Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart): Βασιλική, το φετινό καλοκαίρι πρωταγωνιστείς στο ανέβασμα της αριστοφανικής Ειρήνης, τι πιστεύεις ότι είναι αυτό που προσδίδει επίκαιρο χαρακτήρα στο έργο, ώστε κάθε χρόνο να συναντάμε καινούργιες προσεγγίσεις;
Bασιλική Τρουφάκου: Πιστεύω ότι κατά βάση οφείλεται στους προβληματισμούς που θέτει ο Αριστοφάνης. Υπάρχει μια σαφής σκέψη του συγγραφέα πάνω στην ανθρώπινη φύση και τις αξίες που την περιβάλλουν. Και βέβαια το χιούμορ, το αστείο αυτό «περιτύλιγμα» που φέρει η γραφή του. Έτσι, προσφέρεται ένα πολύ καλό υπόβαθρο και μέσα από την δραματουργική επεξεργασία, γίνεται η αναγωγή στο σήμερα. Διαφαίνεται σε ποιο βαθμό συναντάμε ειρήνη στο συγκεκριμένο έργο ή πόσο αδύναμοι είμαστε στο να τη διαχειριστούμε. Ο Έλληνας, για παράδειγμα, από αρχαιοτάτων χρόνων, αλλά και σύμφωνα με την σύγχρονη ματιά του Κωνσταντίνου Αρβανιτάκη, αδυνατεί να έρθει σε συνεννόηση, καταρχήν με τον ίδιο του τον εαυτό, και εν συνεχεία με τους άλλους.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart): Θα έλεγες δηλαδή ότι είναι – κατά κάποιο τρόπο – στη φύση μας ο πόλεμος και όχι η ειρήνη;
Bασιλική Τρουφάκου: Η δική μου άποψη προκύπτει κυρίως από τη σύγχρονη καταγραφή της ιστορίας μας, η οποία επιβεβαιώνει την ροπή των ανθρώπων προς τον πόλεμο. Αλλά θεωρώ πως δεν μπορούμε να μιλάμε για έμφυτο χαρακτηριστικό, γιατί κανείς δεν μπορεί να ορίσει με ακρίβεια τη φύση. Νομίζω, πάντως, ότι η ειρήνη είναι εφικτή. Απλώς, χρειάζεται ένα δικαιότερο σύστημα, μια πιο ισορροπημένη κατάσταση, τόσο σε πολιτικό όσο και σε διαπροσωπικό επίπεδο.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) : Θεωρητικά η παγκόσμια ειρήνη υφίσταται. Όμως ο πόλεμος βρίσκει πάντα κάποια γωνιά της γης να τρυπώσει. Ακόμη και η τρομοκρατία είναι εμμέσως ένας πόλεμος.
Bασιλική Τρουφάκου: Έτσι και αλλιώς, την σήμερον ημέρα, τα ερεθίσματα που λαμβάνουμε είναι κάπως αλλοιωμένα. Τα πράγματα έχουν πάρει μια λάθος τροπή. Οι διάφορες αδικίες και ανισότητες βρίσκουν εύκολο και πρόσφορο έδαφος να εκφραστούν και εν τέλει να αναπαραχθούν. Η παραπάνω δική μου άποψη θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι κάπως ιδεαλιστική, αλλά πιστεύω πως έχει σημασία. Γιατί σε μια κοινωνία, φυλετικά αλλά και πολιτικά, δικαιότερη, θα ήμασταν σε θέση να βιώσουμε το υπέρτατο αγαθό της ειρήνης.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart): Ο κεντρικός ήρωας του έργου, ο Τρυγαίος, για να πετύχει τον σκοπό του και να ελευθερώσει την Ειρήνη, εκτρέφει ένα σκαθάρι, το οποίο τρέφεται με περιττώματα. Πώς μεταφράζεται αυτός ο συνειρμός του Αριστοφάνη;Bασιλική Τρουφάκου: Κοίτα, δεν ξέρω αν υπάρχει μια συγκεκριμένη απάντηση. Υπάρχουν διάφορες εικασίες και αναλύσεις πάνω στο θέμα, από το ότι μπορεί να εξυμνεί την ανθρώπινη φύση μέχρι το ότι μπορεί μέσα από αυτή τη διαδικασία να αναδεύεται και να ανακυκλώνεται, για να γεννηθεί κάτι χειρότερο. Εμείς σαν ομάδα δουλέψαμε με πολλές από αυτές τις οπτικές, δίνοντας βάση μάλιστα στην αστεία πλευρά του αριστοφανικού συμβολισμού. Άλλωστε, δεν είναι τίποτε άλλο από ένα κοπροβόρο, αδηφάγο σκαθάρι. Η δική μας «ανάγνωση» υπαινίσσεται ότι μπορεί τελικά το ανθρώπινο είδος να υπηρετεί ό, τι χειρότερο. Είμαστε σκλαβωμένοι σε αυτήν την κατάσταση. Υπηρετούμε μανιωδώς κάτι που τελικά καταλήγει σε αδιέξοδο. Ένας αληθινός φαύλος κύκλος.
