Τώρα όμως η πράγματι επικρατούσα θρησκεία είναι ο πλέον ακάθαρτος και κτηνώδης υλισμός. Μόνον κατά πρόσχημα είναι η χριστιανοσύνη.
Γεννημένος στη Σκιάθο, στις 4 Μαρτίου 1851, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης έχει μείνει στην ιστορία ως ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες λογοτέχνες. Μυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα και μεταφράσεις αποτελούν τον κορμό της ογκώδους εργογραφίας του. Οι Έμποροι των Εθνών (1883), Η Γυφτοπούλα (1884), Όνειρο στο κύμα (1900), Η Φόνισσα (1903), Το Μοιρολόγι της φώκιας (1908) είναι μερικά από τα αριστουργήματά του.
Ο Παπαδιαμάντης, ζυμωμένος με τα έθιμα, τις παραδόσεις και την ομορφιά του νησιού του, αποτελεί έναν από τους κορυφαίους ηθογράφους της ελληνικής λογοτεχνίας. Οι ήρωές του είναι άνθρωποι απλοί, βασανισμένοι από τη φτώχεια και τη σκληρότητα της ζωής. Η έμπνευσή του αντλείται από τον καθημερινό αγώνα τους αλλά και από την ομορφιά του σκιαθίτικου τοπίου, που συχνά παίζει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της υπόθεσης.
Αυτό που έχει πραγματικό ενδιαφέρον, ωστόσο, είναι η βαθιά θρησκευτικότητα που διέπει το έργο του. Γιος ιερέα, από τα γεννοφάσκια του εξοικειώνεται με το αναμμένο καντήλι στο εικονοστάσι του σπιτιού και τις βόλτες στα ήσυχα ξωκλήσια. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι το 1872 επισκέπτεται το Άγιον Όρος, όπου παραμένει επί οκτώ μήνες ως δόκιμος μοναχός. Επιστρέφει στα εγκόσμια, όμως δεν προσαρμόζεται ποτέ στις επιταγές της εποχής. Μοιράζει τη ζωή του μεταξύ Αθήνας και Σκιάθου, ζει μόνος του δίχως καμιά γυναικεία συντροφιά και περνά τις Κυριακές του ψάλλοντας στις εκκλησίες. Το προσωνύμιο «κοσμοκαλόγερος», που του αποδίδεται, είναι χαρακτηριστικό της κοσμοθεωρίας του.
Κάθε ένα από τα έργα του είναι ποτισμένο, όπως είναι φυσικό, με τη χριστιανική του ιδιοσυγκρασία. Ο έρωτας δεν αποτελεί κεντρικό άξονα των διηγημάτων του και, όπου παρουσιάζεται, έχει μια μορφή αραχνοΰφαντη, ονειρική, σχεδόν εξαϋλωμένη. Τα ειδύλλια που αναπτύσσονται δεν ευοδώνονται ποτέ με τρόπο έντονα σαρκικό, αλλά πλατωνικό. Στο Όνειρο στο κύμα ο νεαρός βοσκός παρακολουθεί κρυφά το αντικείμενο του πόθου του να κολυμπά το βράδυ στη θάλασσα, σε μια περιγραφή που ταιριάζει περισσότερο σε μια νεράιδα, παρά σε μια γυναίκα που προκαλεί με το γυμνό της σώμα. Η ευλάβεια και ο θαυμασμός υπερκαλύπτουν το φυσικό πόθο.
Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι ο Θεός δεν παρουσιάζεται πουθενά ως τιμωρός, ως μια ανελέητη δύναμη που συντρίβει την εύθραυστη ανθρώπινη ύπαρξη και δολοπλοκεί σε βάρος της. Αντίθετα, αποτελεί συνώνυμο της δικαιοσύνης και της ευσπλαχνίας. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Φραγκογιαννούς, στη Φόνισσα, η οποία στο τέλος του έργου πνίγεται στη θάλασσα και η ψυχή της παραδίδεται στο έλεος του Θεού, γλιτώνοντας από τη σκληρή ανθρώπινη τιμωρία για τους φόνους των παιδιών που είχε διαπράξει.
Οι ήρωες του Παπαδιαμάντη, συχνά τυραννισμένοι, σημαδεμένοι από το θάνατο ή από την εξαθλίωση, βρίσκουν καταφύγιο στο Θεό για να γαληνέψουν την ψυχή τους. Η ευαισθησία του Σκιαθίτη δημιουργού αντιλαμβάνεται το θείο ως στήριγμα για κάθε πονεμένη ύπαρξη. Στο διήγημα Ρεμβασμός του Δεκαπενταύγουστου, ο Φραγκούλας «εκχύνη τα παράπονά του εις θρηνώδεις μελωδίας προς την Παναγίαν», καθώς βυθίζεται στις θλιβερές του αναμνήσεις.
Εξαιρετικά ενδιαφέρον είναι και το γεγονός ότι ο Παπαδιαμάντης συνυφαίνει με αριστοτεχνικό τρόπο τη θρησκεία με τις λαϊκές προκαταλήψεις και δεισιδαιμονίες της κοινωνίας της Σκιάθου, δίχως την παραμικρή εσωτερική σύγκρουση. Στο διήγημα Άγια και Πεθαμένα, η νεαρή Σειραϊνό αναφέρεται στο παγανιστικό τελετουργικό που έκαναν τα κορίτσια της εποχής με τα κόλλυβα του Αγίου Θεοδώρου, προκειμένου να φανερωθεί ο άντρας που θα τις στεφανωθεί. Η Εκκλησία αντιτίθεται σε τέτοιου είδους αντιλήψεις, ο απλός, αγράμματος κόσμος του χωριού όμως τις έχει ενστερνιστεί και τις έχει εντάξει στη σφαίρα της χριστιανικής παράδοσης. Ο Παπαδιαμάντης, λοιπόν, αφουγκράζεται τον παλμό του νησιού και αποτυπώνει στο έργο του το κομμάτι αυτό της τοπικής πολιτιστικής κληρονομιάς.
Ωστόσο, παρά τη φυσική του ευλάβεια, ο Παπαδιαμάντης είναι ένας άνθρωπος που σπαταλά κάθε δραχμή που πέφτει στα χέρια του βρίσκοντας παρηγοριά στο ποτό. Τα τελευταία του χρόνια τα περνά στο νησί του, με την υγεία του επιβαρυμένη. Τελικά αφήνει την τελευταία του πνοή στις 3 Ιανουαρίου 1911, προκαλώντας βαθιά θλίψη στον πνευματικό κόσμο της Ελλάδας.
Ο «άγιος των ελληνικών γραμμάτων», όπως ονομάστηκε ο Παπαδιαμάντης, έχει αφήσει το στίγμα του στην ελληνική λογοτεχνία χάρη στο ηθογραφικό του ταλέντο και το θρησκευτικό του συναίσθημα, δημιουργώντας σχολή για τους συγγραφείς που ακολούθησαν.
Κείμενο: Μαρία Μερτίκα (Lavart)