Τις τελευταίες 3 ημέρες έχει βγει στη δημοσιότητα ένα από τα πιο ανατριχιαστικά εγκλήματα των τελευταίων ετών και μάλιστα με θύμα 7χρονο παιδί.
Το κακοποιούσαν -όπως και την αδερφή του- το έπνιξαν, το έχτισαν με τσιμέντο σε βεράντα κι ύστερα όταν μετακόμισαν αποθήκευσαν τα κόκαλά του μέσα σε εργαλειοθήκη.
Και γιατί δεν ακούμε τίποτα απ τους συνήθεις vigilantes των σοσιαλ μίντια;
Γιατί οι δράστες ήταν η μάνα του και ο πατριός του, βλ. γυναίκα και μετανάστης. Και οι δύο τοξικομανείς.
Ένα από τα αφηγήματα των ημερών είναι ότι οι τοξικομανείς είναι άρρωστοι και όχι εγκληματίες, λυπάμαι αλλά το ένα δεν αποκλείει το άλλο. Μπορούν να είναι και τα δύο και αξίζουν τόσο τη συμπόνοια μας όσο αξίζει και η κοινωνία και τα παιδιά να προστατευθούν από εκείνους, όπως και οι ίδιοι από τον εαυτό τους.
Ως κοινωνική λειτουργός έχω δουλέψει και με εγκληματίες και με τοξικομανείς, και σας διαβεβαιώ ότι οι δύο αυτές ιδιότητες μπορούν να συνυπάρχουν. Άλλο η κατανόηση και η συμπόνια, και άλλο ο οίκτος και η εθελοτυφλία. Σε κάθε πρόγραμμα απεξάρτησης άλλωστε υπάρχει και το στοιχείο της πειθαρχίας, η έλλειψη της οποίας είναι σύνηθες χαρακτηριστικό στις προσωπικότητες που είναι ευάλωτες στον εθισμό, πριν τον εθισμό.
Δεν βοηθάει κανέναν να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι πολλοί χρήστες, όχι όλοι, αλλά διάολε, πολλοί, είτε με εξάρτηση είτε χωρίς, εγκληματούν σε μεγάλο βαθμό και δεν είναι πάντα και μόνο για να βρουν τη δόση τους.
Παράδειγμα ο πατέρας της Άννυ που την τεμάχισε και πέταξε τα κομμάτια της στα σκουπίδια. Ισχυρίστηκε ότι τη βρήκε νεκρή γιατί “μάλλον πήρε ναρκωτικά που βρήκε στο σπίτι” και το παιδί “έσπασε σε κομμάτια όταν πήγε να τη βάλει σε σακούλα γιατί δεν έβρισκε φτυάρι”.
Τα λέω έτσι χύμα για να γίνει πλήρως κατανοητό τι είδους εγκλήματα είμαστε διατεθειμένοι να ξεχάσουμε όταν η ταυτότητα του δράστη συγκαταλέγεται στις ομάδες που μονόπλευρα βλέπουμε ως θύματα, γιατί έτσι επιβάλλουν οι ταυτοτικες πολιτικές που τσουβαλιαζουν τους ανθρώπους ανάλογα με 1-2 χαρακτηριστικά.
(Για την ιστορία, ο πατέρας της Άννυ ήταν χρήστης, μετανάστης, και χρησιμοποίησε την χρήση του για να ελαφρύνει τη θέση του και να ρίξει ευθύνες στη μητέρα της Άννυ. “Δεν έπρεπε να μου αφήσει το παιδί αφού ήξερε ότι είμαι χρήστης”.)
Άλλο παράδειγμα η Ειρήνη Μούρθου (είμαι σίγουρη ότι ελάχιστοι θυμούνται το όνομα της) η οποία αφού προσπάθησε να βιάσει την ίδια της τη μάνα, απήγαγε, ναρκωσε και βίασε μια 10χρονη και ύστερα την παράτησε στο δρόμο, ενώ υπήρξαν και ενδείξεις ότι έκανε και παiδiκή πopvoγpαφiα αφού την έβαψε, την φωτογράφισε και κατέστρεψε τον υπολογιστή της λίγο πριν τη συλλάβουν.
Παρεμπιπτόντως και η Μούρθου έκανε χρήση ναρκωτικών, και παραδέχτηκε ότι την ελκύουν τα μικρά κορίτσια.
