Σελιδοδείκτης: Οι αδελφοφάδες, του Νίκου Καζαντζάκη
«Σ’ ένα μικρό πεντακάθαρο ρυακάκι είδε ένα γέρο να σκύβει και να βλέπει, βαθιά αφοσιωμένος, το νερό να τρέχει. Ζύγωσε· έσκυψε να δει τι να θωρούσε με τόση προσοχή ο γέρος· δεν είδε τίποτα, μονάχα το νερό να τρέχει.
– Τι βλέπεις, παππού; Ρώτησε παραξενεμένος.
Σήκωσε ο γέρος το κεφάλι, χαμογέλασε θλιμμένος:
– Τη ζωή μου που τρέχει και χάνεται, παιδί μου, αποκρίθηκε· τη ζωή μου που τρέχει και χάνεται…
– Μη θλίβεσαι παππού, ξέρει αυτή που πάει, κατά τη θάλασσα· όλες οι ζωές του κόσμου κατακεί πάνε, παππούλη.
Ο γέρος αναστέναξε:
– Ναι παιδί μου, είπε· και γι’ αυτό η θάλασσα είναι αρμυρή. Είναι από τα δάκρυα.
Έσκυψε πάλι στο νερό που έτρεχε και χάνουνταν και πια δε μεταμίλησε.»
Επιλογή: Σοφία Γκορτζή (Lavart)
Φωτογραφίες: Σοφία Γκορτζή (Lavart)
Εκδόσεις: Ελένης Κ. Καζαντζάκη