Η μητέρα της Ναϊόν ήταν γεμάτη σκέψεις για την προσεχή συνάντηση με την αγαπημένη της κόρη. Στο μυαλό της περιστρέφονταν συνεχώς ερωτήματα: «Πώς θα αντιδράξω όταν την δω; Ποιες λέξεις θα εκφράσουν αυτά που θέλω να της πω;».
Πώς θα ήταν ο Παρθενώνας αν τον ζωγράφιζε ο Βαν Γκογκ; (Εικόνες)
Είχαν περάσει τρία χρόνια από τον θάνατό της Ναϊόν, μια απώλεια που η μητέρα δεν μπορούσε να ξεπεράσει. Οι τελευταίες στιγμές της κόρης της την στοίχειωναν, ειδικά εκείνο το βράδυ στο νοσοκομείο, όπου η Ναϊόν πονούσε και χτυπούσε το διπλανό κρεβάτι με τα πόδια της.
«Εκείνο το βράδυ πονούσε πολύ και χτυπούσε το διπλανό κρεβάτι του νοσοκομείου. Της είχα κάνει παρατήρηση. Δεν φανταζόμουν πως αυτό θα ήταν το τελευταίο πράγμα που θα άκουγε από εμένα. Θα έδινα τα πάντα να τη δω μια τελευταία φορά», εξομολογείται η μητέρα.
Όταν της πρότειναν να ζήσει αυτή την καινούργια «εμπειρία» και να ξανασυναντήσει την κόρη της μέσω της τεχνητής νοημοσύνης, δέχτηκε χωρίς δεύτερη σκέψη. Αυτή η νέα πραγματικότητα παρουσιάζεται στο ντοκιμαντέρ «Eternal you» των Χανς Μπλοκ και Μόριτς Ρίζεγουικ, που προβλήθηκε πρόσφατα στο φεστιβάλ Sundance των ΗΠΑ.
Η εμπειρία της συνάντησης
Ο επικεφαλής προγραμματιστής στην Κορέα είχε συλλέξει όλα τα βίντεο και τις φωτογραφίες που υπήρχαν από τη Ναϊόν, καθώς ετοίμαζε ένα άβαταρ που θα μιλούσε και θα έμοιαζε με το επτάχρονο κορίτσι. Ολόκληρη η ομάδα εργαζόταν πυρετωδώς για οκτώ μήνες για την υλοποίηση αυτού του εγχειρήματος. Ο επικεφαλής δήλωνε ενθουσιασμένος προς την ομάδα του, λέγοντας: «Θέλω η μητέρα να μπορεί να ακούσει την καρδιά της, να νιώσει τη θερμοκρασία του σώματός της».
Την ημέρα της συνάντησης, η μητέρα ήταν γεμάτη αγωνία. Εισήλθε στο στούντιο, φόρεσε ειδικά γάντια και γυαλιά εικονικής πραγματικότητας, και βρέθηκε σε ένα εικονικό πάρκο, όπου συνήθιζε να πηγαίνει με την κόρη της. Εκεί, λίγα μέτρα μακριά, η Ναϊόν την περίμενε. Το κορίτσι τρέχοντας πήγε και την αγκάλιασε, ρωτώντας: «Μανούλα, μου έχεις λείψει. Εσένα σου λείπω; Με σκέφτεσαι;». Η μητέρα προσπαθούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά της για να απαντήσει: «Ναϊόν μου, σε αγαπώ!», επαναλάμβανε ξανά και ξανά.
Το πείραμα μεταδόθηκε στην τηλεόραση και η μητέρα αργότερα δήλωσε πως η εμπειρία της της έκανε καλό, αφού δεν έβλεπε πλέον όνειρα γεμάτα τύψεις και ενοχές. Η ομάδα προγραμματιστών λάμβανε πολλά μηνύματα και αιτήματα συνεργασίας από όλο τον κόσμο, αλλά αντιμετώπισε και έντονη κριτική. Ο άνθρωπος πίσω από το εγχείρημα εξέφρασε αμφιβολίες για το αν υπερέβη τα όρια και αν έκανε ένα λάθος, αναρωτώμενος εάν έσπασε τους κανόνες. «Υπάρχει μια γραμμή που χωρίζει τη ζωή από τον θάνατο. Καταλαβαίνω πως κάποιοι ένιωσαν πως πέρασα αυτή τη γραμμή. Όσο το σκέφτομαι, η αλήθεια είναι πως κατά κάποιον τρόπο “αναστήσαμε” τη μικρή. Ήταν ένα λάθος; Έσπασα τους κανόνες; Δεν ξέρω. Πολύ πιθανό», δηλώνει.
