικανικής Αδελφότητας που μαχόταν για την απομάκρυνση του Βρετανικού Κράτους από την Ιρλανδία. Οι τρεις άνδρες εκτελέστηκαν στις 23 Νοεμβρίου 1867, και τα τελευταία τους λόγια ήταν “God Save Ireland“. Το τραγούδι χρησιμοποιήθηκε ως ανεπίσημος ιρλανδικός εθνικός ύμνος για τους Ιρλανδούς εθνικιστές από το 1870 έως το 1910.
The Parting Glass – Shaun Davey
You are currently viewing a placeholder content from YouTube. To access the actual content, click the button below. Please note that doing so will share data with third-party providers.
Η μελωδία αυτή υπάρχει από τον 17ο αιώνα και έγινε ιδιαίτερα γνωστή μέσα από την κωμική ταινία «Waking Ned Devine» και τη διαφήμιση γνωστής μάρκας ουίσκι. Το τραγούδι έχει διασκευαστεί από πολλούς καλλιτέχνες, ωστόσο, κανείς δεν ξέρει ποιος το έγραψε. Είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα αυτής της ειδικής ποιότητας που υπάρχει στα αποχαιρετιστήρια τραγούδια που συνδυάζουν τη χαρά και τη θλίψη με έναν τρόπο που είναι τόσο λυπηρός, αλλά ταυτόχρονα τόσο αισιόδοξος. Πρόκειται για μια μελωδία αποχαιρετισμού για τους στενούς φίλους και είναι το τραγούδι που θα ακουστεί τελευταίο σε μία βραδιά σε κάποια παμπ.
Η παράδοση της πρόποσης υπάρχει εδώ και αιώνες στην Ιρλανδία. Χωρίς να απαιτείται κάποια ιδιαίτερη περίσταση και με κάθε αφορμή οι θαμώνες στις παμπ υψώνουν το ποτήρι τους, τσουγκρίζουν και εύχονται «καλή υγεία». Όπως θα έλεγαν και οι Ιρλανδοί, λοιπόν, Sláinte Mhath!
Βλέπε επίσης:
Lamb & Flag: η ιστορική παμπ που σύχναζαν ο JRR Tolkien και ο CS Lewis κλείνει
Κείμενο: Αθηνά Δανιηλίδου (Lavart)
- Boullier, D. (1998). Exploring Irish Music and Dance. Dublin: O’Brien Press.
- Breathnach, B. (1971). Folk Music and Dances of Ireland. Dublin: Talbot Press.
- Galvin, (1962). Irish Songs of Resistance. New York: Oak Publications.
- Healy, J. N. (1965). Ballads from the pubs of Ireland, with Music and Commentary. Cork: The Mercier Press.
- Kearns, K. C. (1997). Dublin Pub Life and Lore: An Oral History. Niwot: Roberts Rinehart Publishers.
- Molloy, C. (2002). The Story of the Irish Pub an Intoxicating History of the Licensed Trade in Ireland. Dublin: Liffey Press.
- O’Connor, N. (2001). Bringing it all back home: the influence of Irish music at home and overseas. Dublin : Merlin.
- O’Flynn, J. (2009). The Irishness of Irish music. London: Ashgate.
- O’Shea, H. (2008). The Making of Irish Traditional Music. Cork: Cork University Press.
- Vallely, F. (2008). Tuned Out: Traditional music and identity in Northern Ireland. Cork: Cork University Press.