-Σήμερα ήταν μια ανούσια μέρα. Κάποιος, σήμερα, μετά το μάθημα με ρώτησε κάτι για μια σκάλα. Τόσες ώρες αργότερα σκέφτομαι πως αν είχα μία σκάλα, θα ήταν ξύλινη, παλιά, δε θα στηριζόταν πουθενά, θα άρχιζε από το ύψος της πατούσας μου και δε θα τελείωνε πουθενά, ίσως έφτανε τόσο ψηλά που θα τρυπούσε το αγαπημένο μου φεγγάρι. Σου έχω μιλήσει ποτέ για το φεγγάρι, για το φεγγάρι μου; Ναι, δε μου ανήκει αλλά κανέναν δε θα τον ενοχλούσε να το αποκαλώ δικό μου γιατί και κανένας δε θα το ήξερε. Έχεις δει ποτέ το φεγγάρι; Είναι γεμάτο κρατήρες, γεμάτο τρύπες, σαν ολλανδικό τυρί. Σίγουρα θα άντεχε μία ακόμη τρύπα, ή και δύο, από μια σκάλα. Πόσο μάλλον τη δική μου σκάλα. Θα ήταν δύο τρύπες που έγιναν με αγάπη, τουλάχιστον. Γιατί, να ξέρεις, όλες οι τρύπες με αγάπη γίνονται. Όπως οι τρύπες που κάνεις στον τοίχο για να κρεμάσεις μια αγαπημένη φωτογραφία ή οι τρύπες στα αυτιά, τη μύτη ή το κάτω χείλος που γίνονται με αγάπη στο δέρμα σου. Τι αγάπη να είναι αυτή που τρυπάς το δέρμα σου; Και εντάξει, το καταλαβαίνω ο τοίχος δεν πονάει αλλά εσύ; Και τι ξέρεις εσύ από τρύπες; Έχεις καμία πάνω σου; Ξέφυγες από το θέμα. Όλες οι τρύπες γίνονται με αγάπη, πόσο μάλλον οι τρύπες στα μυαλά και στις καρδιές. Αυτές γίνονται από ενδιαφέρον, τρυφερότητα, στοργή και, ναι, με αγάπη.
-Κοίτα να δεις, εγώ δεν πιστεύω πως η αγάπη και όλα αυτά γεμίζουν τις ήδη υπάρχουσες τρύπες. Εγώ πιστεύω πως η αγάπη και όλα αυτά είναι οι αιτίες που δημιουργούνται τρύπες. Οι αγάπες, και λίγο παραπάνω από τις αγάπες, οι αγκαλιές φτιάχνουν τρύπες. Αν κάνεις πως αγκαλιάζεις τον αέρα, το κενό, δημιουργείς μια τρύπα. Αν τα χέρια σου δεν κάνουν την κίνηση της αγκαλιάς, δεν υπάρχει χώρος να τον γεμίσεις, άρα δεν υπάρχει και τρύπα.
Έργο: Love and pain, Edvard Munch