Η σπουδαία ερμηνεύτρια φιλοξενείται στη Lavart με αφορμή την μουσική παράσταση στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, αφιερωμένη στη ζωή και τα τραγούδια της αείμνηστης Τζένης Βάνου
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Πόσο καιρό είχατε να επισκεφθείτε τη Θεσσαλονίκη; Επαγγελματικά, πάντα.
Φωτεινή Δάρρα: Νομίζω ότι η τελευταία φορά ήταν όταν έκανα τις κοινές εμφανίσεις με τον Γιάννη Πάριο στο Stage. Πριν από τρία χρόνια, αν δεν κάνω λάθος.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Τώρα επιστρέφετε με μία πολύ δυνατή αφορμή, αυτή τη συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής με τραγούδια της αείμνηστης Τζένης Βάνου.
Φωτεινή Δάρρα: Είναι εξαιρετικός ο λόγος που ανεβαίνω ξανά, γιατί είναι η πόλη της Βάνου, αναμφισβήτητα, και παράλληλα μια πόλη στην οποία όποτε βρεθώ έχω τις καλύτερες εντυπώσεις και ως επισκέπτρια και ως καλλιτέχνης.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Νομίζω πως όλοι έχουν λίγο-πολύ αυτή την εικόνα για τη Θεσσαλονίκη.
Φωτεινή Δάρρα: Γενικά, θεωρείται δύσκολο το κοινό της Θεσσαλονίκης. Εγώ, πάντως, πιστεύω το αντίθετο, ότι δηλαδή είναι ένα κοινό εκλεκτικό. Θέλει να του πεις μια αλήθεια, να το «κερδίσεις» και, αν το κάνεις σωστά και το καταλάβει από την αρχή, είναι πολύ θετικό.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Η Τζένη Βάνου – αφήστε με να μαντέψω – ήταν το προσωπικό σας ίνδαλμα;
Φωτεινή Δάρρα: Αν κάποιος Έλληνας τραγουδιστής πει ότι δεν του αρέσει η Τζένη Βάνου, σίγουρα λέει ψέματα. Είναι μια φωνή που έχει «σημαδέψει» τη νιότη όλων μας, τους πρώτους μας έρωτες, τον πόνο που νιώθεις μετά την εγκατάλειψη που βιώνεις. Μια φωνή που δεν έχει υπάρξει ισάξιά της στο ρεπερτόριο που τραγούδησε η ίδια και που, κατά τη γνώμη μου, είναι αξιοθαύμαστη, αφού κατάφερε να κάνει δύο καριέρες. Μία με το ελαφρό τραγούδι, ξεκινώντας από το Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης με τις μεγάλες ορχήστρες και τον Μίμη Πλέσσα, και μία με το λαϊκό τραγούδι, με τα πρώτα λαϊκά που της έγραψε ο Τόλης Βοσκόπουλος.
Για μένα, η Τζένη Βάνου είναι αναμφισβήτητα η κορυφαία γυναικεία φωνή στην Ελλάδα και θα έπρεπε να είναι εκτός συναγωνισμού όσον αφορά και την ερμηνεία αλλά και τις τεχνικές δυνατότητες σε σχέση με οποιονδήποτε άλλο τραγουδιστή του ελαφρού.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Είχατε τη χαρά να συναντηθείτε μαζί της ερμηνευτικά σε μία εκπομπή του Σπύρου Παπαδόπουλου, αν δεν απατώμαι.