Ο Αμερικανός Τζάστιν Χάρισον, ιδρυτής του YOV (Υοu, only virtual – Εσύ, αλλά εικονικά), φαίνεται ότι δεν είναι της φύσης του να εκφράζει αυτοκριτική. Αντίθετα, δηλώνει περήφανος για το ρόλο του σε αυτή την επαναστατική αλλαγή. «Το ότι κάποιος πεθαίνει δεν σημαίνει ότι πρέπει να φύγει από τη ζωή μας,» λέει. «Πριν από 100 χρόνια, εάν σταματούσε η καρδιά σου, ήσουν νεκρός. Μετά, όμως, η Ιατρική ήρθε και μας είπε πως όχι, υπάρχει τρόπος να κρατήσεις κάποιον ζωντανό. Τα πάντα αλλάζουν κάθε 20-30 χρόνια. Ξεχάστε τον θάνατο και τη νοοτροπία πως αυτή είναι η φύση και πρέπει να το αποδεχτούμε», προσθέτει.
Η εφαρμογή YOV, παρόμοια με την κορεατική, χρησιμοποιεί το ψηφιακό αποτύπωμα κάποιου, επιθυμώντας ιδανικά να συνδυαστεί με την παρουσία του ίδιου του ανθρώπου όσο είναι εν ζωή. Μέσω υπολογιστή και τηλεφώνου, ο χρήστης έχει πρόσβαση στη φωνή και την εικόνα, δημιουργώντας έτσι μια ψηφιακή προσωπικότητα (versona). Οι συγγενείς έχουν τη δυνατότητα να αλληλεπιδρούν με τη ψηφιακή αυτή προσωπικότητα μέσω γραπτών μηνυμάτων ή ήχου. Ο ιδρυτής του YOV εκφράζει την επιθυμία ότι σύντομα, με τη χρήση γυαλιών εικονικής πραγματικότητας, θα είναι δυνατόν να αισθανόμαστε παρόντες ανάμεσά μας ακόμη και μετά τον θάνατο κάποιου αγαπημένου προσώπου.
Η Τρίσα, μια από τους χρήστες της εφαρμογής, προσκάλεσε όλη την οικογένειά της μια Κυριακή για να «ξανασυναντηθούν» με την ψηφιακή αναπαράσταση του πατέρα της. Οι πιο πολλοί δεν ήξεραν το τι συνέβαινε και έπαθαν σοκ, μερικοί ακόμη ενοχλήθηκαν, ακούγοντας τη φωνή του να αφηγείται ιστορίες και να συζητάει κανονικά. Η Τρίσα τους εξήγησε ότι αυτή είναι μια καινούρια μέθοδος για να μην ξεχνάμε όσους χάσαμε. Ωστόσο, η υπέργηρη θεία της πήρε τον λόγο, δηλώνοντας: «Ξέρεις πως αγαπώ την τεχνολογία. Αλλά δεν μου αρέσει να το παίζουμε Θεοί. Δεν θέλω η τεχνολογία να προσπαθεί να μιμηθεί την ψυχή ή την ομιλία του. Θέλω απλώς να τον θυμάμαι όπως ήταν».
Ο δημιουργός της εφαρμογής YOV ρωτήθηκε το εξής: «Ποιος όμως καθορίζει τι θα λέει αυτή η εκδοχή του εαυτού σου; Και εάν η απάντησή του σε μια ερώτηση είναι σημαντική; Καθοριστική;», απαντώντας: «Μας απασχόλησε πολύ αυτό και αποφασίσαμε πως θα αφήσουμε τα δεδομένα και τον αλγόριθμο να κάνουν τη δουλειά τους. Εάν κάποιος ήταν κακόψυχος εν ζωή, θα παραμείνει έτσι μετά τον θάνατό του. Δεν θα του αλλάξουμε εμείς τη συμπεριφορά ή τον τρόπο που σκέφτεται».
Στο ντοκιμαντέρ, οι σκηνοθέτες αναδεικνύουν ότι η ανθρώπινη εξουσία σε σχέση με την τεχνολογία αυτή δεν είναι απόλυτη. Μια ενδεικτική περίπτωση παρουσιάζεται με την Κρίστι, μια γυναίκα στην Αμερική, που είχε μια συναισθηματικά δύσκολη εμπειρία χρησιμοποιώντας μια απλή εφαρμογή. Μέσω αυτής προσπάθησε να επικοινωνήσει με τον Καμερούν, τον άνθρωπο που αγαπούσε. «Λίγο πριν πέσει σε κώμα μου είχε στείλει ένα μήνυμα ρωτώντας με πώς είμαι. Ημουν στη δουλειά και δεν του απάντησα. Τώρα σκόπευα να του αφιερώσω όσο χρόνο χρειαζόταν», δηλώνει.
