Aνήκει στους καλλιτέχνες που το ενδιαφέρον τους δε στρέφεται στο αισθητικό αποτέλεσμα του έργου τους, αλλά στο να μεταδώσουν μέσω αυτού τον αληθινό βαθύ ψυχισμό του ανθρώπου. Να σου δείξουν το φόβο, το αίσθημα μοναξιάς και την αγωνία του αστικού ανθρώπου. Πολλοί οι καλλιτέχνες που φλέρταραν με την παραφροσύνη. Κάποιοι, όμως, την έζησαν από κοντά και επέλεξαν να της δώσουν θέση και στην τέχνη τους.
Έντβαρντ Μουνκ. Οι περισσότεροι τον γνωρίζουμε έμμεσα, έχοντας δει τον πιο διάσημο και αντιπροσωπευτικό πίνακά του, την Κραυγή. Για τη σύλληψη του θέματος αναφέρει πως σε μια βόλτα με φίλους την ώρα του ηλιοβασιλέματος βίωσε μια στιγμή προσωπικής υπαρξιακής κρίσης. Κι ενώ όλα έδειχναν ειδυλλιακά, εκείνος ένιωσε ένα ατέλειωτο ουρλιαχτό να διαπερνά τη φύση..!
O Νορβηγός ζωγράφος και χαράκτης, γεννημένος σαν σήμερα 12 Δεκεμβρίου του 1863, έζησε δίπλα-δίπλα με τα «φαντάσματα» της αρρώστιας και της τρέλας. Η μητέρα του και η 15 ετών τότε αδερφή του πέθαναν από φυματίωση. Ο πατέρας του που ανέλαβε την ανατροφή αυτού και των υπόλοιπων αδελφών του, αυστηρά θρησκευόμενος, πέρασε στα παιδιά το φόβο της ενοχής και της αμαρτίας. Μία απ΄τις αδερφές του μάλιστα, λόγω διανοητικής ασθένειας, οδηγήθηκε σε φρενοκομείο. Στους πίνακές του έχει αποτυπώσει με αφοπλιστική ειλικρίνεια τα συμβάντα που τον συγκλόνισαν και τα συναισθήματα που ακολούθησαν, όπως είναι Το άρρωστο παιδί, Άγχος, Μελαγχολία, Η Κραυγή. Μετά το θάνατό του (23 Ιανουαρίου του 1944), βρέθηκαν στο σπίτι του πάνω από 1000 πίνακες, ξυλογραφίες, λιθογραφίες, χαλκογραφίες, καθώς και χιλιάδες σχέδια.
Ουκ ολίγες φορές τον έχουν συγκρίνει με τον Βαν Γκογκ, τόσο για την τεχνοτροπία όσο και για τον ψυχισμό τους, που είχε φτάσει μέχρι τα όρια της παράνοιας. Οι περισσότεροι πίνακες του Μουνκ είναι σκοτεινοί έως και τρομακτικοί, έντονα «ποτισμένοι» απ΄ τα βιώματά του. Ωστόσο, υπάρχουν και εκείνοι με πιο αισιόδοξο χαρακτήρα, οι πιο φωτεινοί και ρομαντικοί. Άλλωστε, τίποτα δεν έχει μία μόνο πλευρά.
Για περισσότερα εικαστικά, πατήστε εδώ.
Πηγές φωτογραφιών: 1 – 2 – 3 – 4 – 5
Κείμενο: Αλίκη Μαργαρού (Lavart)