«Άγριος σπόρος»
Γιάννης Τσίρος
Σκηνοθεσία: Ελένη Σκότη
Θέατρο επί Κολωνώ
Το έργο του Γιάννη Τσίρου «Άγριος Σπόρος» από την ομάδα Νάμα, σε σκηνοθεσία της Ελένης Σκότη, στο Επί Κολωνώ, «φυτρώνει» για δεύτερη χρονιά.
Τον «Άγριο Σπόρο» τον πρωτοείδα το Δεκέμβρη του 2013 σε σκηνοθεσία του Τσέζαρις Γκραουζίνις, στο Θέατρο Αριστοτέλειον της Θεσσαλονίκης με τον Ιεροκλή Μιχαηλίδη, τον Κίμωνα Κουρή και την Μυρσίνη Χρυσοχοΐδου. Τότε ο συγγραφέας επιβεβαίωσε στο κοινό του ότι τα «Αξύριστα πιγούνια» (Α΄ κρατικό βραβείο στο θεατρικό διαγωνισμό Υπουργείου Πολιτισμού 2004 ), τα οποία γνωρίσαμε το 2006 χάρη στο Θανάση Παπαγεωργίου, δεν ήταν ένα δραματουργικό πυροτέχνημα, δεν ήταν μία τυχαία στιγμή έμπνευσης.
Στην Θεσσαλονίκη «πρωτοφύτρωσε» ο «Άγριος σπόρος» και σημείωσε μεγάλη επιτυχία, με φυσική εξέλιξη να μετακυλήσει το 2014 στην Αθήνα, στο Ακροπόλ. Γραμμένο το έργο το 2013, στην καρδιά της ύφεσης, της οικείας ελληνικής μνημονιακής πραγματικότητας, αφηγείται μια κυνική αλληγορία. Στην αυτοσχέδια καντίνα του ο Σταύρος πουλά σουβλάκια, προσπαθώντας να αποπληρώσει συσσωρεμένα χρέη και πρόστιμα παραβάσεων. Η εξαφάνιση ενός νεαρού γερμανού θα αναστατώσει τη ρουτίνα της παραλία του. Οι Γερμανοί ερευνητές, οι ελληνικές αρχές, οι λοιποί τουρίστες και οι περισσότεροι συγχωριανοί υποπτεύονται τον Σταύρο: είναι κακοπληρωτής, αθυρόστομος Ελληναράς, διατηρεί αυθαίρετη καντίνα, δεν τηρεί τις υγειονομικές προβλέψεις, το φυσικό τοπίο καταστρέφεται, η γεννήτρια προκαλεί ηχορρύπανση, το χοιροστάσιο του βρωμάει, σφάζει τους χοίρους με βάρβαρη μέθοδο, είναι ανασφάλιστος, το αμάξι του είναι ανασφάλιστο, η κόρη του είναι ανασφάλιστη, αβανταδόρος παπατζής «πες ότι την απόδειξη την πήρε ο αέρας», και οι παραβάσεις δεν έχουν τελειωμό…Ο Στάυρος όμως έχει και αρετές: «Έχουμε το ελάττωμα να κερνάμε, αλλά που θα πάει θα το κόψουμε», είναι άγριος και ανυπότακτος, υποφέρει από τις υποψίες, ξαφνικά φαίνεται να τον ενδιαφέρει η γνώμη των άλλων: «Πως μας βλέπουν, τι πιστεύουν για εμάς… Είδα τον εαυτό μου τόσο δα μέσα στα μάτια του… αυτό το βλέμμα είναι που δεν άντεξα». Τον κατατάσσουν ως είδος παλιάς κοπής: «Πάει η εποχή της αυθαιρεσίας» και εκείνος «απόκληρος» ξεσπά με ένα λυτρωτικό κρεσέντο απόγνωσης: «Άγριος σπόρος φύτρωσε – σ’ ακρογιαλιά σε βράχο… Χίλιους ανθούς επέταξε – και άλλα χίλια αγκάθια… Αντέχουμε… Μια ακρογιαλιά είν’ όλη η χώρα… Παντού φυτρώνουμε».
Ο ίδιος ο συγγραφέας στο εισαγωγικό σημείωμα του εξαιρετικά επιμελημένου προγράμματος της παράστασης «Άγριος Σπόρος» στο Επι Κολωνώ ομολογεί: «Από αντίδραση λοιπόν στις κατηγορίες αυτών των προκαταλήψεων, ίσως προκατειλημμένος κι εγώ, τοποθετώ συνειδητά τα πρόσωπα του έργου μου σ’ ένα οριακό μεταίχμιο ελληνικής παρακμής». Η καντίνα, ξύλινη αυτοσχέδια, σαν την παράγκα του Καραγκιόζη ορθώνεται ως σύμβολο αντίστασης αλλά και αρμοστικότητας, ελληνικότητας, επιβίωσης και διαφορετικότητας. Δίχως εθνικοπατριωτικούς –ισμούς, δίχως επιχειρηματολογία κυριαρχίας και υπεροχής. Πρόκειται ένα καλογραμμένο νεοελληνικό έργο για τη λαϊκή σοφία και την «ειρωνική» αισιοδοξία.
Στο θέατρο Επί Κολωνώ
Το Επί Κολωνώ στεγάζεται σε ένα διατηρητέο κτίριο του 1918 στον Κολωνό, που άλλαξε χρήση από σχολείο σε θέατρο το 2000. Έχει καθιερωθεί ως ένας δημιουργικός καλλιτεχνικός πολυχώρος, ο οποίος φαίνεται να λειτουργεί υποδειγματικά, «δίνοντας» μαθήματα πολιτιστικής διαχείρισης. Εκεί λοιπόν παίζεται για δεύτερη χρονιά ο «Άγριος Σπόρος» σε σκηνοθεσία της Ελένης Σκότη.
Κριτικός ρεαλισμός, χωρίς εφέ εντυπωσιασμού ή ψευδαισθητισμού, ομαλή διαχείριση των συχνών μεταβάσεων και μεταθέσεων, αναζήτηση των εσωτερικών στιγμών, σαφής ροή. Κινητήρια δύναμη είναι το κείμενο. Η σκηνοθετική της ερμηνεία δεν είναι ατελής, ούτε στέκεται μετέωρη ανάμεσα στα δραματολογικά διλλήματα, ανιχνεύει τα πορτρέτα και τα αποτυπώνει εύληπτα καταθέτοντας μια υπεύθυνη σκηνοθεσία.
Η διανομή της παράστασης είναι ιδανική. Ο Τάκης Σπυριδάκης (Σταύρος) , ως μαέστρος ρυθμίζει και απορρυθμίζει τη λειτουργία της παράστασης, άλλοτε επιταχύνοντας και άλλοτε επιβραδύνοντας, δημιουργώντας την αίσθηση της καμπυλωτής ροής. Είναι «μάχιμος βιρτουόζος», εγγυητής του αυθεντικού ρεαλισμού, χωρίς ούτε μία στιγμή να καταντά επιτηδευμένος. Ο Ηλίας Βαλάσης στέκεται στέρεος, με ωραίες υφολογικές μεταστροφές. Η Ντάνη Γιαννακοπούλου, ξεχωρίζει για τη λεπτή σκιαγράφηση του ρόλου της, υπό το βάρος του χρέους, και την άριστη χρήση των εκφραστικών της μέσων.