Ο Αντώνης Σαμαράκης και η γοητευτική νουάρ λογοτεχνία
[dropcap size=big]Ό[/dropcap]ταν ξαναέπιασα στα χέρια μου το Σήμα Κινδύνου του Αντώνη Σαμαράκη συνειδητοποίησα την αναγνωστική αφέλεια των εφηβικών μου χρόνων. Δεν είχα, δηλαδή, τότε την πλήρη συνείδηση ότι είχα έρθει ενώπιον του Κλασικού, με όποιες οικειοποιήσεις λαμβάνει αυτός ο… όρος. Με αυτήν ακριβώς τη βαρυσήμαντη ονομασία αντιμετωπίζω, πλέον, σχεδόν όλα τα γραπτά του Σαμαράκη, του ιδρυτή της Βουλής των εφήβων. Το Σήμα Κινδύνου, το καταγεγραμμένο ντοκιμαντέρ, το χρονογράφημα, το νουάρ -το ελληνιστί αστυνομικό-, είναι εκτός από τα προαναφερθέντα, ένα βαθιά ψυχογραφικό και εγκεφαλικά αποτυπωμένο μυθιστόρημα. Για τα δύο τελευταία ιδίως αποκτά την αξία της περγαμηνής.
Όταν μιλούμε για Σαμαράκη, οφείλουμε να αρχίσουμε από την κινηματογραφική υφή των έργων του. Η παραπάνω υφή δε στέκεται μόνο στην εικονοπλαστική μαεστρία του λόγου του Σαμαράκη με τις λακωνικές προτάσεις πλήρους περιεκτικότητας της εξωτερικής δράσης και τις εκκωφαντικές (ροκανιστικές θα έλεγα εγώ) επαναλήψεις της εσωτερικής δράσης, του συνειδητού συλλογισμού. Η αίσθηση της κινηματογράφησης δεν προκύπτει μόνο μέσα από την εικονική αλληλουχία. Ο μύθος στον Σαμαράκη, η μυθοπλαστική ικανότητα, εξισώνεται με αυτήν του πιο ακριβοπληρωμένου σεναριογράφου. Το χτίσιμο με μαθηματικές αναλογίες της αγωνίας, το πλήθος των αδιεξόδων, οι ασφυκτικές καταστάσεις οδηγούν την έννοια αυτού που ονομάζουμε σασπένς στον κολοφώνα. Ειδικά στο Σήμα Κινδύνου, η βασική έμμονη -κυριολεκτικά- ιδέα, αυτή της ανησυχίας, χτίζεται από και χτίζει κόσμους συνεχούς αγωνίας. Επί της ουσίας, ο Σαμαράκης έχει εξασφαλίσει a priori τον κεντρισμό του ενδιαφέροντός στη μοίρα των ηρώων, στα μελλούμενα, και μας καλεί να προβλέψουμε αινιγματικά τη συνέχεια. Το σύνολο αυτών των στοιχείων του χαρίζουν την κινηματογραφική διάσταση στα έργα του, έργα μάλλον αυστηρού ρεαλισμού και όχι νατουραλισμού.
[dropcap size=big]Ε[/dropcap]πιστρέφοντας στο Σήμα Κινδύνου, βλέπουμε έναν άνθρωπο φιλήσυχο, όπως όλοι οι γύρω του άλλωστε, μέσα από ένα δραματικό απρόοπτο, την είδηση ενός πιθανού επικείμενου πολέμου, να βαπτίζεται στην άμεση ψυχρολουσία της Άγιας Ανησυχίας (όπως την ονομάζει ο Σαμαράκης). Ο κ. Βασιλειάδης, ένας γιατρός σε ένα νοσοκομείο των Φαρσάλων το 1959, μέσα σε μια στιγμή ενεργοποιείται μέσα του ο μοχλός της αγωνίας που αποκαλούμε υπαρξιακή. Η κινητήρια δύναμη που σπρώχνει τον μοχλό δεν είναι, σαφώς, το δραματικό απρόοπτο, αλλά ο φόβος, ο φόβος του Πολέμου και ο φόβος της Πείνας*. Είναι λοιπόν αυτό το ον, αφημένο στο έλεος των ιδίων σκέψεων, φοβισμένο όσο ποτέ, αλλά και με την πληγωμένη συνείδηση ότι οι αξίες κατά τη διάρκεια του πολέμου δεν βρίσκουν πραγμάτωση μεταπολεμικά. Αντίθετα, μάλιστα, κυριαρχεί η μη-ζώσα αδρανής κατάσταση, η λεγόμενη ησυχία.
