«Μια κοινωνία που θεοποιεί την ασφάλεια, είναι ταφική»
[dropcap size=big]«Ά[/dropcap]ργησα» να τους ακούσω από κοντά και πιο συγκεκριμένα τον Δημήτρη Αποστολάκη και τους Χαΐνηδες και έτσι, η πρώτη φορά ήταν σε μία συναυλία στη Θεσσαλονίκη στο πρώην στρατόπεδο Παύλου Μελά, όταν συμμετείχαν στα σχήματα που έπαιξαν με αφορμή την εκδήλωση Κατά της βίας των γυναικών. Βέβαια ποιος ξέρει, ίσως και να τον είχα δίπλα μου, τόσο καιρό. Ο κόσμος είναι ένα, όπως θα έλεγε και ο ίδιος (ή η επιστήμη – αλλά ας μην τα μπλέξουμε πολύ)
Ο Δημήτρη Αποστολάκης είναι φυσικός και μουσικός. Είναι ο άνθρωπος που όταν παίζει και τραγουδάει τα κρητικά των Χαΐνηδων, παρασύρει ψυχές, τις κάνει να σκέφτονται, τις μεταφέρει με τον αγνό του τρόπο σε μέρη που είναι μπροστά στα μάτια τους, μα δεν μάθανε ποτέ να τα βλέπουν. Στα τραγούδια δεν αναφέρεται σε πρόσωπα ούτε σε συναισθήματα, μα σε αρχέτυπα. Μάγος, ακροβάτης, τίγρη…
Στο χωριό μας κάποτε έφτασε ένας μάγος
ως τη μέση άνθρωπος κι από κάτω τράγος
Τότε μαζευτήκανε όλοι γύρω γύρω
κι είπαν την τραγίλα του άρωμα και μύρο.
[dropcap size=big]Κ[/dropcap]αι όσον αφορά όλα αυτά τα τραγούδια, αν τον ρωτήσεις, πώς τα γράφει και από πού εμπνέεται θα σου πει ξεκάθαρα πως δεν τα γράφει ο ίδιος. Ο ίδιος απλά τα καταγράφει. Το συλλογικό ασυνείδητο είναι αυτό που τα συλλαμβάνει και τον «χρησιμοποιεί» ως μέσο καταγραφής. Μιλάει λοιπόν για το συλλογικό μας ασυνείδητο, τον διαρκή επαναπροσδιορισμό, τα ξαναγεννήματα και τους κύκλους που κάνει η ζωή (όχι μόνο μεταφορικά)
Έχω μια τίγρη μέσα μου, άγρια λιμασμένη
π’ όλο με περιμένει
κι όλο την καρτερώ,
τηνε μισώ και με μισεί, θέλει να με σκοτώσει,
μα ελπίζω να φιλιώσει
καιρό με τον καιρό.
«Αν δεν σκοτώσεις τον παλιό σου εαυτό, πώς θα γεννηθεί καινούριος»
Με ευαγγέλιο τη σύνθεση και χωρίς γκρίνιες, διότι τα παράπονα είναι ανήθικα, οι Χαΐνηδες θεωρούν τη διασκέδαση καταστροφική καθώς αποτελεί το κύριο υπνωτικό που παίρνει o σημερινός άνθρωπος και παραμένει άπραγος.
Οι Χαΐνηδες όμως παράγουν ψυχαγωγία.
Άγουν την ψυχή.
Η Πηνελόπης Μαμάη, βρέθηκε στο Μύλο λίγες μέρες πριν αλλάξει ο χρόνος, το βράδυ της Πέμπτης 23/12 και μας φύλαξε αυτά τα κλικ για πάντα.
Κείμενο: Δημήτρης Φαργκάνης (Lavart)
Φωτογραφίες: Πηνελόπη Μαμάη (Lavart)