Ο Έλληνας, για παράδειγμα, από αρχαιοτάτων χρόνων, αλλά και σύμφωνα με την σύγχρονη ματιά του Κωνσταντίνου Αρβανιτάκη, αδυνατεί να έρθει σε συνεννόηση, καταρχήν με τον ίδιο του τον εαυτό, και εν συνεχεία με τους άλλους.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) : Τι ρόλο παίζει η Θεωρία, την οποία υποδύεσαι στην παράσταση;
Bασιλική Τρουφάκου: Η Θεωρία έρχεται μαζί με την Ειρήνη. Πρόκειται για ένα συστατικό, κατά κάποιο τρόπο, της Ειρήνης, και μαζί με την Οπώρα συνιστούν ένα δυνατό τρίπτυχο. Η Θεωρία είναι μια θεότητα και μαζί της φέρει κάποια αγαθά, όπως η τέχνη αλλά και η παιδεία, τα οποία έχουν στερηθεί οι Έλληνες, εξαιτίας του πολυετούς πολέμου. Με την παρουσία της προβάλλεται η σημασία του θεάτρου για τον κάθε πολίτη, μην ξεχνάμε ότι τα θεωρικά εισιτήρια ήταν αυτά που χορηγούνταν σε άπορους ανθρώπους! Πάντως, είναι πολύ δύσκολο να μεταφέρουμε την υπόσταση της Θεωρίας στο σήμερα και γι’ αυτό το λόγο μπήκε, τολμώ να πω, ολόκληρος ο θίασος σε μια περιπέτεια, διότι ενώ ήταν απολύτως σαφές τότε – την εποχή που γράφτηκε το έργο – τώρα δεν υφίσταται καν. Εξάλλου, η λέξη σήμερα έχει πάρει μια τελείως διαφορετική σημασία. Χρειάστηκε να γίνουν πολλές προσαρμογές και να υπάρξει και αυτό το εκπληκτικό ρούχο από την Ελένη Μανωλοπούλου, προκειμένου να έχουμε το τελικό αποτέλεσμα.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) : Ποιες ήταν οι δυσκολίες που αντιμετώπισες κατά την συνεργασία σου με όλους αυτούς τους διαφορετικού είδους καλλιτέχνες (μουσικοί, ηθοποιοί, χορευτές);
Bασιλική Τρουφάκου: Ήταν τελείως άγνωστη γη για μένα. Πιστεύω χρειάστηκε όλοι οι συντελεστές να μετακινηθούμε από τα συνηθισμένα, να προσαρμοστούμε με άλλα λόγια, για να μπορέσουμε, ουσιαστικά, να βρούμε μια κοινή γλώσσα επικοινωνίας στην πρόβα. Γιατί αλλιώς προετοιμάζεται ένας ηθοποιός και αλλιώς ένα τραγουδιστής όπερας. Το θέλαμε, όμως, όλοι πάρα πολύ, το προσπαθήσαμε και έτσι έχουμε ένα ομοιόμορφο αποτέλεσμα.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) : Παρ’ όλα αυτά, κάποιοι συνάδελφοι σου δεν επιδιώκουν να μπαίνουν σε καινούργιες «περιπέτειες», προτιμούν να κρατούν σταθερές συνεργασίες, στις οποίες αν μη τι άλλο γνωρίζεις καλά τον άλλον. Εσύ πως το βλέπεις όλο αυτό;
Bασιλική Τρουφάκου: Εμένα αυτή η εναλλαγή, η γνωριμία με νέα καλλιτεχνικά πράγματα, είναι ο στόχος της ζωής μου, όσο αφορά την δουλειά. Άλλωστε, είναι τόσο μικρή η αγορά και τόσο συγκεκριμένο το κοινό, που σου φαίνεται πολύ πιο εύκολο να μείνεις σε κάτι που σε έχει ταυτίσει ο κόσμος και να πεις αυτό είμαι. Αλλά είναι σαν να βάζεις έναν περιορισμό στον εαυτό σου. Και νομίζω είναι κρίμα, γιατί όλοι οι ηθοποιοί έχουμε πολλά να δώσουμε. Όσο αντέχεις την περιπέτεια και το ταξίδι, είναι συνετό να αναζητάς το νέο. Μολαταύτα, δεν το βρίσκω καθόλου κακό να έχει κανείς σταθερές συνεργασίες. Μπορεί για εκείνον να είναι πλούσια σε υλικό, σε συναισθήματα, σε εμπειρίες. Δηλαδή για κάποιο χρονικό διάστημα και εγώ επιζητώ κάτι πιο σταθερό, διότι οι μεγάλες και έντονες αλλαγές απαιτούν δυνατό μεταβολισμό, όχι μόνο πρακτικά αλλά και ψυχικά. Οι ρυθμοί με τους οποίους δουλεύουμε στη σημερινή εποχή θέλουν να καταβάλλει κάποιος μεγάλη προσπάθεια για να πετύχει κάτι αξιόλογο. Κάποιες φορές όλη αυτή η κατάσταση παραείναι σκληρή για να την αντέξω αλλά μπορώ να πω ότι με γεμίζει. Το σημαντικό είναι βρίσκεις χρόνο να «ζεις». Αν δεν το κάνεις αυτό, αργά ή γρήγορα οι αντοχές σου θα τελειώσουν.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) : Πώς βιώνεις την εμπειρία της σύμπραξης με τον ανατρεπτικό Τζίμη Πανούση;
Bασιλική Τρουφάκου: Για μένα η συνεργασία με τον Τζίμη έχει δύο σκέλη: από τη μία είναι πάρα πολύ καλός συνεργάτης, με την έννοια του να βοηθάει με κάθε τρόπο τους πάντες, ειδικότερα στο να ομογενοποιηθεί το ετερόκλητο υλικό που διαθέτει η παραγωγή μας, και από την άλλη είναι ένας άνθρωπος με απέραντο φως και καλοσύνη μέσα του, που αντιμετωπίζει τα πάντα με χιούμορ και χαρά. Γι’ αυτό νομίζω ότι είναι και τόσο αγαπητός από τις πιο παλιές γενιές αλλά και από τις πιο νέες, από τους αναρχικούς και τα λαϊκά στρώματα μέχρι τους πιο συντηρητικούς. Η φήμη που τον περιβάλλει είναι απόλυτα δίκαιη. Χαίρομαι πολύ που ήρθαν έτσι τα πράγματα και μπορέσαμε να γνωριστούμε, γιατί πάνω απ’ όλα μου αρέσουν οι άνθρωποι που έχουν μια σιγουριά – με την καλή έννοια –, που δεν έχουν ανασφάλειες. Παρόλο που βρέθηκε επί χρόνια στο «φως», παρέμεινε πιστός και καλός σε αυτό που κάνει.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) : Ποια συναισθήματα σου γεννώνται παίζοντας στην Επίδαυρο;
Bασιλική Τρουφάκου: Νιώθω πολύ ωραία. Δηλαδή την ώρα που γέμισε ο χώρος του αρχαίου θεάτρου, γιατί ήμασταν και sold out, σκέφτηκα πως για κάτι τέτοιες στιγμές αξίζουν όλα: ο κόπος, η κούραση, οι θυσίες. Συνειδητοποιείς ότι κάτι κάνεις καλά, ότι ανταμείβεσαι.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) : Γιατί πιστεύεις ότι η κοινωνία έχει ανάγκη τον πολιτισμό και ειδικά το θέατρο;
Bασιλική Τρουφάκου: Είναι φοβερό το γεγονός ότι ακόμη το συζητάμε αυτό το θέμα. Είναι αυτονόητο για μένα, επειδή το θέατρο είναι το νερό της ψυχής. Είναι απαραίτητο για την ψυχοσύνθεση μας. Κατά τη γνώμη μου αυτός ο γενικότερος υποβιβασμός του πολιτισμού δείχνει την νοητική φτώχεια της χώρας μας. Αν οι άνθρωποι δεν μιλήσουν την γλώσσα τους, αν δεν βιώσουν κάποια συναισθήματα μέσω των τεχνών, μετατρέπονται σε προσανατολισμένη αποικία, που ότι της πασάρουν το αφομοιώνει αβίαστα. Ελπίζω πάντως ότι σιγά – σιγά το θολό πεδίο θα ξεκαθαρίσει και να δοθεί έδαφος για παράδειγμα στις μεγάλες ελληνικές παραγωγές, τόσο στο θέατρο όσο και στον κινηματογράφο. Διαφορετικά διαιωνίζεται μια μιζέρια και μια φτώχεια, που παρόλη την οικονομική κρίση, κρίνω πως δεν ταιριάζει στον λαό μας. Το θέατρο, που μπορούμε και βλέπουμε τώρα, οφείλεται στις παλαιότερες επιχορηγήσεις που υπήρχαν, στο γεγονός ότι η πολιτεία στήριξε την καλλιτεχνική δημιουργία.
Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) : Εσύ πιστεύεις ότι ο καλλιτέχνης έχει έναν παραπάνω ρόλο στην κοινωνία;
Bασιλική Τρουφάκου: Μόνο αν του δοθεί βήμα. Εννοώ, υπάρχουν μεν περιπτώσεις ανθρώπων που αυτόνομα, χωρίς βοήθεια από κανέναν θεσμό, δημιούργησαν έργο, αλλά γενικά, πως μπορείς να ζητήσεις από τον καλλιτέχνη να είναι ένας «μοναχικός λύκος» για να εκφράσει κάποιες αξίες;Ευγενία Θεοδωρίδου (Lavart) : Βασιλική, το ευρύ κοινό σε γνώρισε μέσα από τη συμμετοχή σου στη δημοφιλή σειρά του MEGA Κάτω Παρτάλι. Τι θα έλεγες ότι προσφέρει και τι αφαιρεί (αν αφαιρεί) σε έναν ηθοποιό το ισχυρό μέσο της τηλεόρασης;
Bασιλική Τρουφάκου: Όντως η τηλεόραση είναι ένα πανίσχυρο και μαγικό μέσο. Με το πάτημα ενός κουμπιού εμφανίζονται ή εξαφανίζονται οι φιγούρες μας. Πιστεύω, πάντως, ότι είναι μέρος της δουλειάς, είναι πεδίο ενασχόλησης. Δεν αφαιρεί κάτι, δηλαδή, από τον ηθοποιό, γιατί ακόμη και σε μια μη ποιοτική παραγωγή, για παράδειγμα, μπορείς εσύ να φέρεις την προσωπική σου ποιότητα. Απλώς, είναι μια επίπονη διαδικασία. Αλλά έτσι είναι η ζωή. Δεν υπάρχει κάτι που να το κατακτάς εύκολα. Πάντα παίζουν ρόλο και οι ευκαιρίες που σου δίνονται. Εκεί αποδίδω το γεγονός ότι κάποιοι ηθοποιοί δεν έχουν κάνει τηλεοπτικές δουλειές, και όχι στο ότι απέχουν. Εξάλλου, δεν υπάρχουν οι υποδομές του εξωτερικού για να μας στηρίξουν και να φέρουν προτάσεις. Επαφίεται στην τύχη και στο timing αν θα προκύψει η τηλεόραση. Εγώ είμαι ευχαριστημένη από τις τηλεοπτικές δουλειές που έχω κάνει μέχρι τώρα. Παρ’ όλα αυτά, ομολογώ πως δεν απολαμβάνω την έκθεση την οποία μου προσφέρει όλο αυτό. Προσπαθώ να την μετριάσω, να θέσω τα δικά μου όρια. Αλλά δεν μπορώ να αποτρέψω την δημόσια εικόνα μου, που τρέχει παράλληλα με αυτό που πραγματικά είμαι. Θέλω να πω, σε κάποιους αρέσεις και σε κάποιους όχι, υπάρχει μια σχηματισμένη γνώμη, όποια και αν είναι αυτή. Υπάρχει αυτή η αυθαιρεσία. Είναι δεδομένη και εγγενής. Οφείλεις να το συνειδητοποιήσεις και να χρησιμοποιήσεις τη δύναμη του λόγου σου για να χαράξεις την δική σου οντότητα.