[dropcap size=big]Η[/dropcap] “Απίστευτη Ιστορία του Cool-η” είναι ένα κείμενο που προέκυψε μέσα από ένα άλλο κείμενο. Τον περασμένο Ιούνιο κάναμε μια συνάντηση με τον Θωμά Βελισσάρη και μαζί με την Κορνηλία Προκοπίου του προτείναμε να φιλοξενήσει στο Καφεθέατρο Ελληνικό μια κοινωνική σάτιρα που έγραφα εκείνη την περίοδο. Τρεις μήνες μετά, ύστερα από την ολοκλήρωση του κειμένου και την έναρξη των προβών, τα πράγματα άλλαξαν σχεδόν συθέμελα. Παρά την απίστευτη πρεμούρα μας να ανεβάσουμε την «Συνέντευξη», την αρχική μας δηλαδή πρόταση, ο κ. Βελισσάρης κατάφερε να με πείσει να κρατήσω μόνο δύο σελίδες από εκεί (συγκεκριμένα τις δύο πιο σουρεάλ) και να γράψω μια καινούρια παράσταση βάσει αυτών.
Όταν ξεκίνησα να γράφω το καινούριο έργο συνειδητοποίησα ότι η ιστορία κατά κάποιον τρόπο προέκυπτε από μόνη της και σχεδόν όλα όσα ήθελα να επικοινωνήσω καλλιτεχνικά είχαν βρει επιτέλους την αφηγηματική φωνή που τους ταιριάζει. Μια εβδομάδα μετά η “Απίστευτη Ιστορία του Cool-η” είχε πάρει την τελική της μορφή και ξεκινούσε τις πρώτες τις πρόβες. Παράλληλα προετοιμάζονταν καινούριες αφίσες, καινούρια δελτία τύπου, καινούρια ρούχα, μελέτη στο αρμόνιο -καθώς υπήρχε πλέον η συνθήκη της live μουσικής- και γενικά το πήραμε όλο απ’την αρχή. Αφήσαμε τους χαρακτήρες της «Συνέντευξης» πίσω μας και φτιάξαμε από το μηδέν τους καινούριους μας ρόλους εν τάχει, καθώς ο χρόνος μας ήταν περιορισμένος και η καθημερινότητά μας αρκετά φορτωμένη.[dropcap size=big]Ή[/dropcap]θελα εξ’ αρχής να κάνω μια παράσταση για την διαφορετικότητα. Το θεωρούσα επιτακτική ανάγκη και χρέος μου να μιλήσω για αυτό το θέμα καθώς με απασχολεί και με βασανίζει σε προσωπικό επίπεδο. Αυτό που ήθελα όμως πρωτίστως να κάνω ήταν να αποφύγω ό,τιδήποτε κλισέ και μελό και να ασχοληθώ με αυτό το ευαίσθητο θέμα αφήνοντας έξω κάθε αναμενόμενη δραματικότητα που έχουμε συνηθίσει να πηγαίνει πακέτο μαζί του. Ο εκφοβισμός και η περιθωριοποίηση είναι δυστυχώς παρόντα και υπερπροβεβλημένα ζητήματα των καιρών μας, και αποτελούν τον βασικό άξονα της ιστορίας που παρουσιάζουμε. Με θλίβει που χρειάζεται πολλές ομάδες ανθρώπων να παλεύουν για τα αυτονόητα στους καιρούς που ζούμε, ακόμα περισσότερο όμως με στεναχωρεί ο τρόπος που συχνά προβάλλονται αυτές οι ιστορίες στην τέχνη και στα media. Αποφάσισα πως η ιστορία που θα έγραφα εγώ δεν θα ζητούσε τον οίκτο κανενός. Θα έκανε μάλιστα το ακριβώς αντίθετο. Έτσι επέλεξα να βαδίσω σε ένα κωμικό μονοπάτι το οποίο γνωρίζω πως φαίνεται κάπως παράδοξο σαν πρόταση αλλά πιστεύω πως κρύβει μέσα του αρκετό ενδιαφέρον τόσο για τους δημιουργούς όσο και για τους θεατές.
Για να επιτευχθούν όλα τα παραπάνω δημιούργησα τον Cool-η, μία περσόνα που η παρέκκλισή της από την νόρμα εκφράζεται με μία εντελώς εξωπραγματική και σουρεάλ ποιότητα. Αυτόματα μπορεί επάνω της να προβληθεί οποιαδήποτε διαφορετικότητα και ο αναγνώστης/σκηνοθέτης/ηθοποιός/θεατής να βιώσει ευκολότερα την ταύτισή μαζί της λόγω της τόσο “ανοιχτής” της υπόστασης. Η διαφορετικότητα του Cool-η δεν είναι καμία αναγνωρίσιμη διαφορετικότητα και παράλληλα είναι όλες οι διαφορετικότητες μαζί. Και είναι μάλιστα μια διαφορετικότητα που απορρίπτει το “σκοτάδι” εκ βάθρων.
Παρά την εξωπραγματική του φύση ο Cool-ης τοποθετείται στην Ελλάδα του σήμερα και ταξιδεύει από την επαρχία μέχρι την “μεγάλη πόλη” αλληλεπιδρώντας με διαφορετικούς ανθρώπους και ενεργώντας σε ποικίλα περιβάλλοντα για να συνειδητοποιήσει πως επί της ουσίας κάθε μεγαλύτερος τόπος είναι απλώς μια μεγαλύτερη φυλακή. Η πίκρα όμως της συνειδητοποίησης ελάχιστη θέση έχει σε αυτήν την παράσταση. Ο Cool-ης είναι τόσο cool που απορρίπτει τους περιττούς συναισθηματισμούς για να πάρει βήμα και να σας αφηγηθεί εντελώς χιουμοριστικά την ζωή του από την γέννηση του μέχρι και σήμερα. Και ίσως και να έχει δημιουργήσει ο ίδιος τον Cool-η, ως μόναδική του ασπίδα απέναντι στην σκληρότητα του συνόλου, βάζοντάς μας σε μια αδιέξοδη διερώτηση όμοια με αυτήν του αυγού και της κότας. Δεν θα προδώσω όμως περισσότερα γιατί ελπίζω και εύχομαι πως θα κρατήσει καθείς την δική του ανάγνωση από αυτήν την ιστορία. Άλλωστε γράφτηκε με αυτήν ακριβώς την πρόθεση. Εγώ έχω επιλέξει την δική μου και θα χαρώ πολύ να συζητήσουμε κάθε δική σας μετά την παράσταση.
Κείμενο: Κυριάκος Βλάχος
Φωτογραφίες: Πηνελόπη Μαμάη (Lavart)