Search
Close this search box.
Search
Close this search box.

Ε όπως… Έλινγκτον, Ντιουκ

[dropcap size=big]Τ[/dropcap]ο Σεπτέμβριο του 1923 μετακομίζει μόνιμα μαζί με το πενταμελές συγκρότημα «The Washingtonians» στην Νέα Υόρκη. Μετά από πενταετή εργασία στο Club Kentucky, χάρη στον μάνατζερ του Έλινγκτον, Ίβρινγκ Μιλς, στις 4 Δεκεμβρίου του 1927 γίνονται η μόνιμη μπάντα του Cotton Club στο Χάρλεμ και πλέον ονομάζονται «Cotton Club Orchestra». Αυτή είναι η στιγμή που ο Έλινγκτον ξεκινά να ανεβαίνει τη σκάλα προς την κορυφή, με τις καθημερινές ζωντανές ραδιοφωνικές αναμεταδώσεις και το κατακλυσμένο από λευκούς Χάρλεμ να ενισχύουν τη φήμη του και τη διάδοση της μουσικής του.

Την εποχή της οικονομικής κρίσης στην Αμερική η τζαζ περνούσε τη δική της δοκιμασία. Οι ανάγκες της εποχής επέβαλαν στους μουσικούς της να παίξουν μια μορφή της πιο ελαφριά, πιο καθαρή όπως την αποκαλούσαν κάποιοι, με κλίση προς την ποπ. Οι περισσότεροι από αυτούς που ακολουθούν αυτί τη νέα γραμμή, δυσανασχέτουν. Μοναδική τους ευχαρίστηση πλέον είναι τα λεγόμενα «τζάμ σέσιονς», τα οποία οργανώνουν πριν ή μετά τις εμφανίσεις τους. Εκεί μπορούν πάλι να αυτοσχεδιάσουν, να παίξουν τη μουσική που πραγματικά αγάπησαν και έκαναν τρόπο ζωής τους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα μερικά από τα συγκροτήματα να διαλυθούν και να διακοπούν πολλές συνεργασίες. Η κρίση αυτή (της Τζαζ) δε φαίνεται να επηρεάζει τον Έλινγκτον, που οι συνθέσεις του είναι προσαρμοσμένες στις προσωπικότητες των μελών της μπάντας του. Όλοι τους είχαν έντονη παρουσία μέσα σε κάθε σύνθεση, κανείς δεν είχε χώρο για ατέρμονα σόλο, άλλα τη δυνατότητα να αναδείξουν τις ικανότητες τους και την προσωπικότητα τους μέσω της μουσικής τους. Στα τέλη της κρίσης, το 1933 το αγγλικό κοινό ήταν αρκετά μεγάλο ώστε να υποστηρίξει οικονομικά τη μεταφορά της μπάντας στην Ευρώπη για ζωντανές εμφανίσεις. Έτσι ξεκίνησε η πρώτη περιοδεία του Έλινγκτον εκτός της Αμερικής.

[dropcap size=big]Μ[/dropcap]ετά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο το σουίνγκ «σβήνει». Έτσι ο Έλινγκτον και η μπάντα του που με το δικό τους τρόπο είχαν επενδύσει σε αυτό, πέφτουν από την κορυφή. Ο Ντιούκ όμως συνεχίζει, χωρίς να αλλοιώσει το ύφος της μουσικής του για να ξαναγίνει εμπορικός. Η εικόνα του ως πραγματικός συνθέτης, που μπορεί να σταθεί δίπλα σε τεράστια ονόματα, ολοκληρώνεται με την παρουσίαση του «Black, Brown and Beige» στο διπλό άλμπουμ «The Duke Ellington Carnegie Hall Concerts» το 1943. Στη μεγαλύτερη σκηνή της Αμερικής, εμφανίζονται ο Ντιούκ και η μπάντα του να εκτελούν ένα πανέμορφο μουσικό κομμάτι διάρκειας περίπου 45 λεπτών.

7 Ιουλίου 1956. Κουβαλώντας ένα σπουδαίο βιογραφικό και πολλά χρόνια εμπειρίας από τον δικό του κόσμο, τον κόσμο της Τζάζ, επιστρέφει σε μία ακόμα πιο σπουδαία εμφάνιση. Στο φεστιβάλ τζαζ του Νιούπορτ όπου και ηχογραφείται το πιό εμπορικό άλμπουμ, το «Ellington at Newport». Από τη δεκαετία του εξήντα και μετά ο «Δούκας της Τζάζ» συνέχισε με μία σειρά από συνεργασίες που κάθε άλλο παρά αδιάφορο άφησαν το κοινό του. Συνεργασίες όπως αυτές τις αξέχαστες με τον Μάξ Ρόουτς, τον Τζόν Κόλτρειν και τον ασυμβίβαστο Τσάρλς Μίνγκους. Ήταν από τους λίγους καλλιτέχνες που δεν σταμάτησε ποτέ να εξελίσσεται, ακόμα και μέχρι το τέλος της καριέρας του. Η δική του ορχήστρα δεν διαλύθηκε ποτέ, ακόμα και μετά τον θάνατο του (στις 24 Μαΐου 1974) και συνεχίζει ακόμα υπό την διεύθυνση του εγγονού του, ο οποίος πήρε τη θέση του πατέρα του.

Ήταν ένας καλλιτέχνης που μάγεψε και ενέπνευσε χιλιάδες ανθρώπους από ολόκληρη την κοινωνία της τέχνης. Ένας μουσικός που στο πεντάγραμμο του δε σχεδίαζε νότες, άλλα προσωπικότητες.

Κείμενο: Βάιος Ιππέκης (Lavart)

Μοιράσου το

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

YelloWizard.gr
YelloWizard.gr
YelloWizard.gr