Οι Πυρκαγιές ήταν μια πρόταση του καλλιτεχνικού διευθυντή του ΚΘΒΕ Γιάννη Αναστασάκη. Είναι το δεύτερο έργο μιας τετραλογίας με γενικό τίτλο “Το αίμα των υποσχέσεων”. Δεν γνώριζα τίποτα για το έργο πριν το διαβάσω ούτε είχα δει την ταινία, που στα ελληνικά φέρει τον τίτλο “Μέσα απ’τις φλόγες”. Όμως από την πρώτη ανάγνωση μια αναπάντεχη οικειότητα μ’έδεσε με τον λόγο του συγγραφέα Ουαζντί Μουαουάντ, που μου φάνηκε αρχαίος και σημερινός μαζί.
Δυο αδέλφια εκπληρώνοντας τις τελευταίες επιθυμίες της μητέρας τους φτάνουν να ανακαλύψουν ένα φρικτό μυστικό, που δεν είναι άλλο απ’ την ταυτότητά τους. Ο Μουαουάντ, Λιβανοκαναδός που σήμερα ζει στη Γαλλία, φτιάχνει ένα έργο μνήμης, προσπαθώντας ίσως και ο ίδιος, όπως αυτά τα παιδιά, να ορίσει και να εξιστορήσει την ταυτότητά του. Συνθέτει ένα οδοιπορικό μέσα στο ίδιο του το τραύμα, το τραύμα του εκπατρισμού του στα χρόνια του εμφυλίου πολέμου που διέλυσε τη χώρα του. Με γενναιότητα και ευαισθησία ψηλαφεί αυτή την πληγή, χωρίς να φοβάται να γράψει ένα ποιητικό κείμενο, πραγματώνοντας έτσι την πεποίθησή του πως “η τέχνη μαρτυρά την ανθρώπινη ύπαρξη υπό το πρίσμα της ομορφιάς”.
Σκηνοθέτης και ο ίδιος, πέρα από δραματουργός, αναπόφευκτα σκηνοθετεί γράφοντας και χρειάζεσαι αντίσταση, νομίζω, ως δημιουργός για να μην σε παρασύρει στη δική του παράσταση. Αφήνει μια κραυγή για όλες τις αγριότητες που είναι ικανός να πράξει ο άνθρωπος. Ωστόσο στη δική μας παράσταση ο τρόπος που ανακαλύφθηκε ακριβώς για να ακουστεί αυτή η κραυγή του συγγραφέα είναι να μην κραυγάσουμε, αντίθετα, να αποφύγουμε οτιδήποτε επικό τόσο στην υποκριτική όσο και στην αισθητική της παράστασης. Έτσι ένιωσα εξαρχής αυτό το κείμενο.
Οι πρόβες για τις Πυρκαγιές ήταν για όλους μας, για τους συντελεστές και για το θίασο, ένα ταξίδι σε αναζήτηση μιας σκηνικής αφαίρεσης που θα την πω απλότητα, μα μόνο απλή δεν είναι στο βάθος. Είναι μάλιστα εξαιρετικά σύνθετη. Τέτοιο είναι και το κείμενο: καθαρό, κατανοητό, φαινομενικά απλό. Αλλά πολύ πυκνό. Κρύβει συμβάντα, κρύβει τους αρμούς και την μαθηματική ακρίβεια μιας ταινίας μυστηρίου. Ένα τέλειο ψηφιδωτό που σου αποκαλύπτεται κομμάτι κομμάτι, βήμα βήμα. Όπως δηλαδή φτάνεις στο ποιος είσαι, αν φτάνει εκεί ποτέ κανείς.
Κείμενο: Ιώ Βουλγαράκη