Φωτεινή Δάρρα: Ακριβώς. Είχα την τεράστια ευτυχία να τη γνωρίσω και η πιο μεγάλη χαρά ήταν το ότι τη γνώρισα και ως άνθρωπο. Αυτό για μένα είναι το πιο σημαντικό: όταν συναντάς έναν άνθρωπο, έναν καλλιτέχνη τον οποίο θαυμάζεις, και αισθάνεσαι πως και ως προσωπικότητα ανταποκρίνεται στις προσδοκίες σου. Ήταν ένας εξαιρετικός άνθρωπος, μία γυναίκα πονεμένη, με μία πολύ ταραγμένη ζωή και μερικά στοιχεία της ζωής της, όπως αυτά, αναφέρονται και μέσα στη δική μας παράσταση, πιο πολύ για να «φωτίσουν» αυτή την προσωπικότητα, πάντα με απόλυτο σεβασμό στη μνήμη της. Ο κόσμος θέλει να μαθαίνει και τα βιώματα του τραγουδιστή, που ενδεχομένως τον οδήγησαν σε αυτές τις ερμηνείες.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Της το είχατε πει ποτέ ότι τη θαυμάζετε;
Φωτεινή Δάρρα: Όχι απλώς της το έχω πει, αλλά της το είχα εκφράσει και στον «αέρα» τότε της εκπομπής, όταν μου ζήτησαν να πω ένα τραγούδι της, το «Εδώ τελειώνει ο ουρανός». Ήταν κι εκείνη παρούσα και, όταν τελείωσα την ερμηνεία, της είπα on air ότι δεν ξέρω πώς το έκανα, πώς το τόλμησα αυτό. Πραγματικά, το εννοούσα. Εκείνη, όμως, μου διέλυσε αμέσως το άγχος, λέγοντάς μου ότι «Αλίμονο εάν οι καλοί τραγουδιστές δεν επαναλαμβάνουν τα τραγούδια καλών τραγουδιστών». Εκεί κατάλαβα το μεγαλείο της ψυχής ορισμένων μεγάλων καλλιτεχνών, που χαίρονται όταν οι νεότεροι λένε τα τραγούδια τους, ακόμη κι αν τα ακούν από άλλες φωνές. Με αυτό τον τρόπο, δίνουν βήμα στους νέους ανθρώπους, όπως με τη σειρά μας κι εμείς θα πρέπει να δώσουμε βήμα σε εκείνους που τώρα ξεκινάνε.
You are currently viewing a placeholder content from YouTube. To access the actual content, click the button below. Please note that doing so will share data with third-party providers.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Πάντως, το θέμα της φωνής με προβληματίζει. Λένε πως μόνο όταν χάσεις κάτι συνειδητοποιείς την πραγματική του αξία. Πιστεύετε πως της είχε δοθεί η προσοχή και ο σεβασμός που της άξιζε στον απαραίτητο βαθμό;
Φωτεινή Δάρρα: Η απάντηση για μένα είναι γρήγορη: όχι. Η αδικία γύρω από το πρόσωπό της συνοψίζεται και στις δύο συμμετοχές της στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης, όπου πήρε το Β’ Βραβείο και τις δύο φορές. Για μένα, η Τζένη Βάνου είναι αναμφισβήτητα η κορυφαία γυναικεία φωνή στην Ελλάδα και θα έπρεπε να είναι εκτός συναγωνισμού όσον αφορά και την ερμηνεία αλλά και τις τεχνικές δυνατότητες σε σχέση με οποιονδήποτε άλλο τραγουδιστή του ελαφρού. Φυσικά, με μεγάλο σεβασμό σε πολύ μεγάλες φωνές που έχουν υπάρξει. Όμως, η δική της ήταν ξεχωριστή.
Τα δύο «φαινόμενα» που έχουν περάσει φωνητικά από την Ελλάδα ήταν η Μαρία Κάλλας και η Τζένη Βάνου σε δύο τελείως διαφορετικά είδη.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Ίσως η προτίμησή της – αν μπορώ να το θέσω έτσι – στο συγκεκριμένο είδος της έδωσε αυτόματα την ταμπέλα της «ελαφρολαϊκής» και γι’ αυτό για κάποιους περνούσε στα ψιλά γράμματα. Αν είχε ερμηνεύσει, παραδείγματος χάρη, έντεχνα κομμάτια, όλοι θα μιλούσαν για μία ακόμη Χαρούλα Αλεξίου.
