Ι όπως… Ιωάννου, Γιώργος

Ο συγγραφέας που «αποθέωσε» τη συμπρωτεύουσα.

« Αν το ομιλούν υποκείμενο δεν παραδοθεί χωρίς επιφυλάξεις σ’ αυτές, δεν μπαίνει στον ποιητικό χώρο της εικόνας» (Bachelard)
«Ήθελα να μιλήσω κατευθείαν για τη Θεσσαλονίκη, ήθελα να διασώσω…, να δώσω την εικόνα της Θεσσαλονίκης όπως την κράτησα εγώ από μικρό παιδί, την εικόνα των ανθρώπων, τις σχέσεις, αυτά δηλαδή που δεν διασώζονται σε καμιά εφημερίδα και σε κανένα ιστορικό βιβλίο ή έγγραφο ποτέ…»

2Κάπως έτσι περιγράφει ο Γιώργος Ιωάννου τη δίψα του να δώσει, να διασώσει μνήμες από αυτές των παιδικών και εφηβικών του χρόνων, καταθέτοντας  «ζωντανές» περιγραφές της αγαπημένης του πόλης. Η λατρεία που έτρεφε για τη Θεσσαλονίκη, οδηγούσε το χέρι του, ενώ  η πένα του,  υπακούοντας τον , «ζωγράφιζε», θαρρείς, με λέξεις  τις εικόνες που εκείνος έζησε από παιδί στις γειτονιές της.  Το σημαίνον καταφέρνει και  ξεπερνά το σημαινόμενο. Γίνεται ποίημα και ιαχή αβάσταχτης λατρείας.

Το δάσος του Σέιχ-Σου ανυψώνεται σε  ένα «ερωτικό Θαβώρ», εκείνης της μεταμόρφωσης που το άκτιστο φως της  «εκπορεύεται από το περιπόθητο κορμί του άλλου», ενώ το αγαπημένο του στενό της παλαιάς Οδού Κοζάνης ορίζεται ως « το πιο τερπνό αδιέξοδο»…

Ο Γιώργος  Ιωάννου,  καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Γιώργου Σορολόπη, γεννιέται  το 1927 στη Θεσσαλονίκη . Γόνος προσφυγικής οικογένειας από την Ανατολική Θράκη, μεγαλώνει και  «δένεται» με τις γωνιές της πόλης, που γι’ αυτόν δεν ήταν μόνο γενέτειρα, αλλά και σύμμαχος στα όνειρά του. Δεν θα φύγει  από την αγαπημένη του Σαλονίκη , ούτε και ως φοιτητής. Σπουδάζει και ολοκληρώνει  τις σπουδές του στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας  της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ. Εκεί, παραμένει  για ένα διάστημα, ως βοηθός, στη έδρα της Αρχαίας Ιστορίας. Αργότερα, με την ιδιότητα του Ιστορικού Φιλολόγου, θα μεταδώσει τις γνώσεις του στους μαθητές των σχολείων της Πρωτεύουσας, αλλά θα διδάξει και σε διάφορα άλλα μέρη της Ελλάδας.  Στην Αθήνα θα βιώσει την πολυπόθητη αξία της ελευθερίας , γεγονός που επηρεάζει και τη λογοτεχνική του έκφραση. Από εκεί θα ξεκινήσει, κάποια στιγμή, και για το «μεγάλο  ταξίδι»…

4Το 1962 και για δύο χρόνια, βρίσκεται  στη Λιβύη, στο ελληνικό γυμνάσιο της Βεγγάζης . Το 1974, ορίζεται Επίτροπος για την ανθολόγηση κειμένων που διδάσκονται στα Δημοτικά σχολεία της χώρας, καθώς και για την ανανέωση των λογοτεχνικών κειμένων στο Γυμνάσιο.

Η πρώτη εμφάνιση του Ιωάννου στα γράμματα πραγματοποιείται με δύο ποιητικές συλλογές. Το 1954, με τη συλλογή «Ηλιοτρόπια» και το 1963, εννέα χρόνια αργότερα,  με τη συλλογή «Χίλια Δέντρα». Αργότερα θα καθιερωθεί ως πεζογράφος, διατηρώντας, όμως, όλα εκείνα τα στοιχεία που χαρακτήριζαν και την ποιητική γραφή του, τόσο στην  έκφραση, όσο και στα θέματά του. Πρώτο του πεζογράφημα η συλλογή διηγημάτων «Για ένα φιλότιμο».  Συνεχίζουν να τον εμπνέουν, οι ίδιες ανθρώπινες καταστάσεις, τα ίδια προβλήματα, η προσφυγιά, η Σαλονίκη…

Γράφει: «Παρομοιάζω το σώμα μου με την πόλη αυτή-είναι άλλωστε η γενέτειρά μου και προς αυτήν πάντοτε κατατείνω. Τόσο τυραννικά διακατέχομαι, ώστε, πράγμα αστείο ίσως, νιώθω καμιά φορά να χαράζεται η τοπογραφία της απάνω μου, με τα σημάδια της, τα σχήματα και τα χρώματά της.»

1Το ίδιο καφενείο του λιμανιού πρωταγωνιστεί στα ποιήματα και στα πεζά του. Εκεί, περιμένει τον έρωτα, πίσω από τα τζάμια που τα μουσκεύει η βροχή, εκεί αναζητά την… παρέα του. Ο χρόνος χάνει τη λογική του σειρά, καθώς, μέσω συνειρμικών καταστάσεων, το παρόν μπερδεύεται με το παρελθόν και η αφήγηση διακόπτεται για λίγο για να συνεχιστεί στο  διηνεκές της συμπαγούς φαντασιακής  υπερβατικότητας.

