«Τίποτα δεν είναι πιο επώδυνο για τον ανθρώπινο νου από την μεγάλη και άμεση αλλαγή»
Μαίρη Γουόλστονκραφτ Σέλλεϋ είναι το όνομα της Αγγλίδας δημιουργού του «Σύγχρονου Προμηθέα», του «Φρανκενστάιν», ενός έργου που ξεκίνησε ένα καλοκαίρι του 1816 ως μια απλή ιστορία φαντασμάτων.
Τέλη Μαΐου 1816. Ελβετία. Μια μικρή ομάδα Άγγλων πεζοπόρων σταθμεύει στο ξενοδοχείο d’Angleterre, ένα πέτρινο κτίσμα κοντά στη Λίμνη της Γενεύης. Απέναντί τους οι χιονισμένες Άλπεις, μια σπίθα λευκού σε έναν ωκεανό γκρίζου και γαλάζιου. Η ομάδα απαρτίζεται από τον 23άχρονο ποιητή Πέρσι Σέλλεϋ, την 18άχρονη γυναίκα του Μαίρη Γουόλστονκραφτ Γκόντγουιν και τον γιο τους Ουίλιαμ, ο οποίος είναι μόλις τεσσάρων μηνών. Μαζί τους, επίσης, βρίσκεται η ετεροθαλής αδελφή της Μαίρη, η Κλαιρ Κλέρμοντ. Αυτή είναι που θα κανονίσει την συνάντηση του νεόνυμφου ζεύγους με τον λόρδο Βύρωνα και τον προσωπικό του ιατρό, Τζον Πολιντόρι.
Ντροπαλοί στην αρχή, στην πρώτη αυτή συνάντησή τους με τον λόρδο δίπλα στη λίμνη, οι Σέλλεϋ σύντομα γνωρίζονται καλύτερα και αντιλαμβάνονται πως εκείνος μοιράζεται τα ίδια πάθη με αυτούς: η ίδια αγάπη λαδώνει με σάλιο τα ξεραμένα του χείλη, τα οποία εκστομίζουν λέξεις που ρέουν σαν τα ήρεμα νερά που γουργουρίζουν μπροστά τους. Η ίδια τρέλα οδηγεί τον λογισμό του, μια τρέλα που σύντομα θα δέσει την παρέα αυτή με αλύγιστα δεσμά φιλίας. Φεύγοντας από το ξενοδοχείο, η ομάδα αυτή των τεσσάρων ανθρώπων βρίσκει ένα νέο καταφύγιο ικανό να στεγάσει τις ρήσεις και συζητήσεις τους, την βίλα Diodati. Εκεί είναι, μέσα στις συχνές και άχαρες καλοκαιρινές μπόρες, την υγρασία, τη ζέστη και την ατμόσφαιρα ενός αρχαίου αρχοντικού γεμάτου κλειδωμένες πόρτες που ο λόρδος Βύρων θα προτείνει έναν καλοπροαίρετο διαγωνισμό λογοτεχνίας: καθένας από τους τέσσερίς τους θα γράψει μια ιστορία φαντασμάτων. Ευτυχώς, όλοι δέχονται με ετοιμότητα.
Έτσι, λοιπόν, καθένας ξεκινά να συνθέτει τη δική του σκοτεινή αφήγηση -παραδόξως, οι δύο διακεκριμένοι τεχνίτες του λόγου καταπιάστηκαν με λιγότερο ζήλο από τους συντρόφους τους. Ο Πέρσι προσπάθησε μάταια να επικαλεστεί μια παιδική του ανάμνηση ως καύσιμο για την έμπνευσή του -γρήγορα τα παράτησε. Ο Βύρων δημιούργησε ένα αρχέτυπο γοτθικής λογοτεχνίας βουτηγμένο στο υπερφυσικό και μακάβριο -τον Μάνφρεντ. Η Μαίρη, περνώντας πολλές νύχτες άυπνη, ακούγοντας ωστόσο συνεχώς τους δύο ποιητές να μιλούν για φαντάσματα και βρικόλακες, αποφάσισε πως δεν είχε αρκετή έμπνευση για να γράψει κάτι αντάξιο του τρομακτικού και τερατώδους. Τότε ήταν, όμως, που σπίθισε μέσα της το ελάχιστο ηλεκτρικό φορτίο που χρειάζεται για να φλογίσει η γαλβανική μπαταρία που θα δώσει υπόσταση -ζωή- σε μια άμορφη έως τώρα ύπαρξη. Με τον τρόπο αυτό, υπό την επιταγή ενός παιχνιδιού μεταξύ φίλων, γεννήθηκε ο «Σύγχρονος Προμηθέας», ο Φρανκενστάιν. Όσον αφορά τον Πολιντόρι, αυτός θα γράψει το Vampyre, ένα έργο που θα γεννήσει την εικόνα του βρικόλακα αριστοκράτη στον Dracula του Μπραμ Στόκερ, 70 χρόνια αργότερα.
Μέσα στα επόμενα οκτώ χρόνια, οι Πέρσι, Βύρων και Τζον θα είναι νεκροί. Είναι ωστόσο η συνάντηση των προσώπων αυτών σε μια ξύλινη βίλα της Ελβετίας, το καλοκαίρι του 1816, που γέννησε κάποιες από τις σημαντικότερες ιστορίες της μοντέρνας λογοτεχνίας του τρόμου. Και όλα, για ένα παιχνίδι του λόρδου Βύρωνα.
Κείμενο: Νικήτας Διαμαντόπουλος (Lavart)