Fantastic Beasts: Grindelwald Did Nothing (Wrong)

[dropcap size=big]A[/dropcap]ν είχατε τον φόβο ότι η πρώτη ταινία και ο αμήχανος Newt Scamander ξεσκαρτάρονται εδώ ως απλός πρόλογος για ένα prequel του Harry Potter με επίκεντρο τους Grindelwald και Dumbledore, εξανεμίστε τις αμφιβολίες αυτές. Φόβους Διώξιους.

Fantastic Beasts: The Crimes of Grindelwald. Αυτό είναι ο τίτλος του δεύτερου μέρους της πενταλογίας που μαγειρεύει στη χύτρα της η J. K Rowling, με τον David Yates να επιστρέφει στον ρόλο του σκηνοθέτη που θα αναλάβει να τακτοποιήσει τις δεκάδες ιστοριογραμμές μιας ταινίας που θα ήταν πολύ πιο εύπεπτη ως βιβλίο. Το μόνο έγκλημα όμως που σημειώνεται εδώ είναι πως το έργο δεν είναι μεγαλύτερο. Και αυτό δεν είναι απαραιτήτως θετικό σχόλιο, καθώς κάθε σκηνή φαντάζει τόσο παραγεμισμένη που λίγες παραπάνω ή η επιμήκυνση των ήδη υπαρχουσών θα επέτρεπε λίγο breathing space για μια πιο ολοκληρωμένη κινηματογραφική εμπειρία. Αυτό που εν τέλει παραδίδουν οι Rowling και Yates μοιάζει με ένα πανέμορφο (και μεγάλο) τρέιλερ για το επόμενο έργο τους.

Accio Πλοκή

Ξεκινάμε με μια από τις πιο δυνατές ίσως σκηνές σε όλες τις ταινίες του Wizarding World: τη δραπέτευση του Gellert Grindelwald (τι σοκ). Υπάρχει κάτι το ολότελα τρομακτικό και ταυτόχρονα ελκυστικό στο να βλέπεις έναν πανίσχυρο μάγο να παλεύει για τη ζωή του μέσα σε βροχή και καταιγίδα, ρίχνοντας ριπές και υποτάσσοντας τον ίδιο τον ουρανό να ξεράσει κεραυνούς στους φιλόδοξους κυνηγούς του. Όλα αυτά δίχως να πει λέξη. Είναι αυτή η απεικόνιση του πώς οι μάγοι χρησιμοποιούν τη μαγεία όχι μόνο σε καθημερινές ασχολίες αλλά και καταστάσεις οι οποίες αποπνέουν πραγματικό κίνδυνο που χαρίζει αυτή την αναχρονική αίγλη στα έργα της συγγραφέως (πλέον και σεναριογράφου). Αφού λοιπόν ο πήχης έχει τεθεί ήδη αρκετά ψηλά, η ταινία ξαφνικά κατακερματίζεται: εισάγει νέους χαρακτήρες, φέρνει πίσω παλιούς, και το κυριότερο είναι ότι αγνοεί πλήρως το κοινό που προσπαθεί να αφομοιώσει και να συμμαζέψει τις πληροφορίες που βρίθουν με exposition. Ενώ λοιπόν το έργο είναι 2 ώρες και κάτι και παραγεμισμένο με ονόματα, μέρη, ξόρκια, πλάσματα και γενεαλογικά δέντρα, η υπόθεση μπορεί να συνοψιστεί σε μια μόνο πρόταση: Ο Grindelwald μαζεύει τη στρατιά του. Τόσο απλά. Φυσικά συμβαίνουν χίλια δυο άλλα μικροπράγματα, με κάθε χαρακτήρα τόσο απασχολημένο και προσηλωμένο να πάει από το Α στο Β ή να μιλήσει στον Γ για τον γιο του Δ, που δεν είναι λίγες οι φορές όπου η ταινία θυμίζει μεξικάνικη σαπουνόπερα. Την αίσθηση αυτή ενισχύουν και οι δεκάδες συμπτώσεις, τόσο στο περιεχόμενο (όλοι έχουν χαμένα αδέρφια τελικά) όσο και στην πλοήγηση των σκηνών (όλοι συναντώνται τυχαία στο ίδιο μέρος στο Παρίσι). Δυστυχώς, τα μαγικά πλάσματα εδώ εμφανίζονται λίγο-πολύ μονάχα για να δικαιολογήσουν το Fantastic Beasts στον τίτλο και να χαρίσουν λίγες σκηνές δράσεις και εκθαμβωτικού CGI, καθώς η σχέση τους με τον Newt έχει ήδη καθιερωθεί και εμπεδωθεί επαρκώς. Υπάρχουν φορές μάλιστα που αποσπούν από την κύρια πλοκή, καθώς δεν εξυπηρετούν κάτι για την έκβαση των γεγονότων.