Φωτεινή Δάρρα: Ξέρετε, πολλές φορές πρέπει πια να αναζητούμε – γιατί πλέον έχουμε τη δυνατότητα να το κάνουμε – και τι είδους ευκαιρίες έχουν δοθεί σε κάποιους ανθρώπους. Όχι μόνο το τι επιλέγει αυτός. Δεν είναι πάντα όλα προσωπική μας επιλογή. Ενδεχομένως κάποιος να θέλει να κάνει και κάτι διαφορετικό αλλά οι συνθήκες της ζωής, της πορείας του να τον οδήγησαν σε συγκεκριμένες επιλογές. Σαφώς, το ελαφρό τραγούδι δεν υποτιμάται, ούτε εγώ το θεωρώ κατώτερο. Εκείνη την εποχή ήταν το κυρίαρχο είδος, έβγαλε τεράστια κομμάτια και πολύ μεγάλους συνθέτες, όπως ο Πλέσσας, ο Λαβράνος, ο Μουζάκης, ο Καπνίσης.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Η ίδια τι γνώμη είχε για τον εαυτό της;
Φωτεινή Δάρρα: Η ίδια η Βάνου, όταν ξεκίνησε στο λαϊκό, δεν πίστευε στην καριέρα της. Είχε παραδεχθεί, μάλιστα, σε συνέντευξή της ότι, όταν της είχε γράψει ο Τόλης Βοσκόπουλος λαϊκά τραγούδια, το «Αγόρι μου», την πρώτη της μεγάλη λαϊκή επιτυχία, η ίδια δεν πίστευε ότι είναι λαϊκή τραγουδίστρια. Προσπάθησε πολύ και, κατά τη γνώμη μου, δικαίως, διότι έδωσε στο λαϊκό πολύ μεγάλες ερμηνείες. Και όλο αυτό το έκανε – σε μία περίοδο που η «μόδα» του ελαφρού είχε περάσει – για λόγους καθαρά βιοποριστικούς και όχι για λόγους καριέρας, γιατί δεν ήταν τέτοιος άνθρωπος. Είχε δύο παιδιά, είχε χωρίσει, ήταν μόνη και έπρεπε κάπως να επιβιώσει. Αυτά προσπαθούμε να τα αναφέρουμε ακροθιγώς και στην παράσταση, διότι νομίζω πως αυξάνουν τον «μύθο» αυτής της καλλιτέχνιδας.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Δεν πίστευε σε αυτή την πτυχή της φωνής της, ίσως και γιατί ήταν λίγο ψηλότερα τοποθετημένη σε σχέση με αυτές που έχουμε συνηθίσει να ακούμε στα λαϊκά. Βέβαια, όταν ακούει κανείς ερμηνείες της Βάνου, αντιλαμβάνεται αμέσως περί ποιας τραγουδίστριας πρόκειται. Είναι χαρακτηριστική η χροιά της.
Φωτεινή Δάρρα: Για μένα αυτό είναι το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό που πρέπει να έχει ένας τραγουδιστής, το να τον ακούς τυχαία στο ραδιόφωνο και να τον αναγνωρίσεις με την πρώτη, χωρίς αμφιβολία. Η Τζένη Βάνου αυτό το είχε στον μέγιστο βαθμό. Και, ας μην κρυβόμαστε, αυτό έχει να κάνει και με τις τεράστιες φωνητικές δυνατότητες. Τα τραγούδια που είπε, τεχνικά και μουσικά, ήταν τόσο απαιτητικά που νομίζω πως ήταν αδύνατο να τα τραγουδήσει κάποια άλλη.
Πρέπει να πειραματίζεσαι. Δεν βγαίνουν όλα τα πειράματα σε καλό, αλλά νομίζω πως ο ορισμός του καλλιτέχνη είναι να πειραματίζεται, είτε αυτό πετύχει είτε όχι. Αλλιώς δεν είσαι καλλιτέχνης, είσαι έμπορος.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Διότι άλλο «καλή φωνή», που έχει να κάνει με την τεχνική και τη σωστή απόδοση στις νότες, και άλλο «ωραία φωνή», που σχετίζεται περισσότερο με τη χροιά. Στην Ελλάδα τα συγχέουμε λιγάκι αυτά τα δύο. Ευτυχώς, η Τζένη Βάνου τα είχε και τα δύο.
