Μια άποψη για το “Lover” της Taylor Swift.
Έχει γράψει και έχει τραγουδήσει για περασμένους εραστές της φορές αμέτρητες. Κάθε της album συνοδευόταν από μια φήμη για έναν άνδρα που της ράγισε την καρδιά. Και να σου οι κάντρι λυπημένες μπαλάντες και τα εκδικητικά bangers. Αυτή η εφηβικότητα στον λυρισμό της και η ανωριμότητα στον έλεγχο συναισθημάτων της συνοδευόταν ανέκαθεν, ωστόσο, από έναν καλοδουλέμενο ήχο και από μια σχεδόν άρτια μελωδία. Κάτι παρόμοιο ισχύει και για το Lover, το νέο albumτης Taylor Swift που μόλις κυκλοφόρησε.
Το ότι αναμέναμε έναν ξεκάθαρα popδίσκο, ήταν λίγο πολύ γνωστό. Τόσο με βάση τους προηγούμενους δύο (1989, Reputation), όσο και με το πρώτο single με τίτλο “ME”. Για να είμαι ειλικρινής, μετά το “ME” περίμενα το Loverνα αποτελεί τον χειρότερο popalbumτης μέχρι τώρα καριέρας της Swift. Και κάπου εκεί διαψεύστηκα. Το Lover περιλαμβάνει 18 ολοκαίνουρια τραγούδια γραμμένα από την ίδια και τον Jack Antonoff (Bleachers, fun., Lorde, Lana Del Rey κ.ο.κ.) και έχει κάτι να προσθέσει στην ήδη υπάρχουσα δισκογραφία της.
You are currently viewing a placeholder content from YouTube. To access the actual content, click the button below. Please note that doing so will share data with third-party providers.
Το γεγονός που έκανε την Swift μισητή στη μουσική κοινότητα ήταν το ότι πάντα έγραφε και τραγουδούσε για έρωτες σε καθένα από τα albums της, αλλά κρυμμένη πάντα πίσω από ανωνυμίες, συνωμοσίες και κομμάτια παζλ που έπρεπε ο ακροατής να ενώσει. Με άλλα λόγια, λυρικά η Αμερικανή τραγουδίστρια δεν φεύγει πολύ μακριά από το στυλ της, αλλά αυτό που την τιμά είναι ότι πλέον στο Lover το κάνει έκδηλα και απροκάλυπτα, κάτι που επίσης της προσδίδει συναισθηματική ωριμότητα (που της έλειπε), αλλά και ειλικρίνεια.
Μουσικά μιλώντας, η σκοτεινιά του Reputation εξαλείφθηκε παντελώς και πλέον μπορούμε να μιλάμε για έναν πολύχρωμο ήχο, παρόμοιο του 1989. Σε αυτό συνέβαλε κατά πολύ και η εξαιρετική, σχεδόν αλάνθαστη παραγωγή και ενορχήστρωση από τον Antonoff. Πήρε κάθε μελωδία της Swift και την διακόσμησε ανάλογα με την ψυχοσύνθεσή της σε κάθε κομμάτι. “Cruel Summer”, “The Man”, “London Boy”, είναι μερικά up-tempo κομμάτια που ξεχωρίζουν για την παραγωγή τους, ενώ στο “Miss Americana & the Heartbreak Prince” o Antonoff της προσέδωσε λίγη «λαναντελρεϊκή» αίγλη.
You are currently viewing a placeholder content from YouTube. To access the actual content, click the button below. Please note that doing so will share data with third-party providers.
Παρόλα αυτά, η διάνοια και ο άψογος σχεδιασμός ενορχήστρωσης φαίνεται στα πιο αργά τραγούδια του δίσκου. “The Archer”, “False God”, “Afterglow” και “Daylight” αποτελούν τα ισχυρότερα δείγματα του Loverκαι αποδεικνύουν πως ο indiepopήχος του Antonoff μπορεί να δεθεί αριστοτεχνικά με την καλογραμμένες μελωδίες της Swift, δημιουργώντας ένα δικό τους μουσικό στυλ που έχει τη δύναμη να εδραιώσει την τελευταία στη μουσική βιομηχανία με ένα φρέσκο indie pop προσωπείο.
You are currently viewing a placeholder content from YouTube. To access the actual content, click the button below. Please note that doing so will share data with third-party providers.
Ο δίσκος δεν είναι αριστούργημα. Ούτε προωθείται ως κάτι ανάλογο βέβαια. Είναι μια σχετικά στέρεα επιστροφή της Swift στην δισκογραφία, που φυσικά περιλαμβάνει και κομμάτια που αποτυγχάνουν παντελώς να προσδώσουν κάτι νέο και φρέσκο, όπως για παράδειγμα το αδιάφορο intro track “I Forgot that You Existed” και “Paper Rings”. Στο πρώτο single με τίτλο “ME” έχει να δείξει μόνο μια άριστη παραγωγή και τίποτα περισσότερο, ενώ στο “You Need to Calm Down”, η υπερβολή στην ενορχήστρωση μειώνει τη μελωδικότητα, ενισχύοντας όμως τον πολιτικό χαρακτήρα του κομματιού, που είναι ωδή μίσους προς τον DonaldTrumpσχετικά με την άποψή του στην ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα.
Θα μπορούσα να γράψω μια ολόκληρη ξεχωριστή κριτική για το “Soon You’ll Get Better”, το καλύτερο αναμφίβολα τραγούδι του album. Η Swift μπορεί να αγαπά πλέον την ποπ και τις λαμπερές παραγωγές, αλλά όταν θέλει να εκφράσει κάτι βαθιά προσωπικό επιστρέφει στη μουσική με την οποία εμφανίστηκε και ο κόσμος την αγάπησε, την κάντρι. Έγραψε λοιπόν μία από τις πιο θλιβερές κάντρι μπαλάντες της καριέρας της, ανοίγοντας την ψυχή της σχετικά με τον καρκίνο της μητέρας της. Στα φωνητικά επέλεξε την ιστορικότερη γυναικεία κάντρι μπάντα, τις Dixie Chicks και μαζί «έσπασαν» την χαρά του Lover με τον ομορφότερο και πιο αληθινό τρόπο.
You are currently viewing a placeholder content from YouTube. To access the actual content, click the button below. Please note that doing so will share data with third-party providers.
Ξεκίνησα το κείμενο αυτό γράφοντας για τον «εφηβικό» λυρισμό της Taylor Swift και την συναισθηματική ανωριμότητα που την χαρακτήριζε πάντα στην κατά τα άλλα όμως μουσική της τελειομανία. Στα 30 της πλέον έχει καταφέρει να το κάνει αυτό όπλο της, τραγουδά με ειλικρίνεια και ωριμότητα όχι για έναν συγκεκριμένο Lover αλλά για τον οποιονδήποτε loverτης και εδραιώνει τη θέση της στην pop σκηνή, αποδεικνύοντας παράλληλα πως τα μουσικά είδη δημιουργήθηκαν για να καταπατούνται. Και όταν αυτό γίνεται με έμπνευση και αγάπη, τότε το αποτέλεσμα είναι όμορφο, χωρίς απαραίτητα να χρειάζεται να είναι τέλειο. Το δίδυμο Swift και Antonoff ήρθε να χαρίσει μια νέα πολυδιάστατη pop χροιά που σε ορισμένα σημεία απομακρύνεται από το εμπορικό και κάνει την indie λίγο πιο προσιτή στο ευρύ κοινό.
To Lover κυκλοφορεί μέσω της Republic Records.