Η Μαρία έχει φανατικό κοινό, και αυτό της αξίζει. Και πραγματικά η μικρή σκηνή της Μονής Λαζαριστών το βράδυ της Τετάρτης της ταίριαξε άψογα, παρόλο που έβρεξε.
Ο μεγάλος δάσκαλος Δημήτρης Λιαντίνης καταφερόταν, συχνά, σκληρά κατά της ταπεινοφροσύνης, αλλά όχι και κατά της ουσιαστικής ταπεινότητας ως βασικό στοιχείο του ρεαλισμού, της συνειδητοποίησης της θνητότητας αλλά και ως μίας διαρκούς σοβαρής ροπής της κάθε προσωπικής ανθρώπινης θέωσης. Αν λοιπόν θελήσουμε να μιλήσουμε για την Μαρία Παπαγεωργίου και παραλείψουμε να αναφέρουμε την ταπεινότητα που την διακρίνει, αυτό δε θα αποτελεί μόνο μία παράλειψη, αλλά ακόμη και προσβολή, δεδομένης της, σε πολλές περιπτώσεις, αντίθετης εντύπωσης που λαμβάνουμε από καλλιτέχνες, και του «είδους» που εκπροσωπεί αλλά και εκτός αυτού.
Την Μαρία Παπαγεωργίου, τα έφερε έτσι ο καιρός και δεν την είχα ξαναπαρατηρήσει – ξανακούσει ζωντανά, κάτι το οποίο μου προκάλεσε μία μικρή αμηχανία, όπως το καθετί νέο έρχεται στα αυτιά. Αυτό, λοιπόν, που είχε ξεκινήσει να διαφαίνεται από τα πρώτα λεπτά της εμφάνισής της στη Μικρή σκηνή της Μονής Λαζαριστών, ήταν οι επιλογές της. Για ορισμένους, με τους οποίους και συμφωνώ, κάποιος θεωρείται καλλιτέχνης/τραγουδιστής/τραγουδοποιός, όχι μόνο από τα χαρακτηριστικά των φωνητικών δυνατοτήτων ή της συνθετικής και στιχουργικής του δεινότητας, αλλά και από τις επιλογές του να εντάξει στο ρεπερτόριό του, μεταξύ άλλων, τραγούδια που έχουν γράψει και ιστορία στα χείλη των ακροατών αλλά και έχουν στιγματιστεί από τις ερμηνείες «μεγαθήριων».
Στη Θεσσαλονίκη, τη νύχτα της 26ης Ιουλίου, βροντούσε από νωρίς και η Μαρία είχε αρχίσει ήδη να «προσεύχεται» στην προστάτιδα της οικογενείας της, Αγία Παρασκευή, να μην χαλάσει η βραδιά, κάτι που τελικά δεν της έκανε τη χάρη. Ή μήπως της την έκανε; Αν κρίνω από το κοινό που δεν έλεγε να φύγει είτε με τις ψιχάλες είτε με την βροχή, ίσως ο καιρός (μπορεί και η Αγία Παρασκευή…) να βοήθησαν έτσι ώστε η βραδιά να παραμείνει αξέχαστη για πολύ καιρό ακόμα. Κάτι το οποίο δεν θα συνέβαινε ούτε χωρίς το φανατικό της κοινό, ούτε χωρίς την συντροφιά της με τα βρεγμένα πλέον όργανα των Χρήστο Τόλη, Κοσμά Λαμπίδη, Λάμπρο Παπανικολάου, Νίκο Παπαβρανούση, Σταύρο Ρουμελιώτη.
«Μέσα μου κρύβω θάλασσα κι ουρανό
τα κύματα με φέρνουνε πάντα εδώ
εδώ που φυλακίζουνε
όσους κρυφά ποτίζουνε τον καιρό»
Τα τραγούδια του Αλέξανδρου Εμμανουηλίδη, του Θανάση Παπακωνσταντίνου, του Μάνου Λοϊζου, του Παύλου Σιδηρόπουλου, του Αλκίνοου Ιωαννίδη, ακόμη και της αδυναμίας μου (αν και ανάξιος να αναφέρω το όνομά του) Νικόλα Άσιμου ταξίδεψαν στον υπέροχο χώρο της Μονής και οι παρευρισκόμενοι, παρότι… όμορφοι και ηττημένοι (λόγω της βροχής) κέρδισαν τελικά μία σπουδαία ανάμνηση.
Κείμενο: Δημήτρης Φαργκάνης (Lavart)
Φωτογραφίες: Αλεξάνδρα Ρίμπα (Lavart)