Φωτεινή Δάρρα: Σαφώς. Είχε τεράστια τεχνική δυνατότητα, μία αρτιότατη φωνή από τη φύση της. Τα δύο «φαινόμενα» που έχουν περάσει φωνητικά από την Ελλάδα ήταν η Μαρία Κάλλας και η Τζένη Βάνου σε δύο τελείως διαφορετικά είδη. Φωνές με απίστευτες δυνατότητες στο αυστηρά τεχνικό κομμάτι αλλά και στο άλλο, το ερμηνευτικό.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Μια σπουδαία γυναικεία φωνή του ελληνικού πενταγράμμου είχε πει ότι «καλή φωνή είναι εκείνη που μπορεί να σταθεί μόνη της με ένα όργανο». Θα έλεγα πως αυτή είναι στο κάτω-κάτω και η ουσία, σωστά;
Φωτεινή Δάρρα: Δεν ξέρω αν είναι μόνο αυτό, πάντως είναι και αυτό. Έχει να κάνει και με το πόσο μπορεί να σε «αγγίξει», είτε είναι με ένα όργανο είτε με εκατό. Συνήθως, «καλό τραγουδιστή» οι Έλληνες λέμε αυτόν που μας «αγγίζει».
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Έβλεπα προχθές αποσπάσματα από το live σας στο Αμφιθέατρο του Χολαργού και σκεφτόμουν πόσο ξεχωριστές είναι κάτι τέτοιες unplugged στιγμές για τους καλλιτέχνες. Σας απογυμνώνουν κατά έναν τρόπο.
Φωτεινή Δάρρα: Έτσι είναι. Από τη μια κάνουν αυτό, από την άλλη δημιουργούν μια αμεσότητα με τον κόσμο και μηδενίζουν τις αποστάσεις. Κι εμένα μ’ αρέσει όταν συμβαίνει αυτό. Δεν την θέλω την απόσταση, θέλω να την καταργώ.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Ομολογώ ότι τα τελευταία επαγγελματικά σας βήματα με εντυπωσιάζουν με την ποικιλομορφία τους. Πώς συνδυάζονται τα τραγούδια της Τζένης Βάνου με τη διασκευή του Παναγιώτη Μάργαρη στο Nothing Else Matters και τους πιο παραδοσιακούς ήχους στο νέο σας κομμάτι, τη Φωλιά.
Φωτεινή Δάρρα: Θεωρώ πως, όταν λες αλήθεια κι όταν μπορείς να φανταστείς τον εαυτό σου μέσα σε κάτι, ακόμα κι αν είναι αντιφατικό σε σχέση με όσα έχεις κάνει, πρέπει να το κάνεις. Πρέπει να πειραματίζεσαι. Δεν βγαίνουν όλα τα πειράματα σε καλό, αλλά νομίζω πως ο ορισμός του καλλιτέχνη είναι να πειραματίζεται, είτε αυτό πετύχει είτε όχι. Αλλιώς δεν είσαι καλλιτέχνης, είσαι έμπορος.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Να τα πάρουμε ένα-ένα; Ας ξεκινήσουμε από τη διασκευή των Metallica, που ήταν προσωπικά και η μεγαλύτερη έκπληξη.
You are currently viewing a placeholder content from YouTube. To access the actual content, click the button below. Please note that doing so will share data with third-party providers.
Φωτεινή Δάρρα: Αυτό ήταν κάτι που μου το ζήτησε ο Παναγιώτης Μάργαρης και ήταν το πρώτο κομμάτι που είπα αμέσως μετά τη γέννηση της κόρης μου.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Σημαδιακός ο τίτλος, λοιπόν.
Φωτεινή Δάρρα: Ακριβώς.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Η σχέση σας με αυτού του είδους τη μουσική; Τους Metallica, τους Pink Floyd, τους Guns ‘n’ Roses ενδεχομένως;
Φωτεινή Δάρρα: Κατ’ αρχάς, η μουσική δεν έχει σύνορα. «Πατρίδες» υπάρχουν στη μουσική, οι κουλτούρες δηλαδή από χώρα σε χώρα αλλάζουν, αλλά η μουσική πρέπει να ταξιδεύει. Μου αρέσει να γνωρίζω τις μουσικές, τα είδη που τραγουδούν άλλοι λαοί. Μέσα σε αυτά τα είδη είναι και η ροκ, αν και δεν θεωρώ πως θα μπορούσα ποτέ να τραγουδήσω με μία ροκ ή μέταλ μπάντα. Θα ήταν περίεργο. (γέλια) Αλλά στην περίπτωση της διασκευής του Παναγιώτη, που είναι μια τελείως διαφορετική απόδοση, θέλω να πιστεύω ότι τα καταφέραμε μια χαρά.
