Ένα μουσικό εκπαιδευτικό ταξίδι
[dropcap size=big]Ψ[/dropcap]άχνοντας να στριμώξω σε μια πρόταση αυτό το οποίο βίωσα στο live του Δ. Μυστακίδη, αυτό της 1ης Δεκεμβρίου, στο Club του Μύλου, κατέληξα στο ότι είδα και άκουσα ‘έναν ρεμπέτη καθηγητή πανεπιστημίου σε ένα μουσικό εκπαιδευτικό ταξίδι’. Δεν ξέρω αν διαβάζεται-ακούγεται κολακευτικό ή θα έκανε κάποιον/α να με ζηλέψει που πήγα, αλλά σίγουρα είναι αντιπροσωπευτικό! Ας εξηγηθώ…
Ο Μυστακίδης αποτελεί μια πολυσχιδή προσωπικότητα και μπορείς να τον βρεις παντού! Θα τον βρεις να παίζει κιθάρα σε δίσκους του Θ. Παπακωνσταντίνου (‘Στην Ανδρομέδα και τη γη’, ‘Διάφανος’, ‘Ο Σαμάνος’, ‘Ο ελάχιστος εαυτός’), κιθάρα και μπαγλαμά στον δίσκο ‘23 Κόκκινα Φώτα’ των Χειμερινών Κολυμβητών, λαούτο στο ‘Πόρτα ανοιχτή’ των Λ. Καλημέρη-Μ. Χανιώτη και ακουστική κιθάρα στο τραγούδι ‘Παροιμίες Απ’ Τον Κρόνο’ του Γ. Αγγελάκα. Παλιότερα θα τον έβρισκες στις συναυλίες του Ν. Παπάζογλου καθώς ήταν μέλος του συγκροτήματος «Λοξή Φάλαγγα», ενώ πλέον συνοδεύει με την κιθάρα του τις ζωντανές εμφανίσεις του Θ. Παπακωνσταντίνου. Μπορείς επίσης να τον βρεις στο τμήμα Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής του ΤΕΙ Ηπείρου, όπου διδάσκει λαϊκή κιθάρα, λαούτο και σύνολα, όπως και στη Σχολή Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας όπου διδάσκει στο μεταπτυχιακό τμήμα. Μπορείς και να τον διαβάσεις, καθώς έχει εκδώσει δύο βιβλία, το «Λαούτο, Τροπικότητα & Εναρμόνιση» και το «Λαϊκή Κιθάρα, Τροπικότητα και Εναρμόνιση». Θα τον ακούσεις, τέλος, στους προσωπικούς του δίσκους, ‘16 ρεμπέτικα τραγούδια με κιθάρα’ (2006), ‘Εσπεράντο’ (2015) και ‘America’ (2017).1 Και κάπως έτσι θα περάσουμε στο προχτεσινό ‘μουσικό εκπαιδευτικό ταξίδι’.
[dropcap size=big]Ξ[/dropcap]εκινώντας από το μουσικό μέρος, ο Μυστακίδης βρίσκονταν επί σκηνής με τρεις σπουδαστές του από το ΤΕΙ Ηπείρου. Ο ίδιος μαζί με τον Δημήτρη Παππά και τον Γιώργο Τσαλαμπούνη έπαιζαν κιθάρα και τραγουδούσαν, ενώ η Ιφιγένεια Ιωάννου τραγουδούσε. Το πρόγραμμα περιλάμβανε παλιά ρεμπέτικα τραγούδια (Βουνό με βουνό, Τζεμιλέ, Παρτίδες, Ταμπακιέρα) διασκευασμένα και ενορχηστρωμένα για λαϊκή κιθάρα και ρεμπέτικα που κυκλοφόρησαν και παίχτηκαν ζωντανά μόνο στην Αμερική (Πινόκλης, Ο ντόκτορ, Τούτοι οι μπάτσοι που ‘ρθαν τώρα) με τον Μυστακίδη να τα παρουσιάζει παιγμένα με την ιδιαίτερη τεχνική της «τσιμπητής» κιθάρας ή «fingerpicking» όπως ονομάζεται η τεχνική των Αφροαμερικάνων μουσικών των blues που υιοθέτησαν και ανέπτυξαν οι Έλληνες μετανάστες μουσικοί της Αμερικής. Πρόκειται για τραγούδια που βρίσκονται ηχογραφημένα στους τρεις δίσκους του Μυστακίδη, μέσω των οποίων αποτίνει φόρο τιμής σε καλλιτέχνες όπως ο Γ. Κατσαρός, ο Κ. Δούσ(ι)ας και ο Κ. Μπέζος (γνωστός ως Α. Κωστής) και σε ένα είδος μουσικής που για χρόνια ήταν στιγματισμένο και κυνηγημένο, το ρεμπέτικο. Και εδώ είναι που έρχεται η ‘εκπαιδευτική’ όψη της βραδιάς.
