Ο στίχος του Ρώμα που ερμήνευσε ο Δημήτρης Μπάσης «Στο μικρό παλιατζίδικο τα παλιά ψιθυρίζουνε, μα αν φυσήξεις τη σκόνη τους σαν ασήμια γυαλίζουνε…» περικλείει την μαγεία της οδού των παλαιοπωλείων την Θεσσαλονίκης.
Σιγοπερπατώντας στο πλακόστρωτο της οδού Γκαρμπολά, πλησιάζει κανείς όλο και περισσότερο σε μία συνοδεία από ηχολαλιές που φτάνουν στο τύμπανο του αυτιού από πολλές κατευθύνσεις. Φτάνοντας στη διασταύρωση με την οδό Τοσίτσα, το μάτι φωτογραφίζει ένα κάδρο βγαλμένο από άλλη δεκαετία. Πηγαδάκια ανθρώπων, σε κάθε γωνιά και στη μέση του δρόμου. Στέκουν πάνω από τελάρα, καρότσες και ξεδιπλωμένα πανιά στο πεζοδρόμιο, που είναι το φόντο πάνω στο οποίο έχουν στηθεί παραστάσεις διάφορων αντικειμένων προς πώληση.
Η πρωινή αλήθεια του Μπιτ Παζάρ
Τη διάμετρο του κάδρου διαγράφει η εμβληματική είσοδος του Μπιτ Παζάρ. Ημερομηνία κατασκευής 1928. Το οικοδομικό συγκρότημα εγκαινιάστηκε από τον Βενιζέλο με σκοπό να καλυφθούν οι ανάγκες των προσφύγων της Μικράς Ασίας που έφτασαν τότε στην πόλη.
Μέσα στις στοές του Μπιτ Παζάρ, εκεί όπου το βράδυ μεθάνε τα φοιτητόπουλα στα κρασάδικα, το πρωί οι ψάθινες καρέκλες των ταβερνείων απομακρύνονται από το σκηνικό. Το παρεμπόριο μικροπραγμάτων, κάθε είδους, ξεχύνεται στα τζιμέντα. Η γλώσσα αλληλεπίδρασης του χώρου έχει διαφορετική χροιά. Οι φιγούρες των ανθρώπων, που συνυπάρχουν εκεί είναι οι περισσότερες γερασμένες και ηλιοκαμένες, με πρόσωπα του φτωχού λαού. Αρκετά από τα αντικείμενα που βρίσκονται εκεί είναι βρώμικα αλλά συνάμα συλλεκτικά. Τη λήψη φωτογραφιών την διπλοσκέφτεται κανείς, αφού δέχεται υπαινιγμούς ότι τάχα είναι της μυστικής αστυνομίας και αμφιταλαντεύεται να αποφασίσει αν του κάνουν χαβαλέ ή προειδοποίηση.
Τα φίνα παλαιοπωλεία της οδού Τοσίτσα
Βέβαια, επιστρέφοντας στην άσφαλτο της οδού Τοσίτσα, μεταξύ Ολύμπου και Φιλίππου, υπάρχουν τα κανονικά καταστήματα. Σε αντίθεση με τους μικροπωλητές του παζαριού που είναι «έγκλειστοι» της αγοράς του Μπιτ Παζάρ, στα μαγαζιά αυτά, πέρα από μικροπράγματα, μπορείς να βρεις αντίκες, διακοσμητικά, συσκευές, βιβλία κ.λπ. τεράστιας ιστορικής, εθνολογικής και οικονομικής αξίας.
Οι καταστηματάρχες συνήθως κουβεντιάζουν σε παρέες έξω από τα μαγαζιά τους, καθισμένοι σε σκαμνιά ή πεζούλια. Ο καθένας βρέθηκε στην οδό των παλαιοπωλείων ακολουθώντας διαφορετικό μονοπάτι. Είτε του κληροδοτήθηκε από την οικογένεια, είτε το χόμπι της συλλογής παλαιών αντικειμένων έγινε επάγγελμα.
Θα αναρωτηθεί κανείς πως φτάνουν στα χέρια ενός συλλέκτη όλα αυτά τα πράγματα και ιδίως αυτά που φωνάζουν την αξία τους. Η απάντηση είναι η διάδοση από στόμα σε στόμα, από φίλους, από προσωπικό ψάξιμο. Συνήθως γίνεται κάποιο τηλεφώνημα για την ανταλλαγή.