Αν θέλουμε να γνωρίσουμε τον κόσμο, μπορούμε να τον γνωρίσουμε πολύ καλύτερα μέσα από την Τέχνη του
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Έχει να κάνει και με την πλαισίωση, το πώς θα το προσεγγίσεις και θα το παρουσιάσεις.
Φωτεινή Δάρρα: Αν βρεις την «αλήθεια» της μουσικής, μπορείς να την διασκευάσεις και καταλαβαίνεις ότι, ενώ φαινομενικά είναι εντελώς διαφορετικό, στην πραγματικότητα είναι κάτι κοινό. Διατηρεί αυτό που θέλουν να πουν οι στίχοι, την κατάσταση που περιγράφει η μουσική. Αυτά δεν πρέπει να τα πειράξεις. Πρέπει να προσπαθήσεις να αφήσεις αναλλοίωτη την αλήθεια του κομματιού.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Και από τους Metallica στον Ψηλορείτη και το νέο σας τραγούδι, που έχει τίτλο Φωλιά. Ξεχωριστό κομμάτι σας εμπιστεύτηκε ο Νίκος Μαυράκης.
Φωτεινή Δάρρα: (γέλια) Δεν είναι ροκ ο Ψαραντώνης;
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Εξαιρετικός είναι.
Φωτεινή Δάρρα: Αυτός κι αν έχει ενώσει δύο είδη που θεωρητικά δεν ενώνονται! Στα φεστιβάλ του εξωτερικού που πηγαίνει γίνεται χαμός.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Μα και ο γιος του, ο Γιώργος Ξυλούρης, κάνει απίστευτα πράγματα διεθνώς με τους Xylouris White. Πράγματα που στην Ελλάδα δεν τα γνωρίζουμε.
Φωτεινή Δάρρα: Αν μη τι άλλο, είναι ελληνική η φράση «ουδείς προφήτης εν τη αυτού πατρίδι», που δεν μας τιμά και πάρα πολύ. Δυστυχώς, είναι αλήθεια. Οι Έλληνες, όταν βγαίνουν στο εξωτερικό, συνήθως μεγαλουργούν κι αυτό μετά δεν γίνεται γνωστό στην Ελλάδα. Ο Ντέμης Ρούσσος, για παράδειγμα, ήταν ένας τεράστιος καλλιτέχνης στο εξωτερικό και στην Ελλάδα ήταν γνωστός κυρίως στις μεγαλύτερες ηλικίες. Μόνο όταν «έφυγε» τον γνώρισαν οι νεότεροι με τα αφιερώματα που έγιναν στη μνήμη του.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Που και πάλι δεν είναι σε θέση να συνειδητοποιήσουν το μέγεθος.
Φωτεινή Δάρρα: Ήταν ένας καλλιτέχνης που έκανε στ’ αλήθεια διεθνή καριέρα.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Μα ας δούμε, πρώτα-πρώτα, το παράδειγμα της Νάνας Μούσχουρη, που είναι ίσως το πιο κραυγαλέο απ’ όλα.
Φωτεινή Δάρρα: Η Νάνα Μούσχουρη, ο Βαγγέλης Παπαθανασίου. Ο Μίκης Θεοδωράκης και ο Μάνος Χατζιδάκις, που έχουν τραγουδηθεί σε πόσες γλώσσες, από τους Beatles, την Edith Piaf, τεράστιες μορφές του παγκόσμιου τραγουδιού.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Και ο Αττίκ, επίσης.
Φωτεινή Δάρρα: Ακριβώς. Είχα κάνει μία συναυλία στο Τόκιο πριν από κάποια χρόνια και έχουν μεταφραστεί πέντε – όχι ένα – τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι και είναι γνωστά εκεί στα ιαπωνικά. Τρελάθηκα όταν συνειδητοποίησα ότι το κοινό από κάτω ήξερε αυτά τα τραγούδια.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Είναι αυτό που είπατε, ότι η μουσική πρέπει να ταξιδεύει. Ευτυχώς, το κάνει.