Τα τραγούδια διέκοπταν ολιγόλεπτες προβολές οπτικοακουστικού υλικού, στα οποία γίνονταν αναφορά σε δύο κρίσιμες στιγμές του ρεμπέτικου τραγουδιού. Η μία ήταν η λογοκρισία η οποία επιβλήθηκε στο ρεμπέτικο τραγούδι επί Μεταξά και έπαψε να υφίσταται επίσημα το 1991! Η λογοκρισία αφορούσε τόσο το είδος της μουσικής («αμανέδες» τα αποκαλούσαν όσοι ήθελαν να «καθαρίσουν» την ελληνική μουσική από «τουρκικούς» ήχους τη στιγμή που ο Ατατούρκ απαγόρευε τους αμανέδες για να καθαρίσει την τουρκική μουσική από «ελληνικούς» ήχους), όσο και τους στίχους (το τραγούδι ‘Βαρβάρα’ έφερε ενώπιον των δικαστών όχι μόνο τον συνθέτη, τον στιχουργό και τον τραγουδιστή αλλά και 60(!!!) καταστηματάρχες της Αθήνας επειδή έπαιζαν το συγκεκριμένο τραγούδι ή είχαν το δισκάκι στη κατοχή τους). Η δεύτερη κρίσιμη στιγμή ήταν η μετανάστευση των Ελλήνων στην Αμερική στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Η μετακίνηση αυτή καθεαυτή, η υποδοχή των Ελλήνων από τους Αμερικανούς, τα πάθη και οι εκεί περιπέτειές τους, ο τρόπος με τον οποίο προσπάθησαν να ριζώσουν και να ευδοκιμήσουν στο «Νιου Γιόρκι» και σε άλλες πόλεις μεταφέρθηκαν μέσω ιστορικών ντοκουμέντων με τη μουσική να συνοδεύει κατάλληλα και τον Μυστακίδη να σχολιάζει όπου κρίνονταν απαραίτητο συνδυάζοντας το οπτικοακουστικό υλικό με το τραγούδι που ακολουθούσε.
[dropcap size=big]Γ[/dropcap]ια το τέλος άφησα το ‘ταξίδι’. Η βραδιά ήταν ένα ταξίδι αφού ούτε για μια στιγμή δεν αισθανόσουν ότι βρισκόσουν στη Θεσσαλονίκη το 2017. Σε αυτό δεν συνέβαλε μόνο το οπτικοακουστικό υλικό και τα τραγούδια, αλλά και οι ιστορίες του Μυστακίδη από τότε που συνεργάζονταν με τον Παπάζογλου και τους Χειμερινούς Κολυμβητές. Έτσι, το Club του Μύλου άλλοτε μετατρέπονταν σε χάνι του Μάντισον και άλλοτε σε δισκοπωλείο της Αθήνας του 1920, τη μια σε λιμάνι όπου ξενυχτούσε ο Μυστακίδης με τον Παπάζογλου πριν από συναυλίες και την άλλη στην καντίνα ‘Ο πλανητάρχης’ στη Μηλιά όπου στήνονταν γλέντια μάλλον κάπου στη δεκαετία του 1990. Δημήτρη, ήσουν γκιουζέλ, ήσουν κουκλί, σε ευχαριστούμε!
1. Περισσότερες πληροφορίες για τον Δ. Μυστακίδη στο προσωπικό του site, http://www.dimitrismystakidis.gr/
Κείμενο: Θοδωρής Ξιούφης (Lavart)