H Emeli Sande είναι από τις Ευρωπαίες καλλιτέχνιδες των οποίων η απουσία στην παγκόσμια μουσική βιομηχανία γίνεται αισθητή. Ο πρώτος της δίσκος Our Version Of Events κυκλοφόρησε το 2012 κερδίζοντας τον θαυμασμό των κριτικών και την αγάπη του βρετανικού κοινού και όχι μόνο. Ύστερα από την προώθησή του σε Αμερική και Ευρώπη, απομακρύνθηκε από τον χώρο και τα φώτα της δημοσιότητας. Πριν μερικές μέρες επέστρεψε με το νέο της δισκογραφικό εγχείρημα που τιτλοφορείται Long Live The Angels. Ο δίσκος αυτός αποτελείται από 15 τραγούδια και είχε σαν προάγγελο το single Hurt που εμφανίστηκε στα ραδιόφωνα στις αρχές του φθινοπώρου.
Emeli Sandé – Hurts
[su_youtube url=”https://www.youtube.com/watch?v=9TqUlGyWSEk” width=”200″ height=”100″ responsive=”no”]
Η Emeli στο Long Live The Angels δεν κινήθηκε πολύ μακρυά από τον ήχο που την είχαμε συνηθίσει. Η δισκογραφία της εμπλουτίστηκε με ένα album που ενισχύει τον αρχικό της χαρακτήρα και την μουσική της προσωπικότητα με την οποία μας πρωτοσυστήθηκε. Έχει μια μοναδική ικανότητα να «φωνάζει» μέσα από ήσυχες παραγωγές και αλληγορικούς στίχους. Πότε δεν μιλάει έκδηλα για την ζωή της μέσω των τραγουδιών της, αλλά περνά έμμεσα μηνύματα που συγκεκριμένα σε αυτόν τον δίσκο έχουν να κάνουν με την εσωτερική αναζήτηση, την πνευματική ανασυγκρότηση και την συναισθηματική πληρότητα, η οποία σύμφωνα με την τραγουδίστρια έρχεται πολλές φορές μέσα από προσωπικές στιγμές μοναξιάς.Το Long Live The Angels είναι το επόμενο επίπεδο της καλλιτεχνικής εξέλιξης της Sande. Όλα τα χρόνια απουσίας της, αναζητούσε έμπνευση και νέες επιρροές, οι οποίες απ’ ό, τι φαίνεται της βγήκαν σε καλό. Στον δίσκο αυτό «ξέθαψε» τις ρίζες της που έρχονται από την Ζάμπια και αυτό αποδεικνύεται ήδη από το πρώτο τραγούδι που ακούει στο όνομα Selah. Η άφρο αισθητική διατηρείται και στο Tenderly, ένα κομμάτι όπου συμμετέχει ο πατέρας της Emeli, Joel Sandé, αλλά και συγγενείς της που αναγράφονται ως The Serenje Choir (Serenje ονομάζεται η πόλη απ’ όπου κατάγεται η ίδια και η οικογένειά της).
Αν έπρεπε να επιλέξουμε για το δυνατό χαρτί του δίσκου, αυτό θα ήταν η παραγωγή. Και στα δεκαπέντε αυτά τραγούδια, η Emeli και οι παραγωγοί της χάρισαν μια ποικιλία από διαφορετικά ακουστικά αποτελέσματα. Σαφώς και οι μίνιμαλ μπαλάντες κυριαρχούν, αλλά η Σκωτσέζα καλλιτέχνιδα δεν δίστασε να πειραματιστεί αρκετά σε ορισμένα από τα νέα της κομμάτια όπως στο ρυθμικό Hurt, όπου παλαμάκια κρατούν τον ρυθμό ή το Garden. Το τελευταίο αποτελεί συνεργασία με τους Jay Electronica και Áine Zion και είναι ένα ηλεκτρονικό τραγούδι με έντονο background beat και υποχθόνια μελωδία, μέσα στην οποία τα αέρινα φωνητικά της Emeli ξεχωρίζουν. Ίσως το πιο ιδιαίτερο και ριψοκίνδυνο για την δισκογραφία της κομμάτι μέχρι σήμερα.
