«Suite Française» του Saul Dibb – Κριτική της Μαρίας Μιχαλάκη
[dropcap size=big]Υ[/dropcap]πάρχουν μερικές ιστορίες αληθινές, υπάρχουν μερικές ιστορίες επινοημένες και υπάρχουν και κάποιες ιστορίες που βρίσκονται κάπου στη μέση. Η Ιρέν Νεμιρόβσκυ είναι γνωστή συγγραφέας, Εβραϊκής καταγωγής. Ζει στο Παρίσι και μετά τη γερμανική εισβολή στη Γαλλία, το 1940, μετακομίζει με την οικογένεια της σ’ ένα χωριό της Βουργουνδίας. Εκεί, βρίσκοντας καταφύγιο, συνέχιζει τη συγγραφή. Ξεκινά ένα μυθιστόρημα με θέμα τον πόλεμο που βιώνει και οραματίζεται ένα έργο επικού βεληνεκούς, χωρισμένο σε πέντε μέρη. Τον Ιούλιο του 1942 συλλαμβάνεται και μεταφέρεται στο Άουσβιτς, όπου και πεθαίνει ένα μήνα μετά. Έχει προλάβει να ολοκληρώσει δύο μέρη από το μυθιστόρημα της, τα οποία μισό αιώνα αργότερα η κόρη της Ντενίς, βρίσκει και εκδίδει το 2004 με τίτλο «Γαλλική Σουίτα». Η κινηματογραφική μεταφορά του βιβλίου αυτού, σε σκηνοθεσία Σαούλ Ντιμπ και πρωταγωνιστές τους Μισέλ Γουίλιαμς, Κριστίν Σκοτ Τόμας, Ματίας Σενέρτς, κυκλοφορεί στις ελληνικές αίθουσες από τις 20 Αυγούστου.
Η Ιστορία
[dropcap size=big]Τ[/dropcap]o 1940, μετά τη γερμανική εισβολή στη Γαλλία, ένα μικρό χωριό της επαρχίας κατακλύζεται από Παριζιάνους που εγκαταλείπουν την πόλη για να σωθούν και από Γερμανούς στρατιώτες που επιτάσσουν τα σπίτια των κατοίκων. Η Λουσίλ Ανζελιέ περιμένει το σύζυγό της να γυρίσει από το μέτωπο και ζει με την αυστηρή μητέρα του, όταν γνωρίζει τον αξιωματικό Μπρούνο φον Φολκ στον οποίο αναγκάζεται να προσφέρει στέγη. Ο όμορφος και καλλιεργημένος αξιωματικός δε θυμίζει σε τίποτα την εικόνα των Γερμανών που μέχρι τώρα έχει σχηματίσει η Λουσίλ. Συναισθήματα γεννιούνται μεταξύ τους ενώ παράλληλα η μικρή κοινωνία πασχίζει να προσαρμοστεί στην νέα κατάσταση.
Η «Γαλλική Σουίτα» στηρίζεται σε δύο θεματικούς άξονες. Αφενός στον πόλεμο και τη γερμανική κατοχή και αφετέρου στον απαγορευμένο έρωτα μεταξύ δύο ανθρώπων από αντίπαλα
στρατόπεδα. Όπως συμβαίνει συχνά στον κινηματογράφο, ο έρωτας αυτός πλαισιώνεται από ένα περιβάλλον που δεν του αρμόζει, δημιουργώντας εμπόδια. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, όμως, η σχέση μεταξύ των δύο πρωταγωνιστών παραμένει στο παρασκήνιο και απλώς χρωματίζει την ταινία. Δεν είναι το κέντρο γύρω από το οποίο γυρνούν τα πάντα αλλά διακρίνεται αχνά πίσω από μερικές κινήσεις και λίγα βλέμματα. Μία ιστορία μεταξύ δύο ανθρώπων που θα μπορούσε να έχει συμβεί στην πραγματικότητα, αλλά είναι σαν να μην συμβαίνει.
[dropcap size=big]Η[/dropcap] ταινία επενδύει στην αντιθετική απεικόνιση της συντηρητικής και αγροτικής κοινότητας σε κρίση, με τα διαφορετικά κοινωνικά στρώματα, σε σχέση με την πλευρά του κατακτητή, του εισβολέα. Και εκεί είναι που θριαμβεύει μέσω της εστίασης στα πρόσωπα και στους χαρακτήρες. Παρόλο που όλοι οι ήρωες στην αρχή μοιάζουν αρχετυπικοί και μονοδιάστατοι, σταδιακά αποκαλύπτονται, ολοκληρώνονται και ζωντανεύουν. Το πιο ενδεικτικό παράδειγμα, εξάλλου, είναι ο χαρακτήρας της κυρίας Ανζελιέ, της καταπιεστικής πεθεράς της Λουσίλ, που δε μένει μόνο στο σκληρό περίβλημα αλλά αναπτύσσει εξαιρετικό εύρος. Στα ταλαντούχα χέρια της Κριστίν Σκοτ Τόμας, ο ρόλος γίνεται διαμάντι.
Η «Γαλλική Σουίτα» περιγράφει έναν πόλεμο που έχει συμβεί και έναν έρωτα που πιθανώς θα συνέβαινε. Αντιλαμβάνεται και τα δύο, όπως ακριβώς είναι: η πραγματικότητα και η πιθανή πραγματικότητα. Μπορεί να μην καταφέρνει να αγγίξει τον θεατή, παρά μόνο επιδερμικά, αλλά φέρνει εις πέρας το έργο της με την πρέπουσα ευαισθησία και έναν ιδιαίτερο σεβασμό στην αλήθεια και τη συγγραφέα.
Κείμενο: Μαρία Μιχαλάκη (Lavart)