Η γλώσσα οικοδόμημα, οι λογοτέχνες τεχνίτες
[dropcap size=big]Τ[/dropcap]α Αγγλικά αποτελούν μια lingua franca, μια κοινή διάλεκτο που χρησιμοποιήθηκε και χρησιμοποιείται σε διεθνές επίπεδο ως γλώσσα της πολιτικής, της επιστήμης, της διπλωματίας και της τέχνης. Με στοιχεία της την ευκολία, την ευκαμψία και την πολυτροπικότητα της χρήσης των λέξεων, η αγγλική γλώσσα συγκαταλέγεται στη χορεία των Λατινικών, των κοινών Ελληνικών και των Γαλλικών όσον αφορά τη διαδεδομένη λειτουργία και εφαρμογή της. Ιστορικά ανήκει στις γλώσσες της ινδοευρωπαϊκής οικογένειας και ειδικότερα του δυτικού γερμανικού υποκλάδου των Γερμανικών (Germanic). Συγκεκριμένα, προέρχεται από τις αγγλοφριζικές διαλέκτους των Γερμανών κατακτητών που αποίκισαν τη νήσο της Βρετανίας από τα μέσα του 5ου έως τον 7ο αιώνα μ.Χ.
[dropcap size=big]Σ[/dropcap]ύμφωνα με τον Philip Durkin, αρχισυντάκτη και ετυμολόγο στο Oxford English Dictionary, πέντε μεγάλες φάσεις μπορούν να συνοψίσουν την μεταμόρφωση και την τελική διαμόρφωση της αγγλικής γλώσσας: ο αγγλοσαξονικός εποικισμός, οι σκανδιναβικές αποικίσεις, η περίοδος που ακολούθησε την κατάκτηση των Νορμανδών (μετά το 1066 μ.Χ.), τα ύστερα μεσαιωνικά και νεώτερα μοντέρνα χρόνια (τα χρόνια της γλωσσικής τυποποίησης) και, τέλος, η περίοδος της αγγλικής επέκτασης και αποικιοκρατίας μέσω του εμπορίου και των εξερευνήσεων. Ξεκινώντας ως εργαλείο βασικής επικοινωνίας, η αγγλική γλώσσα πλάθεται και μεταπλάθεται ανάλογα με τις ανάγκες, τις επιταγές, τις συγκυρίες (πολιτικές, θρησκευτικές) αλλά και τις κοινωνικές ζυμώσεις που χαρακτηρίζουν κάθε χωροχρονικό πλαίσιο της ανθρώπινης εξέλιξης και ιστορίας. Παράλληλα, η γραμματική και το λεξιλόγιό της εξοπλίζονται με τους ιδιωματισμούς και τις εξαιρέσεις που συνοδεύουν την επαφή της με διαφορετικούς λαούς και φύλα. Κατά συνέπεια, η γλώσσα της ύστερης μεσαιωνικής περιόδου εμφανίζει μικρή ομοιότητα με τη φόρμα και τη μορφή της λεγομένης Old English, ειδικότερα μετά την φωνητική αλλαγή στα φωνήεντα. Αυτό, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της τυπογραφίας του Γουτεμβέργιου και την νομιμοποίηση των Αγγλικών ως γλώσσας των γραμμάτων, οδήγησε στην εξάπλωση της πιο τυποποιημένης πια μορφής της.
[dropcap size=big]Π[/dropcap]ολλά είναι τα ονόματα των πιονέρων στην αγγλική πεζογραφία και ποίηση, των πρωτοπόρων αυτών που ενίσχυσαν το οικοδόμημα της λογοτεχνίας με τις δικές τους διανθίσεις. Πέρα από τις γνωστές λεξιπλαστικές πρακτικές των William Shakespeare και John Milton (τα Αγγλικά έχουν χαρακτηριστεί ως «η γλώσσα των Shakespeare και Milton), η αγγλική γλώσσα έχει αποτελέσει το όχημα σκέψης μιας πλειάδας σμιλευτών του λόγου: Από την διαχρονική αίγλη του Geoffrey Chaucer, τη συνοπτικότητα και ακρίβεια του Ernest Hemingway, την εκκεντρικότητα της πρόζας του William Blake, τη γλωσσολογική επιμονή του John R. R. Tolkien, έως την αγάπη για τη λεπτομέρεια της Jane Austen, την κλασικότητα του Charles Dickens, την λογοτεχνική σκηνοθεσία του Samuel Taylor Coleridge και την εφευρετικότητα του Lewis Carroll, η τέχνη πάντα βρίσκει πάτημα στη λέξη για να λαξέψει τιτάνες από χαρτί και φλέβες από μελάνι.
Η τέχνη, όμως, δεν δεσμεύεται από τη γλώσσα. Μπορεί να την φορά σαν δέρμα, ταυτόχρονα όμως την διαπερνά πέρα για πέρα. Όπως είπε ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Arthur Koestler «Η πραγματική δημιουργικότητα ξεκινά εκεί που η γλώσσα τελειώνει».