Bohemian Rhapsody: Ένα νοσταλγικό ταξίδι παρέα με τους Queen
Μια ματιά στον άνθρωπο πίσω από το θρύλο.
Αν μπορούσα να ταξιδέψω πίσω στο χρόνο, το πρώτο πράγμα που θα έκανα θα ήταν να δω τους Queen ζωντανά στο live aid τον Ιούλιο του 1985 στο Wembley Stadium. Μια από τις μεγαλύτερες στιγμές της μουσικής ιστορίας, καθώς και το σημείο όπου αρχίζει και τελειώνει η ταινία “Bohemian Rhapsody”.Σε σκηνοθεσία του Μπράιαν Σινγκερ και αργότερα του Ντεξτερ Φλέτσερ (όταν ο πρώτος εγκατέλειψε το project ), το “Bohemian Rhapsody” ακολουθεί τους Queen από το δύσκολο ξεκίνημα τους και τις πρώτες τους εμφανίσεις σε φοιτητικές παμπ της επαρχίας, μέχρι την τεράστια επιτυχία και τα ασφυκτικά γεμάτα με εκατομμύρια κόσμο στάδια. Επικεντρωμένη στη ζωή του Farukh Bulsara και αργότερα Freddie Mercury, του front man των Queen και μιας από της σημαντικότερες μορφές της μουσικής ιστορίας, η ταινία θα κατέρρεε χωρίς τον σωστό πρωταγωνιστή. Ο Rami Malek (Mr Robot) όμως, όχι απλά στήριξε το ρόλο, αλλά ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Υπάρχει πάντα ένας μεγάλος κίνδυνος όταν ένας ηθοποιός προσπαθεί να αποδώσει ένα ρόλο μιας υπαρκτής προσωπικότητας.. Αυτός της μίμησης και πολλές φορές της κακόφωνης μίμησης. Ένας από τους μεγαλύτερους φόβους μου για αυτή την ταινία ήταν πως ο ρόλος του Freddie θα στηριζόταν σε πρόσθετα δόντια, σε φανταχτερά κοστούμια, σε θεατρικές κινήσεις χεριών και σε 2 “darling” ανά πρόταση! Αλλά ευτυχώς εδώ δεν έχουμε μια τέτοια περίπτωση. Ο Rami Malek ήταν “διαβασμένος”. Δεν προσπάθησε να μιμηθεί, αλλά να κατανοήσει και να αποδώσει. Η ερμηνεία του είναι αντάξια Όσκαρ και για μερικές στιγμές ένιωσα λες και ο Freddie Mercury ήταν και πάλι μαζί μας. Αξιόλογες ερμηνείες έχουμε και από το υπόλοιπο cast. Ο Gwilym Lee (The Last Witness) στο ρόλο του Brian May, του αστροφυσικού ροκά κιθαρίστα με τη μεγαλοπρεπή αφάνα, ο Ben Hardy (X-Men Apocalypse) στο ρόλο του Roger Taylor, του ατίθασου ντράμερ, και ο Joe Mazzello, το παιδάκι από το Jurassic Park μεγάλος πλέον, στο ρόλο του John Deacon, του διακριτικού μπασίστα. (Ο οποίος παρεμπιπτόντως έχει τέτοια ομοιότητα με τον πραγματικό Deacon που άρχισα να ψάχνω αν έχουν κάποια συγγένεια.) Ένα ακόμη αξιοσημείωτο κομμάτι της ταινίας αποτελεί και η ερμηνεία της Lucy Boynton στο ρόλο της Mary Austin, της αρραβωνιαστικιάς του Freddie Mercury. Η σχέση τους, καθώς και η αποδοχή της σεξουαλικότητας του Μέρκιουρι αποδίδονται με πολύ όμορφο τρόπο. Η χημεία μεταξύ Malek και Boynton είναι καταπληκτική και οι δύο τους μοιράζονται μια από της πιο συναισθηματικά δυνατές σκηνές της ταινίας, η οποία αν δεν σε κάνει έστω και λίγο να βουρκώσεις μάλλον είσαι νεκρός μέσα σου.Η ταινία σε γενικές γραμμές για έναν casual fan των Queen είναι αρκετά ευχάριστη, χωρίς όμως να παίρνει ιδιαίτερα ρίσκα. Κάπως ειρωνικό αν σκεφτεί κανείς ότι η επιτυχία του Mercury και των Queen βασίστηκε στα ρίσκα και στο γεγονός ότι αρνούνταν να ακολουθήσουν την πεπατημένη. Εδώ ακολουθείται μια κλασική συνταγή βιογραφικών ταινιών και ταινιών μουσικής επιτυχίας hollywood, χωρίς αυτό να είναι απαραίτητα κάτι κακό. Εξάλλου οι βιογραφικές ταινίες δεν μπορούν σχεδόν ποτέ να αποδώσουν εκατό τις εκατό την αίγλη των προσώπων που απεικονίζουν. Το σημείο από όπου πηγάζουν τα κύρια ζητήματα της ταινίας κατά την γνώμη μου, είναι η απόπειρα να χωρέσουν 15 χρόνια ιστορίας μέσα σε μία ταινία διάρκειας 2 ωρών. Σε πολλά σημεία ο χρόνος τρέχει πολύ γρήγορα και τα γεγονότα χάνουν σε ένα βαθμό το συναισθηματικό τους αντίκτυπο. Έτσι η ταινία έχει κάποια προβλήματα τονικότητας. Επίσης ακριβώς επειδή επιδιώκει να καλύψει ένα τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, δεν έχει χρόνο να εμβαθύνει σε ορισμένα πράγματα, που ίσως κάποιοι θα περίμεναν να δουν σε μια ταινία για την ζωή του Mercury.Αυτό που καταφέρνει όμως με επιτυχία να κάνει το “Bohemian Rhapsody” είναι να υμνήσει το ταλέντο και την προσωπικότητα ενός μεγάλου μουσικού, και να σε κάνει να θέλεις να κατεβάσεις άμεσα όλη τη δισκογραφία των Queen, και να τραγουδήσεις μαζί με τον Freddie μέχρι να κλείσει η φωνή σου! Έχουν παρθεί βέβαια και αρκετές πρωτοβουλίες όσων αφορά τη χρονική συνέχεια. Πολλά τραγούδια εμφανίζονται στην ιστορία αρκετά νωρίτερα ή αργότερα απ’ότι γράφτηκαν στην πραγματικότητα έτσι ώστε να δένουν καλύτερα με το σενάριο Κάθε μουσικό κομμάτι που παρουσιάζεται σε οδηγεί σιγά σιγά, από τις επαρχιακές παμπ του 70, στο Wembley Stadium το 1985. Από τον Farukh Bulsara στον Freddie Mercury. Όταν η ταινία τελείωσε και άνοιξαν τα φώτα στον κινηματογράφο κανένας δεν σηκώθηκε για να φύγει. Όλοι μείναμε καθισμένοι στις θέσεις μας μέχρι να τελειώσει το τραγούδι τίτλων τέλους. “The show must go on”. Και τότε κοίταξα γύρω μου και σκέφτηκα πως αν είχαμε μία χρονομηχανή θα θέλαμε όλοι να ταξιδέψουμε πίσω στην ίδια στιγμή στο χρόνο…
Κείμενο: Δάφνη Μανουσογιάννη (Lavart)