Την ίδια περίοδο ο Δράκος των Φαρσάλων, ένας αποτρόπαιος εγκληματίας έρχεται να ταράξει το ήσυχο τοπίο των ήσυχων ανθρώπων, με πράξεις μάλλον παράξενες, παρά αμιγώς εγκληματικές. Ο Σαμαράκης τον ακολουθεί σθεναρά, βρίσκεται σε κάθε βήμα του και μας το λέει είτε μέσω της τοπικής εφημερίδας των Φαρσάλων είτε μέσα από τις απελπισμένες προσπάθειες του κωμικού διοικητή της τοπικής αστυνομίας κ. Προκοπίου είτε και μέσα από πρωτοπρόσωπη αφήγηση του ίδιου του Δράκου, του αντι-ήρωα που συστηματοποιεί τον δικό του άξονα ηθικής. Ένα χρονικό καταδιώξεων, σχεδίων και ατελείωτων συλλογισμών που πλανώνται άλλοτε χαοτικοί και άλλοτε γεωμετρικοί αναλόγως το πώς αντιδρούν με την αδρεναλίνη.
[dropcap size=big]Ο[/dropcap] Σαμαράκης θέτει αντίπαλό του ένα σύστημα που αγλαΐζει το μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, που το αναγάγει σε υψηλό αγαθό. Η φιλησυχία που σύντομα γίνεται ωχαδερφισμός, η αρχαιοελληνική αιδώς απέναντι στον νόμο που γίνεται λαγνεία της γραφειοκρατίας, η απλή και αυτάρκης ζωή που καταλήγει στη μιζέρια και την αποξένωση. Μέσα σε αυτό το σύστημα ο άνθρωπος που φοβάται τον Πόλεμο και την Πείνα, αγωνιά κάθε μέρα, ανησυχεί και βγάζει κι άλλους από την ησυχία τους (ο κ. Δημακόπουλος στο μυθιστόρημα προσπαθώντας να επικοινωνήσει). Στον πολέμιο του Σαμαράκη η ανησυχία βρίσκει πάντοτε μπροστά της αδιέξοδα, βρίσκει μηδενιστικά συμπεράσματα. Και κάπου εκεί ξεπηδά και η αυτοκτονία (όπως και στον Καμύ). Βέβαια, ο Σαμαράκης προσφέρει μια λογική επιστημονικού συλλογισμού στο παραπάνω πρόβλημα. Η ανησυχία ή θα εσωτερικευθεί (βλέπε αυτοκτονία) είτε θα εξωτερικευθεί στο περιβάλλον της, με τις όποιες συνέπειες που δεν φέρουν μονιστική χροιά (βλέπε Σήμα Κινδύνου).
Όπως και να έχει, μπορεί ο Αντώνης Σαμαράκης να μην απαντά στο νόημα της ζωής (και ποιος απάντησε άλλωστε;), αλλά σίγουρα γνωρίζει και μεταδίδει ότι ένα σύστημα αδράνειας είναι ένα σύστημα μη ζωτικό και, κατά συνέπεια, μη βιώσιμο. Πενήντα χρόνια πριν «τραβάει» το Σήμα Κινδύνου, και η ηχώ του διατρυπά τα αυτιά μας στο σήμερα, στο αύριο, ωσότου η ψευδεπίγραφη ησυχία να γίνει κίνηση, αγωνία, ανησυχία. Δεν είναι ήχος επαναστατικός, η επανάσταση προϋποθέτει τη ζωτικότητα, είναι απλά το κάλεσμα για ανησυχία, το κάλεσμα για ζωή.
