[dropcap size=big]Η[/dropcap] ιδέα για το Λεόντιος και Λένα προέκυψε έναν χρόνο πριν. Η επιθυμία υπήρχε από παλαιότερα, όταν σπούδαζα φιλολογία και είχα «κολλήσει» με τον Μπύχνερ. Με γοήτευε συνολικά η περίπτωσή του, το ότι ήταν συγχρόνως ανήσυχος επιστήμονας, κυνηγημένος επαναστάτης και αληθινός ποιητής, και φυσικά το ότι πέθανε πολύ νέος, όπως ταιριάζει στους θρύλους. Από τα κείμενά του, το Λεόντιος και Λένα είναι μάλλον το πιο ελαφρύ, ένα Lustspiel, μια κωμωδία που έγραψε όσο ήταν στην παρανομία για να πάρει μέρος σ’ έναν διαγωνισμό προσβλέποντας στο χρηματικό έπαθλο (τελικά δεν διαγωνίστηκε, γιατί έστειλε το κείμενο δύο μέρες εκπρόθεσμα). Είναι ένα ερωτικό παραμύθι, ίσως απλοϊκό και κλισέ, που φιλοσοφεί ακατάσχετα πάνω σε ερωτήματα εξίσου απλοϊκά και κλισέ: πώς να σκεφτώ, πώς να πράξω, πώς να νιώσω, πώς να ζήσω. Όλη αυτή η αβάσταχτη ελαφρότητα με δελέασε.[dropcap size=big]Γ[/dropcap]ια λόγους πρακτικούς δεν γινόταν να παίξουν στην παράσταση τόσοι, όσα και τα πρόσωπα του δράματος. Ο αριθμός τέσσερα ήταν μια βολική λύση (όχι πρωτότυπη άλλωστε για το συγκεκριμένο έργο), δύο άντρες, δύο γυναίκες, δύο ζευγάρια, αλλεπάλληλοι αντικατοπτρισμοί, άπειρες ευκαιρίες για αναφορές: 4 οι εποχές, 4 οι σειρές της τράπουλας, 4 οι Daltons, 4 οι Beatles… Οι Beatles; Κάπως έτσι ή αντίστροφα, δεν θυμάμαι πια, έπεσαν στο τραπέζι (άλλο τετράποδο κι αυτό) οι δεκαετίες του ’60 και του ’70, το Κουρδιστό Πορτοκάλι του Κιούμπρικ, οι Doors, ο Μικ Τζάγκερ, οι χίπις, τα παραισθησιογόνα. Και κάπου εκεί ανακόψαμε τους συνειρμούς. Η αίσθησή τους όμως αποτυπώθηκε στα σώματα, στις φωνές, στα ρούχα, στα τραγούδια.[dropcap size=big]Σ[/dropcap]το κείμενο έγιναν δύο παρεμβάσεις, η πρώτη από ανάγκη, η δεύτερη από επιλογή (ή το ίδιο είναι;). Αφενός, χάριν της τετράδας, το συνέπτυξα και το διασκεύασα ελαφρώς. Αφετέρου κάποια κομμάτια του τα κάναμε τραγούδια, γιατί μας αρέσει το μουσικοθεατρικό είδος και οι μπρεχτικές του προεκτάσεις. Από την ανάγκη που έγινε επιλογή, και αντίστροφα, καθορίστηκαν επίσης το μουσικό και το σκηνικό τοπίο.
Οι πρόβες ήταν υπόγειες, ευάριθμες, εύθυμες (συνήθως) και με αρκετές ανατροπές (τουλάχιστον τέσσερις). Τώρα πάνε, πέρασαν, σήμερα και αύριο γενική, αύριο παίζουμε… Το ψυχικό μας τοπίο παραμένει αχαρτογράφητο. Αύριο.
Κείμενο: Μελίνα Γαρμπή