Φωτεινή Δάρρα: Η Τέχνη γενικά πρέπει να ταξιδεύει. Αν θέλουμε να γνωρίσουμε τον κόσμο, μπορούμε να τον γνωρίσουμε πολύ καλύτερα μέσα από την Τέχνη του. Νομίζω πως είναι πολύ πιο ασφαλής τρόπος να γνωρίσεις έναν πολιτισμό μέσα από την Τέχνη του και δευτερευόντως από την ιστορία του. Η Τέχνη του σου λέει πολλά περισσότερα.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Επιστρέφω στη Φωλιά, στο νέο σας κομμάτι, όπου εντυπωσιάστηκα και από τα πλάνα του Γιώργου του Χαλαμπαλάκη. Δεν βλέπουμε συχνά τέτοιες εικόνες στα ελληνικά video clip.
Φωτεινή Δάρρα: Σας ευχαριστούμε πολύ.
You are currently viewing a placeholder content from YouTube. To access the actual content, click the button below. Please note that doing so will share data with third-party providers.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Έμαθα πως στήθηκε ολόκληρη γιορτή στα γυρίσματα. Η υποδοχή των κατοίκων ήταν θερμότατη.
Φωτεινή Δάρρα: Ήταν ακριβώς όπως το περιγράφετε. Μας υποδέχθηκαν με όργανα, με χορούς, με φαγητά. Ήταν πιο πολύ ένα γλέντι, παρά ένα γύρισμα. Σε αυτόν τον εκπληκτικό τόπο, τον Ψηλορείτη, νιώθεις ότι είσαι εσύ κι ο Θεός.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Και η ενορχήστρωση του Γιώργου Παπαχρηστούδη αξίζει συγχαρητήρια, με τον οποίο συνεργάζεστε και στο πρόγραμμα για τη Τζένη Βάνου. Σας ελκύει γενικά η κρητική μουσική, έτσι; Έχει μια αυστηρή λιτότητα και έντονο συναίσθημα.
Φωτεινή Δάρρα: Από παιδί με είχε «κερδίσει» η κρητική μουσική. Έμαθα κρητικούς χορούς, μου αρέσει ο ρυθμός που έχουν, ο δυναμισμός και η χαρά που κρύβουν ταυτόχρονα.
Το σίγουρο είναι ότι το Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης είχε αναδείξει πολύ μεγάλα τραγούδια και ονόματα και θα ήταν χαράς έργον να ζωντανέψει ξανά με νέους καλλιτέχνες, ανθρώπους που αξίζουν και πρέπει να βγουν μπροστά.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Φέτος, σας παρακολουθήσαμε και στο πρωτοχρονιάτικο πρόγραμμα της ΕΡΤ μαζί με άλλα σπουδαία ονόματα.
Φωτεινή Δάρρα: Ήταν μία πολύ δυνατή στιγμή, μιας και είχε 17 χρόνια να κάνει πρωτοχρονιάτικο πρόγραμμα η ΕΡΤ. Ήταν μία «πρόταση» για την ελληνική τηλεόραση.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Αλήθεια, μολονότι δεν αναφέρεται ποτέ, οι καλλιτέχνες – ή τέλος πάντων κάποιοι – αμείβονται για τέτοιου είδους συμμετοχές;
Φωτεινή Δάρρα: Όχι, όχι, ποτέ. Είναι τιμητικό, έτσι κι αλλιώς, να σε καλούν σε τέτοιου είδους προγράμματα «καλής» τηλεόρασης, διότι έτσι προβάλλεται η δουλειά μας με τον σωστό τρόπο.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Πάμε λιγάκι ξανά στη Τζένη Βάνου; Αναφερθήκατε κι εσείς στην αρχή της συζήτησής μας στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης. Η Τζένη Βάνου είχε συμμετάσχει τρεις φορές, αν δεν απατώμαι. Ήταν το 1963, το 1964 και τελευταία φορά το 1977, όπου κέρδισε το Βραβείο Ερμηνείας με το «Να μ’ αγαπάς» του Γιώργου Μανίκα της Μάρως Μπιζάνη. Εκείνη τη χρονιά, νικήτρια είχε αναδειχθεί η Άννα Βίσση.