Lumos στη Σκηνοθεσία

Οι περισσότερες σκηνές μοιάζει να ασφυκτιούν σε μια θάλασσα πληροφορίας, ενώ πολλές φορές το editing προκαλεί ασυνέχειες στο πού βρίσκονται οι χαρακτήρες κάθε φορά. Φανταστείτε ένα βιβλίο όπου κάθε πρόταση ξενικά με τις λέξεις «και μετά»: «Και μετά ο Grindelwald δραπέτευσε», «και μετά ο Dumbledore αρνήθηκε να τον πολεμήσει», «και μετά ο Newt ημέρεψε το όγδοο σε σειρά πλάσμα». Αν αυτό φαντάζει εξαντλητικό στην αρχή, γρήγορα βάζει το κοινό σε μια διαφορετική διαδικασία κατανάλωσης της ταινίας, απαιτώντας ενεργό σκέψη και όχι μόνο μηχανική παρακολούθηση. Το pacing όχι μόνο τρέχει, μα πετά με Nimbus 2000, με κάθε σκηνή ένα ντόμινο που (εξαιρετικά βολικά) θα πέσει με τέτοιο τρόπο ώστε να ενισχύσει το εκρηκτικό κρεσέντο του φινάλε. Άλλα κομμάτια είναι βαλμένα αριστοτεχνικά και με σύνεση, και άλλα χωμένα άχαρα και βεβιασμένα. Έτσι πορεύεται το Crimes of Grindelwald μέχρι τα τελευταία 30 λεπτά του, με το μυστήριο που χτίζεται και ξεδιπλώνεται σταδιακά και πεισματάρικα να δίνεται απλόχερα στο κοινό σε έναν ακάλεστο πεντάλεπτο μονόλογο, ο οποίος απλώς συνθλίβει το momentum που χτιζόταν σε ολόκληρο το έργο. Και σαν να μην έφτανε αυτό, το τελικό TWIST (ναι τελειώνει με cliffhanger) της ταινίας είναι τόσο βαρύ που καταλήγει ως ένα δόλωμα για να επιστρέψουν όλοι στο επόμενο installment.

Alohomora στο Σενάριο

Η Rowling προϋποθέτει ότι το κοινό είναι αρκετά μυημένο με τον κόσμο της, σε βαθμό που πολλές φορές θεωρεί ως δεδομένο και όχι επίκτητο το κύρος και την αυθεντία που αποπνέουν οι χαρακτήρες της (βλ. η ανυπαρξία εισαγωγής του Dumbledore). Έτσι καταλήγει με πρόσωπα που ενώ συμπεριφέρονται ως σημαντικά και άξια σεβασμού ή/και φόβου, στην ουσία δεν έχουν κάνει κάτι επί οθόνης για να δικαιολογήσουν τα χαρακτηριστικά της ψυχοσύνθεσης και την αντίδραση την οποία αυτά προσκομίζουν. Το ίδιο συμβαίνει και με αρκετές τοποθεσίες (βλ. Hogwarts). Κάποιοι άλλοι χαρακτήρες, από την άλλη, εμφανίζονται στο έργο για να συνδέσουν την πενταλογία αυτή με το Harry Potter και τον κόσμο που έχει πλάσει η Rowling, ενσαρκώνοντας έτσι την easter egg αισθητική την οποία τόσο θαρραλέα κατάφερε να αποφύγει το πρώτο Fantastic Beasts. Υπάρχουν φορές όταν το fanservice είναι τόσο χτυπητό, μάλιστα, που σχεδόν μπορείτε να ακούσετε την Rowling να λέει «Το θυμάστε αυτό από τα βιβλία; Ε, το θυμάστε;».

Revelio Χαρακτήρες

Ο Newt, όπως δήλωσε άλλωστε και ο ίδιος ο Redmayne σε συνέντευξή του, εμφανίζει πολλά χαρακτηριστικά με αυτά που έχει ένα άτομο με αυτισμό, όντας κλειστός και εξαιρετικά αγύμναστος στην ικανότητά του να εκφέρει κάποιο συναίσθημα (που δεν απευθύνεται σε ένα από τα μαγικά του ζώα). Εξακολουθεί να δυσκολεύεται να κρατήσει οπτική επαφή με άλλα άτομα (και ειδικά την Tina), ενώ για πρώτη φορά βλέπουμε πόσο αμήχανος ήταν και σε μικρή ηλικία, με τον Yates να θέτει τους λίθους της αμετακίνητης επιθυμίας του να μη διαλέξει πλευρά στον πόλεμο που σιγοβράζει. Ε λοιπόν, στο τρίτο μέρος του Crimes of Grindelwald θα ολοκληρωθεί επιτέλους η ανάπτυξη του χαρακτήρα που περιμέναμε από την προηγούμενη ακόμα ταινία, με τον Newt να καταλαβαίνει επιτέλους πως η επιλογή του να μείνει αμέτοχος τον κατατάσσει αυτομάτως σε μια πλευρά.

