«We want the world and we want it now…»
Κάθε τι το καταστροφικό, παρ’ ότι καταστροφικό, θα έλεγε κανείς ότι εγκυμονεί τη δημιουργία, την έμπνευση, που συντελείται ταυτόχρονα με την καταστροφή. Αυτό το δημιουργικό χάος έχει συγκεκριμένη ταυτότητα, όνομα, εμφάνιση και λέγεται.. “Jim Morrison…”
Ο Lizard King, λοιπόν, είναι ένα ζωντανό παράδειγμα που αποδεικνύει ότι η έννοια καταστροφή δεν έχει πάντοτε αρνητικό πρόσημο. Για τον Morrison η υπερβολή και το χάος σηματοδοτούν το τέλος ενός δρόμου δεσμών και προοικονομούν τον ερχομό μίας ελευθερίας*, η οποία επεκτείνεται και αναπτύσσεται πέρα από αυτά τα δεσμά. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Morrison δεν ήταν αυτοκαταστροφικός με τη στενή σημασία της λέξης, ούτε ότι κάθε «τρέλα» του υποκινούνταν από μία «ιδεολογία ζωής». Εξάλλου, το στερεότυπο του αυτοκαταστροφικού καλλιτέχνη κρύβει κάποια δόση αλήθειας, την οποία το εκάστοτε star system μετατρέπει σε δόση ηρωίνης. Εδώ όμως, δεν μιλούμε για αυτόν τον Morrison, ούτε για αυτού του είδους την καταστροφή. Εδώ μιλούμε για τον Morrison που δεν προκαλεί, αλλά «δημιουργεί» την καταστροφή:
«Έλα μαζί μας, γίναν όλα θρύψαλα και χορεύουν…»
Και να που ένας διαλυμένος κόσμος συναντά την ευτυχία. Τα θρύψαλα του Jim είναι η αφορμή για χορό, η δυστυχία του επισημαίνει την ύπαρξη της ευτυχίας και η αναφορά του στο κακό και το «μαύρο» δε στοχεύει στην ανάδειξη αλλά στον εξορκισμό τους. Σε αυτό το πλαίσιο εμφανίζεται ο «Αμερικάνος Προσευχητής» και αναζητά τον θάνατο σε κάθε του στίχο και κάθε κίνηση:
«Ο θάνατος όλους αγγέλους μας κάνει
και φτερά μας δίνει
εκεί που είχαμε ώμους
λείους σαν του κορακιού τα νύχια»
«Ποιος κάλεσε αυτούς τους νεκρούς να χορέψουν;»
«Ζούληξα τον μηρό της και ο θάνατος χαμογέλασε»
Ο θάνατος λοιπόν δεν καραδοκεί, απλά αναμένει, υφαίνει τα φτερά των βιολογικά ετοιμοθάνατων και παρέχει τη δυνατότητα απογείωσης του εναπομείναντος μετά το λιώσιμο της σάρκας. Αυτού που συχνά ονομάζουμε ψυχή και αδυνατούμε να προσδιορίσουμε.
Και για να επεκτείνουμε τη σκέψη του Jim, είμαστε έτοιμοι να αποδεχτούμε ότι ο χειρότερος θάνατος είναι αυτός που εμφανίζεται εντός της ζωής και όχι αυτός που την τελειώνει. Ο χειρότερος νεκρός είναι ο εν ζωή νεκρός, όχι ο βιολογικά, μα ο άνθρωπος της αδράνειας, που αδυνατεί να εκφραστεί, ο άνθρωπος που αναζητά διαφυγή στις τηλεοράσεις και στη βολική ζωή. Αυτός, κάθε άλλο παρά ζωντανός μπορεί να είναι.
«Ω μεγάλε δημιουργέ της ύπαρξης…
Ξέρεις ότι εξουσιαζόμαστε απ’ την τηλεόραση»
*«Ενδιαφέρομαι για κάθε τι σχετικό με επανάσταση, αναστάτωση, χάος, ιδιαίτερα σχετικά με ιδέες δίχως νόημα. Μου φαίνεται πως αυτός είναι ο δρόμος για την ελευθερία…»
Σημείωση: Οι στίχοι των ποιημάτων αντλήθηκαν από το βιβλίο του Γιώργου Αλισάνογλου «Jim Morrison, Μια Αμερικάνικη Προσευχή», εκδ. Κατσάνος, 2005.
Κείμενο: Γιώργος Χιώτης (Lavart)
Σχέδιο: Γιάννης Γκέρτσιος (Lavart)