Στην ερώτηση με ποιο κριτήριο επιλέγουν τα αντικείμενα που θα φέρουν στον χώρο τους, οι παλαιοπώληδες θα πουν πως είναι θέμα γούστου του καθενός, θέμα προσωπικής αισθητικής, καθώς και γνώσης πάνω στα αντικείμενα αυτά. Στο εκάστοτε μαγαζί το οπτικό δέσιμο των πραγμάτων βοηθάει τον επισκέπτη να κατανοήσει τι γουστάρει ο καθένας.
Τα μαγαζιά ποικίλουν. Αλλά είναι πιο μπουκωμένα και χύμα. Αλλά είναι πιο προσεγμένα και λαμπερά. Αναλόγως το εμπόρευμα και τον πωλητή. Εντούτοις, μεταξύ των στοιβαγμένων αντικειμένων που αποτελούν απόκτημα χρόνων, ο κάθε χώρος διατηρεί την αρμονία του μέσα στο «κιτς».
Εδώ βρίσκει κανείς από βιβλία, δίσκους, CDs, μέχρι είδη προικός και οικιακά εξαρτήματα και ακόμη μπομπινογράφους, καρέκλες λουτρών και μηχανές τυχερών παιγνίων-φρουτάκια. Η τιμολόγηση των παλιών αντικειμένων προς πώληση γίνεται ανάλογα με την όψη, την λειτουργικότητα και την αξία τους.
Στον δρόμο αυτό μπορεί κανείς να ανακαλύψει πράγματα από κάθε ιστορική εποχή και κάθε γωνιά του πλανήτη. Ίσως, οι στιγμές μιας ζωής να μην φτάνουν για να ρίξει κανείς έστω και μία ματιά σε καθετί που βρίσκεται εδώ.
Σεργιανίζοντας μέσα-έξω στα δώματα των παλαιοπωλείων βλέπεις ανθρώπους όλων των ηλικιών και από κάθε λογής χαρμάνι. Σε αυτό το μέρος η διάκριση ανάμεσα στους ανθρώπους μηδενίζεται, όπως μηδενίζεται μεταξύ των χιλιάδων πραγμάτων κάθε λογής που υπάρχουν εδώ, το ένα δίπλα στο άλλο.
Οι παλαιοπώληδες λένε πως κι αυτοί δεν έχουν ένα συγκεκριμένο τύπο πελάτη. Ο καθένας έρχεται εδώ για κάτι διαφορετικό. Άλλοι από βίτσιο να συλλέγουν αντίκες και σπάνια κειμήλια, άλλοι επειδή χρειάζονται κάτι συγκεκριμένο και τους γοητεύει η παλιά αισθητική.
Αυτό που ενώνει τους πωλητές και τους αγοραστές των παλαιοπωλείων είναι η αγάπη προς το παλιό και η αναγνώριση της αξίας του.
Η βόλτα στην οδό των παλαιοπωλείων με σωστότερη απόδοση θα ονομαζόταν περαντζάδα. Κι αυτό γιατί οι αναδρομές σε εικόνες του παρελθόντος και λαϊκές μνήμες, που σου χαρίζει η ενέργεια σε αυτό το σημείο της Θεσσαλονίκης, χρήζει και ανάλογη χρήση λεξιλογίου.
Ένα μεγάλο ευχαριστώ για τις πολύτιμες πληροφορίες και της φωτογραφίες στην κ. Σοφία από το ΠΑΛΑΙΟΠΩΛΕΙΟ ΝΙΓΔΗ, τον κ. Γιώργο από το Antique shop / ΠΑΛΑΙΟΠΩΛΕΙΟ -που η θετική αύρα του και η αισιοδοξία του είναι ανεκτίμητη- τον κ. Αλέξανδρο και τον κ. Δημήτρη που είναι αδέρφια και διατηρούν τα ΠΑΛΑΙΟΠΩΛΕΙΑ ΑΝΤΙΚΕΣ στον αριθμό 8 και 5, αντίστοιχα, της οδού Τοσίτσα.
ΠΑΛΑΙΟΠΩΛΕΙΟ ΝΙΓΔΗ, Τοσίτσα 9
Antique Shop / ΠΑΛΑΙΟΠΩΛΕΙΟ, Τοσίτσα 10
ΑΝΤΙΚΕΣ, Τοσίτσα 8
ΑΝΤΙΚΕΣ, Τοσίτσα 9
Κείμενο και Φωτογραφίες: Ελένη Ζετσίδου (Lavart)