Emeli Sandé – Garden ft. Jay Electronica, Áine Zion
[su_youtube url=”https://www.youtube.com/watch?v=Kqlf9FAKPRc” width=”200″ height=”100″ responsive=”no”]
Οι μπαλάντες είναι το πεδίο που ειδικεύεται η τραγουδίστρια. Happen, Give Me Something, Right Now, Shakes και Lonely. Η κορυφαία από αυτές είναι αναμφίβολα το Happen, το οποίο ξεκινά χαμηλά με τον ήχο της κιθάρας και καταλήγει σε μια ενορχηστρωτική έκρηξη εγχόρδων που διακοσμούν το φωνητικό εύρος της Emeli, η οποία εκτελεί ίσως την καλύτερη ερμηνεία σε αυτόν τον δίσκο. Το Sweet Architect, από την άλλη, είναι η piano μπαλάντα, όπου η καλλιτέχνιδα ψιθυρίζει, αποφεύγοντας τα φωνητικά ακροβατικά και παρουσιάζοντας τον εαυτό της ευάλωτο, έτοιμο να «χτιστεί από τον αρχιτέκτονα», όπως παρομοιάζει τον ερωτικό της σύντροφο. Το κομμάτι καταλήγει σε μια γκόσπελ χορωδία, όπως ακριβώς και το δεύτερο single του δίσκου, Breathing Underwater, που είναι και το highlight της δεύτερης δουλειάς της Sande. Δυναμική μπαλάντα με αισιόδοξο μήνυμα, εναρμονισμένα φωνητικά και άρτια παραγωγή.Μπορεί να πειραματίστηκε με ηλεκτρονικό ήχο (Garden), να έκανε μια ενδοσκόπηση στις αφρικανικές της ρίζες (Tenderly), να τραγούδησε όμορφες μπαλάντες (Happen), αλλά η Emeli για μια ακόμη φορά υιοθέτησε τον μοντέρνο βρετανικό ήχο που εγκαθίδρυσε η Adele. Το Highs & Lows, για παράδειγμα, μπορεί να θυμίζει λίγο το Rolling In The Deep σε μουσική και παραγωγή, αλλά είναι μια άξια προσθήκη στον δίσκο. Το τραγούδι κλεισίματος Babe προσφέρει μια τελευταία folk γεύση στο album, με την Sande να κάνει «παιχνιδίσματα» με την φωνή της. Κιθάρα και τύμπανο διανθίζονται αριστοτεχνικά γύρω της.
Emeli Sandé – Breathing Underwater
[su_youtube url=”https://www.youtube.com/watch?v=ye-3d2QCz2o” width=”200″ height=”100″ responsive=”no”]
Το Long Live The Angels είναι ο καλύτερος εκ των δύο δίσκων της τραγουδίστριας. Η Emeli Sande πέτυχε, επειδή κατάφερε να διατηρήσει το προσωπικό ηχητικό της στυλ και παράλληλα πειραματίστηκε. Ο πειραματισμός αυτός σε νέες παραγωγές και ενορχηστρώσεις δεν φάνηκε δευτερόλεπτο «ξένος» πάνω στα μαγικά φωνητικά της, αλλά αντιθέτως μας κίνησε την περιέργεια για περισσότερα μουσικά πειράματα στο μέλλον. Παραδοσιακά από Ζάμπια στοιχεία, διαπλέχθηκαν μαζί με gospel, soul, pop, electronic και folk στοιχεία, χωρίς όμως να λείπουν οι προσωπικές και τόσο συναισθηματικές μπαλάντες που την έφεραν κοντά στο κοινό της. Μπορεί ορισμένα τραγούδια του δίσκου να είναι αδιάφορα και κυρίως μερικές μπαλάντες, αλλά αυτό φαντάζει λογικό όταν έχεις δεκαπέντε τραγούδια. Αυτό ίσως είναι το μειονέκτημα του album. Ωστόσο, ο ευγενικός της χαρακτήρας και ο δυναμισμός της σε δύσκολες καταστάσεις διαφαίνονται μέσα από στίχους που χαρίζουν έμπνευση. Συνεπώς, μιλάμε για έναν από τους καλύτερους και ειλικρινέστερους δίσκους της χρονιάς. Long Live The Angels λοιπόν… Long Live Emeli !