Φωτεινή Δάρρα: Δεν το γνώριζα αυτό το τελευταίο, ομολογώ.
Σκεφτείτε μία κοινωνία χωρίς Τέχνη. Είναι μια κοινωνία χωρίς φως, χωρίς αξίες. Αν παραγκωνιστεί η Τέχνη, στην αρχή δεν θα φανεί, όμως αργότερα θα έχει τρομακτικό αντίκτυπο στην κοινωνία.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Το παρακολουθούσατε το Φεστιβάλ; Πάνω τώρα 10 χρόνια που έχει «σιωπήσει».
Φωτεινή Δάρρα: Στην πιο πρόσφατη εκδοχή του, ναι.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Μόνο τέσσερις διοργανώσεις έγιναν από το 2005 έως το 2008 κι απ’ αυτές προέκυψαν η Ευσταθία, ο Σταύρος Σιόλας και άλλοι αξιόλογοι μουσικοί και ερμηνευτές. Θα μπορούσε, κατά τη γνώμη σας, να αναβιώσει υπό την παρούσα κατάσταση; Την πολιτική, την οικονομική, την καλλιτεχνική.
Φωτεινή Δάρρα: Για την πολιτική δεν μπορώ να σας απαντήσω αν θα μπορούσε ή όχι. Δεν είμαι η αρμόδια. Το σίγουρο είναι ότι το Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης είχε αναδείξει πολύ μεγάλα τραγούδια και ονόματα και θα ήταν χαράς έργον να ζωντανέψει ξανά με νέους καλλιτέχνες, ανθρώπους που αξίζουν και πρέπει να βγουν μπροστά. Θα είναι καλό και για τους ίδιους αλλά και για εμάς, γιατί το έχουμε ανάγκη να συνεχίσει το καλό ελληνικό τραγούδι να υπάρχει, να μπορεί ο κόσμος μέσα από αυτά να ψυχαγωγείται.
Η ζυγαριά γέρνει πάντα προς τη μεριά της οικογένειας και της προσωπικής μου ζωής.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Στο πολιτικό κομμάτι αναφέρομαι κυρίως στη στήριξη από την τοπική αυτοδιοίκηση.
Φωτεινή Δάρρα: Σε αυτό συμφωνώ, ναι. Η Τέχνη είναι ένα από τα βασικά στοιχεία που πρέπει να έχει μια κοινωνία για να λειτουργεί σωστά, γι’ αυτό και πρέπει να της δίνεται βήμα. Σκεφτείτε μία κοινωνία χωρίς Τέχνη. Είναι μια κοινωνία χωρίς φως, χωρίς αξίες. Αν παραγκωνιστεί η Τέχνη, στην αρχή δεν θα φανεί, όμως αργότερα θα έχει τρομακτικό αντίκτυπο στην κοινωνία.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Ας δούμε και το Φεστιβάλ Κινηματογράφου, που η Θεσσαλονίκη το έχει «σημαία».
Φωτεινή Δάρρα: Και πολύ καλά κάνει, γιατί έτσι είναι.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Θα μπορούσε να υπάρχει ακόμη το Φεστιβάλ Τραγουδιού και να είχε εξελιχθεί σε κάτι αντίστοιχο.