Ξεχωρίζει επίσης ο Dan Fogler στον ρόλο του αξιολάτρευτα άσχετου Jacob Kowalksi και ο Jude Law στο ρόλο του ήρεμου μα περήφανου Albus Dumbledore. Ο Fogler καταφέρνει να σπάσει το κέλυφος του comic relief χαρακτήρα με το να μεταδώσει την ειλικρινή έκπληξη που διαδέχεται την αρχική άρνηση ενός μαγκλ στον μαγικό κόσμο, και ποτίζοντας την ερμηνεία του με τόσο φυσικές εκφράσεις και κινησιολογία που καταλήγει να προκαλέσει γέλιο περισσότερο με τις αντιδράσεις του και λιγότερο με τα λόγια του. Αυτό φυσικά μονάχα ενισχύει τις πιο σοβαρές σκηνές του, δίνοντάς μας έναν πολύπλευρο χαρακτήρα και όχι απλώς μια δικαιολογία για slapstick κωμωδία, άκαιρο σχολιασμό και ανέμπνευστες γκάφες. Ο Jude Law αποτελεί την πλέον ιδανική επιλογή στο casting ενός Dumbledore λιγότερο σοφού και περισσότερο ανθρώπινου: ναι, είναι ήδη συνετός, ευγενικός, μετρημένος και χαρισματικός, είναι όμως και διστακτικός, επιρρεπής σε πειρασμό και (όπως πάντα) μυστικοπαθής. Βλέπουμε τον ισχυρότερο μάγο στα καλύτερα (και δυσκολότερα) χρόνια του, με τον Law να προσαρμόζει την βρετανική του προφορά στην ιρλανδική, κάτι που μπορούμε να εκλάβουμε μόνο ως φόρο τιμής στον Richard Harris, τον πρώτο ηθοποιό που υποδύθηκε τον Albus Dumbledore (ο οποίος και ήταν Ιρλανδός). Από την άλλη, σε μια ταινία με τίτλο The Crimes of Grindelwald, δεν βλέπουμε τον ίδιο τον σκοτεινό μάγο και τόσο πολύ. O Johnny Depp αντιστέκεται στο (κλασσικό πλέον) παίξιμο του ημι-τρελου, ημι-μεθυσμένου δανδή, επιλέγοντας μια πιο συμμαζεμένη και συγκρατημένη ερμηνεία ενός μάγου που το ισχυρότερο όπλο του δεν είναι το ραβδί παρά η γλώσσα του. Αν εξαιρέσει βέβαια κανείς τον πανέξυπνα θεμελιωμένο σε ιστορικά γεγονότα τελικό μονόλογό του, η δύναμη της πειθούς και η εξουσιαστική του γοητεία λάμπουν με θαμπό φως, ενώ σε αυτό δεν βοηθά και ο διάλογος με τον οποίο τον έχουν εφοδιάσει (κουβάς με κλισέ one-liners και ατάκες).

Expecto Συμπέρασμα

Το κυριότερο και πιο αποτελεσματικό όπλο στην φαρέτρα της Rowling, όμως, είναι ακόμα εδώ: η χρήση της μαγείας σε έναν καθημερινό κόσμο. Ο τρόπος με τον οποίο βλέπουμε να λειτουργούν καρναβάλια και υπουργεία, τράπεζες και νοσοκομεία στον μαγικό κόσμο είναι το στοιχείο που δίνει πνοή και προσωπικότητα στα προϊόντα της Αγγλίδας συγγραφέως. Αυτό και η προσήλωσή της στις λεπτομέρειες του μύθου που η ίδια έχει υφάνει, το πάθος και ο σεβασμός με τα οποία αντιμετωπίζει τα δημιουργήματά της είναι τόσο φλογερά που βυθίζει το κοινό ξανά και ξανά στον κόσμο της. Τόσο απλά, τόσο ανεπαίσθητα, μα εντελώς ολοκληρωτικά. Βάλτε τώρα στη μείξη και την (σχεδόν παράνομα) νοσταλγική μουσική υπόκρουση του John Williams, τις εξαιρετικές ερμηνείες του καστ, τα φαντασμαγορικά εφέ και τον προσεκτικά τοποθετημένο πολιτικό σχολιασμό, και γρήγορα θα συγχωρέσετε τις ασυνέχειες και τα plot holes της ταινίας. Εμείς το έχουμε ήδη κάνει.

Κείμενο: Νικήτας Διαμαντόπουλος (Lavart)

Πηγές Φωτογραφιών: 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8

Μοιράσου το

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

YelloWizard.gr
YelloWizard.gr
YelloWizard.gr