Ποιά ήταν η αντίδραση για τη Μούρθου από εκείνους που τώρα ωρύονται για τις δηλώσεις Ρουβά; Από την απόλυτη σιγή, μέχρι εκκλήσεις “Να μην την κρεμάσουμε στα μανταλάκια”, μέχρι και δηλώσεις συμπόνιας γιατί “Άρρωστη θα είναι η γυναίκα”, μέχρι και κατηγορίες για μισογυνισμό (!) απο φεμινιστικές σελίδες σε όποιον τολμούσε να εκφράσει θυμό για το ειδεχθές έγκλημα.
Δεν άκουσα κατακραυγή από το γνωστό πλήθος ούτε για τη Μούρθου, ούτε πίεση να διερευνηθεί αν ανήκε σε κύκλωμα, όπως δεν ακούω τώρα για τους γονείς- δολοφόνους του 7χρονου.
Ούτε για τις υπαλλήλους του ορφανοτροφείου άκουσα κατακραυγή, που κακοποιούσαν σεξouαλικά αγοράκια. Ίσως γιατί οι εγκληματίες ήταν γυναίκες και την καταγγελία την έκανε υφυπουργός της ΝΔ και χάλασε το αφήγημα; Λεωγωτώρα.
Για ΤΙΠΟΤΑ από αυτά τα αποτρόπαια εγκλήματα με θύματα παιδιά δεν άκουσα την κατακραυγή που άκουσα χθες για τον Ρουβά.
Κι εδώ που τα λέμε δεν θέλω να ακούσω.
Αυτό που θέλω να ακούσω είναι έναν ψύχραιμο διάλογο, χωρίς πολιτικούς οπαδισμούς, για τη μεταναστευτική πολιτική και την ένταξη, για τον κοινωνικό αποκλεισμό, για την αποτελεσματικότητα των δομών απεξάρτησης και επανένταξης, για το σωφρονιστικό σύστημα.
Το σωφρονιστικό σύστημα που από τη μία κατηγορούμε γιατί είναι κολαστήριο και δεν σωφρονιζει, δεν σέβεται τα δικαιώματα των κρατουμένων (βλ. Κουφοντινας), και από την άλλη ευχόμαστε να είναι ακριβώς αυτό: κολαστήριο, όταν μισούμε κάποιον συγκεκριμένο εγκληματία.
Γι αυτό, μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, προφανώς η αντίληψη για το έγκλημα και την τιμωρία, για ορισμένους έχει πολιτικό και ταυτοτικό πρόσημο.
Είσαι άντρας/ λευκός / ημεδαπός; Στην πυρά με συνοπτικές διαδικασίες. Αν είσαι δε και πλούσιος μετρά σαν τεκμήριο, αν όχι ενοχής, σίγουρα αναγκαιότητας η φυλακή να σε διαλύσει.
Είσαι γυναίκα, γκέι γυναίκα ή μετανάστης; Δεν πα να σφάζεις και να βιαzεiς παιδιά και την ίδια σου τη μάνα (κυριολεκτικά); Στοργή και προδερμ – αν όχι τριζόνια – και η φυλακή πρέπει να σε θεραπεύσει και “Ας περιμένουμε να δούμε τι θα πει η Δικαιοσύνη”.
Η ίδια Δικαιοσύνη που κατά τα άλλα δεν εμπιστευόμαστε και καλούμε τα σοσιαλ μίντια να την αντικαταστήσουν σαν ονλαιν Ιερά Εξέταση.
Για να τελειώνω: Στο Δίκαιο, στις κοινωνίες που θέλουν να λέγονται πολιτισμένες, κρίνουμε και τιμωρούμε την πράξη. Όχι τον Άνθρωπο.
Και όσο κι αν οι άνθρωποι διαφέρουν, οι ειδεχθεις πράξεις είναι οι ίδιες, κι όποιος τους βρίσκει ελαφρυντικά βάσει φύλου, καταγωγής, οικονομικής κατάστασης και “γραμμής” από πολιτικάντικες φωνές που νομίζουν ότι έχουν την ανθρωπιά μονοπώλιο, δεν είναι ανθρωπιστής, είναι απλά λαϊκιστής.
Κείμενο: Νικόλ Ερίνη
Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στο Facebook