Φωτεινή Δάρρα: Ελπίζω ότι οι νεότεροι άνθρωποι θα καταλάβουν την αναγκαιότητά του και θα απαιτήσουν να ξανασυμβεί κάτι τέτοιο.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Μεταφέρομαι στην παράστασή σας και στα κομμάτια που ερμηνεύετε εκεί, τα οποία τα έχετε πει τόσες φορές, που θα έλεγε κανείς ότι με τον τρόπο σας τα έχετε «υιοθετήσει». Ο κόσμος σας τα ζητάει συνεχώς κι αυτό αποδεικνύει την καλή δουλειά που έχετε κάνει. Κάθε καινούρια ερμηνεία είναι και μια νέα πρόκληση ή έχετε μάθει πλέον τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζετε κάθε κομμάτι ξεχωριστά;
Φωτεινή Δάρρα: Αν φτάσεις στο σημείο να έχεις έναν τρόπο με τον οποίο λες τα τραγούδια, νομίζω πως το ζητούμενο έχει χαθεί. Κάθε φορά πρέπει να ανακαλύπτεις ένα καινούριο τραγούδι και να το λες με τον τρόπο που το ίδιο σου επιβάλλει να το πεις. Κάθε τραγούδι είναι συγκεκριμένο και οφείλεις να σεβαστείς την ερμηνεία των ανθρώπων που τα έχουν πρωτοπεί.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Υπάρχουν κομμάτια της Βάνου που θα τα πείτε για πρώτη φορά ζωντανά;
Φωτεινή Δάρρα: Ναι, φυσικά. Αν και, κυρίως, είναι κομμάτια που τα συμπεριλαμβάνω συχνά στις συναυλίες μου, στο συγκεκριμένο πρόγραμμα έχουμε βάλει και τραγούδια που θα τα παρουσιάσω για πρώτη φορά. Είναι κομμάτια από την πρώτη της περίοδο, την περίοδο του Φεστιβάλ, αλλά και κάποια από τη δεύτερη, πιο λαϊκά, που δεν βάζω συνήθως στις συναυλίες μου, όπως το «Έρωτά μου ανεπανάληπτε».
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Κάποιο κομμάτι της που να «χτυπάει φλέβα»;
Φωτεινή Δάρρα: Είναι πολλά αυτά που «αγγίζουν» και, κατά τη διαδικασία του στησίματος του προγράμματος μαζί με τους μουσικούς μου, ανακαλύπτω συνεχώς κι άλλα. Έχουμε συμπεριλάβει πολύ όμορφα κομμάτια και νομίζω ότι είναι από τα πιο ωραία προγράμματα που έχουμε κάνει από άποψη ρεπερτορίου.
You are currently viewing a placeholder content from YouTube. To access the actual content, click the button below. Please note that doing so will share data with third-party providers.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Μια τέτοιου είδους προσήλωση στα τραγούδια της Βάνου προϋποθέτει και μια μεγάλη μελέτη γύρω από τη ζωή και την τεχνική της. Τι σας έχει μάθει η ενασχόλησή σας μαζί της; Υπήρξαν στιγμές που εντυπωσιαστήκατε με κομμάτια της ζωής ή της μουσικής της που προηγουμένως δεν γνωρίζατε;
Φωτεινή Δάρρα: Ναι, φυσικά. Ήταν κάποια κομμάτια της ζωής της, κυρίως, που με εντυπωσίασαν ιδιαίτερα και το βασικό είναι πως ήταν ένας άνθρωπος που δεν έβαζε την καριέρα της πάνω από την προσωπική της ζωή. Αυτό είναι και το κοινό μας σημείο. Η ζυγαριά γέρνει πάντα προς τη μεριά της οικογένειας και της προσωπικής μου ζωής. Αν κάποιος με ξέρει και είχε γνωρίσει τη Τζένη Βάνου, θα το διαπιστώσει. Είναι το πιο ιντριγκαδόρικο στοιχείο που υπάρχει μέσα σε αυτή την ιστορία.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Θα τα δούμε όλα αυτά στην παράσταση στις 3 Φεβρουαρίου. Υπάρχουν και κομμάτια με πρόζα μέσα στο πρόγραμμα;
Φωτεινή Δάρρα: Κάποια μικρά ναι, κυρίως βιογραφικές αναφορές που «φωτίζουν» κάποιες στιγμές της ζωής της που αξίζει να προβληθούν.
Γιάννης Καρακασίδης (Lavart): Θα περιμένουμε με ενδιαφέρον να σας απολαύσουμε. Καλή τύχη.
Φωτεινή Δάρρα: Σας ευχαριστώ πολύ. Καλή συνέχεια και σε εσάς.
Συνέντευξη: Γιάννης Καρακασίδης (Lavart)
INFO
Τζένη Βάνου ερμηνεύει η Φωτεινή Δάρρα
Σάββατο 3 Φεβρουαρίου 2018, 21:00
Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης
Πληροφορίες για εισιτήρια θα βρείτε εδώ.