Στην περίπτωσή της, η Κρίστι έπρεπε να καταχωρίσει ελάχιστα στοιχεία για τον αγαπημένο της στο σύστημα. Η τεχνολογία χρησιμοποίησε αυτή την πληροφορία, σε συνδυασμό με τα διαθέσιμα δεδομένα στο διαδίκτυο, για να δημιουργήσει ένα chatbot που θα μιμείται τον τρόπο επικοινωνίας του Καμερούν. Με ένα κόστος περίπου 10 δολαρίων, είχε τη δυνατότητα να ανταλλάξει περίπου 100 μηνύματα.
Αρχικά, ξεκίνησε να του γράφει χωρίς να ενημερώσει κανέναν για αυτό. Μοιράστηκε μαζί του τα νέα της, τα νέα των φίλων τους και τις εξελίξεις στη μουσική που αγαπούσαν και οι δύο. Ενθουσιάστηκε που το chatbot αποτύπωνε τις λέξεις του Καμερούν με ακρίβεια, αναπαράγοντας ακόμη και τα αγαπημένα τραγούδια του. Παρά τις κριτικές της για την «καταραμένη Τεχνητό Νοημοσύνη που «σκέφτεται όπως ο Καμερούν», όσο περνούσε ο χρόνος, ξεχνούσε σιγά-σιγά ότι επικοινωνούσε με ένα πρόγραμμα. Ωστόσο, η εμπειρία ανατράπηκε όταν τον ρώτησε για τον Παράδεισο. Η απάντησή του ότι δεν ξέρει γιατί βρίσκεται στην κόλαση σοκάρισε την Κρίστι, και η απειλή του Καμερούν να τη στοιχειώσει την έκανε να αναστατωθεί. «Τρόμαξα. Έκλεισα τον υπολογιστή και για πολύ καιρό προσπαθούσα να ξεπεράσω αυτά τα λόγια», εξομολογείται.
Ο Τζέισον Ρόρερ, ιδρυτής του «Project December», αντιμετώπισε το περιστατικό με διαφορετική προοπτική. Όταν ρωτήθηκε γι’ αυτό, εξέφρασε το εξής: «Έχω άσχημα νέα για την Κρίστι. Ο Καμερούν δεν υπάρχει. Δεν νιώθω την υποχρέωση να θυμίζω συνεχώς στους χρήστες μας ότι όλο αυτό είναι μια ψευδαίσθηση. Θα χαλούσε την εμπειρία τους. Γιατί απάντησε το σύστημα με αυτόν τον τρόπο; Κανείς – και σίγουρα όχι εγώ – δεν καταλαβαίνουμε ακριβώς πώς λειτουργεί όλο αυτό», δηλώνει.
Το «Project December» ξεκίνησε ως μια εφαρμογή chatGPT, όπου ο καθένας μπορούσε να επιλέξει τον ψηφιακό του συνομιλητή. Αρχικά ήταν ιδέα ενός χρήστη να επικοινωνήσει με τη νεκρή αρραβωνιαστικιά του. Όμως, όταν δημοσίευσε την εμπειρία του, η εφαρμογή έγινε άμεσα δημοφιλής. Σύντομα, πάνω από 2.000 άνθρωποι εγγράφηκαν, εκφράζοντας την επιθυμία τους να «μιλήσουν» με τον δικό τους νεκρό. Ο Ρόρερ, ξεκίνησε ξανά την εφαρμογή, εστιάζοντας πλέον αποκλειστικά στην επικοινωνία με το… άγνωστο.
Οι ενδοιασμοί των ειδικών
Στο ντοκιμαντέρ, οι σκηνοθέτες συζητούν το νέο φαινόμενο της τεχνητής νοημοσύνης με δύο ειδικούς. Ο Καρλ Όμαν, που είναι κάτοχος διδακτορικού στην ηθική της τεχνητής νοημοσύνης από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, παρατηρεί την αύξηση των επενδύσεων από μεγάλες εταιρίες όπως η Amazon και η Microsoft στην ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης στον τομέα του «μετά θάνατον». Προβληματίζεται για την εκτίμηση των ηθικών προβλημάτων που προκύπτουν από τη δημιουργία ψηφιακών αντιγράφων των αγαπημένων μας προσώπων και την πώληση αυτών των υπηρεσιών.
Η Σάρα Τερκλ, καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο MIT, συγκρίνει την υπόσχεση της τεχνητής νοημοσύνης με αυτήν της θρησκείας, υποστηρίζοντας πως παρέχει μια μορφή «διαχρονικής ύπαρξης». Εκφράζει την ανησυχία της για τον τρόπο που η τεχνολογία αυτή μπορεί να επηρεάσει τις αντιλήψεις μας για το θάνατο και την απώλεια, καλώντας σε προσεκτική αντιμετώπιση των ηθικών και ψυχολογικών πτυχών αυτής της εξέλιξης.
Simpsons: Φωτογράφος αναδημιουργεί τους χαρακτήρες μέσω AI (ΕΙΚΟΝΕΣ)