Σύμφωνα με την Anna Zimbone, η οποία εντρύφησε στο έργο του Ιωάννου, ο ίδιος επέλεξε την πρόζα για να μπορεί έτσι να εμβαθύνει περισσότερο στο θέμα του, να το περιγράψει με περισσότερες λεπτομέρειες. Να αναπτύξει προβληματισμούς και αισθήματα. Στην πραγματικότητα, ο Ιωάννου δεν εγκαταλείπει ουσιαστικά την ποίηση, αφού το ποιητικό στοιχείο συνυπάρχει με την πρόζα μέσα στα κείμενά του.

Ο λόγος του απλός. Η αφήγησή του μονοεστιακή. Ο αφηγητής περιγράφει αυτά που βλέπει είτε ως συμμετέχων είτε ως θεατής. Έντονο το συναισθηματικό στοιχείο, διαγράφει τη δική του πορεία στον σύμπαντο κόσμο του και αφήνεται απαλά στην ψυχή του αναγνώστη. Η γραφή του, σε πρώτο πρόσωπο, τον βοηθά να υποδύεται όλους τους χαρακτήρες που θα ήθελε να είναι, όπως κάποτε δήλωσε ο ίδιος.

Από ξένους λογοτέχνες τον επηρεάζουν οι Dujarden και J. Joyce. Υπάρχουν, ωστόσο, και σημαντικά κοινά γνωρίσματα με τον Μ. Ρroust.

Οι ερωτικές  προτιμήσεις του συγγραφέα παρεκκλίνουν από αυτές που η κοινωνία αποδέχεται. Τον ελκύουν τα αρρενωπά χαρακτηριστικά. Οι άνδρες της εργατικής τάξης γίνονται οι φιγούρες που τον εμπνέουν ερωτικά,  αντίθετα με αυτές του Καβάφη που  μοιάζουν αμούστακες και ευάλωτες, αδύναμες, σχεδόν ασθενικές.

5Μέσα του, γίνεται ένας πόλεμος αξιών. Μια πάλη ανάμεσα στο αποδεκτό και στην επιθυμία του για το κατακριτέο… «Πέρασες μια νεότητα διαρκώς περιχυμένη στον ιδρώτα. Βρισκόσουν σχεδόν μόνιμα σε διχασμό. Και συχνά, εξαιτίας του εσωτερικού σου βασανισμού, άλλαζες απόφαση…»

Μια άλλη, ερωτική σχεδόν, σχέση είχε ο Ιωάννου  και με την Παράδοση. Ασχολείται με το Δημοτικό τραγούδι, καταγράφει  και εκδίδει πολλά δημοτικά τραγούδια , καθώς και παραδοσιακά παραμύθια και έργα του Θεάτρου Σκιών. Ασχολείται, επίσης, και με το θέατρο. Γράφει ένα έργο για παιδιά, « Το αυγό της κότας», ενώ μεταφράζει και σχολιάζει  την «Ιφιγένεια εν Ταύροις» του Ευριπίδη.  Άλλα έργα του, «Η Σαρκοφάγος», συλλογή πεζών με 29 κείμενα (1971), «Η μόνη κληρονομιά», συλλογή πεζών με 17 κείμενα (1974), «To δικό μας αίμα», (Πρώτο Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας, 1978) (1978), «Επιτάφιος Θρήνος» (1980), «Ομόνοια» (1980), «Η πρωτεύουσα των προσφύγων» (1984), «Ο της φύσεως έρως» (1986) κ.ά.

Ο σπουδαίος μουσικοσυνθέτης Νίκος Μαμαγκάκης μελοποίησε στίχους του Ιωάννου που έτυχαν μεγάλης αποδοχής από το κοινό, λόγω του έντονου συναισθηματισμού και του ερωτισμού τους, παρά την απλότητα των λέξεων.

«Μην περπατάς, μην περπατάς μαζί μου
να μη σε γράψουνε
με ξέρουνε στην πιάτσα
και θα σε κάψουνε
»

[su_youtube url=” https://www.youtube.com/watch?v=GdCiom9ynew” responsive=”no”]

Στις 16 Φεβρουαρίου του 1985,σε ηλικία 58 ετών, ο συγγραφέας της Σαλονίκης ,  θα «πετάξει» για τη «χώρα των αθανάτων»…

«Είσαι, λοιπόν, πεπεισμένος ότι κλείνοντας τα μάτια τελειώνεις. Εντούτοις, πολύ το επιθυμείς να μη σβηνόταν ολότελα κάθε ίχνος σου… Κι αν είσαι άνθρωπος του πνεύματος και έχεις δημιουργήσει κάποιο έργο, εξετάζεις τις δυνατότητες που έχει αυτό να σε διασώσει»

Ο Γιώργος Ιωάννου θα αφήσει ανεξίτηλα τα ίχνη του μέσα στα έργα του. «Διασώζεται», όπως ο ίδιος  επιθυμούσε, ως ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς, της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς.

Πηγές: 123 – 4

Κείμενο: Νάσια Δεληγιάννη (Lavart)

Μοιράσου το

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

YelloWizard.gr
YelloWizard.gr
YelloWizard.gr