Σχόλιο
[dropcap size=big]*Η[/dropcap] επιρροή του Κάφκα και η επίδρασή του στους λογοτέχνες ειδικά, στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, όπως ο Καμύ και ο, δικός μας, Σαμαράκης είναι εμφανής, όχι βέβαια στον ακραίο ζοφερό μηδενισμό, αλλά γενικά στο δεδομένο ότι η ζωή είναι συνεχής κατάκτηση και το γεγονός ότι επιβιώνεις δεν σημαίνει ότι ζεις. Ο φόβος της πείνας, θέμα που απαντάται συχνά στον Κάφκα, υπάρχει στις γενιές πριν τον πόλεμο, καθώς στα μεταπολεμικά χρόνια η στέρηση έχει σταδιακά μειωθεί. Ο Σαμαράκης σημειώνει ότι αυτό μπορεί να αλλάξει ανά πάσα στιγμή και να οδηγηθούμε και πάλι στη στέρηση, όπως και έγινε εν τέλει. Ο φόβος του πολέμου και αυτός προπολεμικά ήταν διάχυτος, αλλά μπορεί να επανέλθει παρά τη φαινομενική ειρήνη, όπως και ήρθε, τουλάχιστον στη Μεσόγειο. Το Σήμα Κινδύνου είναι από τα πιο επίκαιρα βιβλία, ίσως έχει την ικανότητα σαν σύγχρονος Ασκληπιός να νεκραναστήσει κάποιους κοιμισμένους (ζωντανούς-νεκρούς θα υπογράμμιζα) από τον αέναο λήθαργο της ησυχίας.
Ακολουθεί το βιογραφικό του συγγραφέα από την ιστοσελίδα των εκδόσεων ΨΥΧΟΓΙΟΣ:
Ο ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΑΜΑΡΑΚΗΣ (1919-2003) αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και δούλεψε για πολλά χρόνια στο υπουργείο Εργασίας, από όπου παραιτήθηκε το 1963. Ως εκπρόσωπος της Ελλάδας και των Ηνωμένων Εθνών, ταξίδεψε σε πολλές χώρες της Ευρώπης, της Αμερικής, της Αφρικής, για κοινωνικά θέματα. Εμφανίστηκε στην πεζογραφία το 1954 με τη συλλογή διηγημάτων ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΕΛΠΙΣ. Τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε 33 γλώσσες, σε 114 ξένες εκδόσεις. Για τη συλλογή διηγημάτων ΑΡΝΟΥΜΑΙ τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος, και για το μυθιστόρημά του ΤΟ ΛΑΘΟΣ με δύο λογοτεχνικά βραβεία: στην Ελλάδα, το Βραβείο των «12», και στη Γαλλία, το Μεγάλο Βραβείο Αστυνομικής Λογοτεχνίας. Για το σύνολο του έργου του τιμήθηκε με το Βραβείο Λογοτεχνίας Ευρωπάλια. Υπήρξε επίτιμος διδάκτωρ των Τμημάτων Φιλολογίας των Φιλοσοφικών Σχολών των Πανεπιστημίων Αθηνών, Πατρών και Ιωαννίνων, ενώ τα έργα του διδάσκονται στη δημοτική και τη μέση εκπαίδευση καθώς και σε πανεπιστήμια στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Επίσης είχε ανακηρυχθεί επίτιμος δημότης σε 40 πόλεις στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Έχει τιμηθεί με πολλά διεθνή παράσημα και διακρίσεις, όπως με τον Ταξιάρχη του Φοίνικα της Ελληνικής Δημοκρατίας, το Παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής στη Γαλλία, το Χρυσό Μετάλλιο Αξίας της πόλεως των Αθηνών, το Μεγαλόσταυρο του Τάγματος Εθνάρχου Μακαρίου Γ΄ κ.ά. Το 1989, η UNICEF Νέας Υόρκης τον ονόμασε πρώτο Έλληνα Πρεσβευτή Καλής Θέλησης για τα παιδιά του κόσμου. Το όνομά του έχουν πάρει σχολεία, δρόμοι και πνευματικά κέντρα.
Κείμενο: Χρήστος Φώτης (Lavart)