Από τη δικηγορία στη συγγραφή ιστοριών μυστηρίου.
Άννα Ηλιαδέλη (Lavart) – Έχετε δείξει μεγάλο ενδιαφέρον για την ιστορία του ναζισμού από ιστορική, καθώς και φιλοσοφική σκοπιά. Ποιο στοιχείο της ιστορίας της ναζιστικής Γερμανίας σας ελκύει περισσότερο;
Philip Kerr – Λοιπόν, νομίζω ότι πιθανότατα, θεωρώ ότι αυτό είναι το πιο σημαντικό ιστορικό γεγονός στην Ευρώπη, αν όχι στον κόσμο, από τη Μεταρρύθμιση της Καθολικής Εκκλησίας, όταν ο Μαρτίνος Λούθηρος, κάρφωσε τα αιτήματά του στην πόρτα της εκκλησίας στο Βίττενμπεργκ. Και είναι ένα από αυτά τα ιστορικά γεγονότα που φαίνεται να διήρκησαν δεκαετίες και τα αποτελέσματά τους, φυσικά, εξακολουθούν ακόμα και σήμερα να είναι αισθητά, επομένως είναι σχεδόν σαν ολόκληρος ο 20ος αιώνας να οδεύει προς το Β΄ παγκόσμιο πόλεμο και την επανάσταση των Ναζί και με κάποιο τρόπο σαν το υπόλοιπο του 20ου αιώνα και ένα κομμάτι του 21ου να ζει με τις συνέπειες. Λοιπόν, αυτό είναι που πραγματικά με γοητεύει. Πιστεύουμε ότι η ιστορία είναι ιστορία, ότι έχει περάσει, αλλά στην πραγματικότητα, πιστεύω ότι τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα. Ένα ερώτημα που συχνά δέχομαι στην Ελλάδα είναι «Γιατί οι Γερμανοί μισούσαν την Ελλάδα;», καθώς φαίνεται ότι η γερμανική τράπεζα θα ασκήσει πίεση στους Έλληνες, για να «ξεγελάσει», να κάνει οικονομικά κόλπα κλπ. κλπ. Αυτό που μου προκαλεί ενδιαφέρον σχετικά με αυτήν την ερώτηση είναι ότι οι Έλληνες ζούσαν κατά πολύ με τις ίδιες συνθήκες, αλλά επηρεάστηκαν από τη ναζιστική Γερμανία τη δεκαετία του 1920. Έχετε οικονομικές δυσκολίες, έχετε μαζική ανεργία, έχετε τράπεζες που καταρρέουν, και τώρα έχετε μια μεταναστευτική κρίση, μεγαλύτερη από οποιαδήποτε άλλη χώρα. Τώρα, αν κοιτάξετε τη Γερμανία του 1930, υπήρχε πληθωρισμός, τράπεζες σε κρίση, μαζική ανεργία και μεταναστευτική κρίση. Αυτή προκλήθηκε από τη Ρωσική Επανάσταση, επειδή χιλιάδες άνθρωποι πήγαν δυτικά από τη Ρωσία για να ζήσουν στην Πολωνία και τη Γερμανία και πολλοί από αυτούς ήταν Εβραίοι, πολλοί από αυτούς ήταν μόνο απλοί Ρώσοι πρόσφυγες που είχαν διαφύγει από μια σύγκρουση και μου φαίνεται ότι είναι πολύ σημαντικό να μιλάμε για αυτά τα θέματα, γιατί ξέρουμε ποια είναι η συνταγή της αποτυχίας και πιστεύω πραγματικά πως είναι γεγονός ότι κανένας δεν χειρίζεται αυτή την κρίση σωστά. Και δεν είναι το ευρώ, δεν είναι μόνο οι τράπεζες. Νομίζω ότι το πιο ενδιαφέρον απ’ όλα είναι η κακή διαχείριση της μεταναστευτικής κρίσης, διότι αν είσαι Έλληνας, θα σκεφτείς ότι η οικονομία είναι ήδη για πέταμα και όλοι αυτοί οι άνθρωποι στέκονται στο κατώφλι της Ελλάδας και δεν είναι δική σας η ευθύνη, αλλά κανείς δεν φαίνεται να βοηθάει, κανείς δε βρίσκει μια λύση για το τι πρέπει να γίνει και νομίζω ότι αυτό είναι άλλο ένα παράδειγμα της αποτυχίας των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων να κάνουν οτιδήποτε, και γι ‘αυτό δεν λέω ότι οι άνθρωποι σαν εμένα έχουν κάποια λύση, αλλά δεν βλέπω ούτε τους πολιτικούς να έχουν. Δε φαίνεται να καταλήγουμε σε κάτι συγκεκριμένο, το ίδιο παλιό έγκλημα. Και πραγματικά δεν ξέρω τί πρόκειται να συμβεί. Οι ευφυείς άνθρωποι θα πρέπει να ενώσουν τις δυνάμεις τους και μαζί να βρουν μια λύση, αλλά είναι τόσο φοβισμένοι, μήπως και φανούν ρατσιστές. Αν μιλήσεις για ανθρώπους από το Πακιστάν ή το Αφγανιστάν ή τη Συρία ή οτιδήποτε άλλο, ο κόσμος φοβάται ότι κάνει διακρίσεις λόγω διαφορετικής φυλής ή θρησκείας.Άννα Ηλιαδέλη (Lavart) – Κάτι μεταξύ ψευδο-ενεργητικότητας και παθητικότητας.
Philip Kerr – Ναι, ξέρεις, όταν βρίσκεις απλούς ανθρώπους που φοβούνται για το τι συμβαίνει στη χώρα τους και δεν είναι σε θέση να αναγνωρίσουν πλέον τη χώρα τους, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι ρατσιστές. Βασικά σημαίνει ότι αυτή είναι η χώρα που αγάπησαν, στην οποία εργάστηκαν πολύ καιρό και τους αρέσει έτσι όπως είναι. Δεν υπάρχει κάποιο λάθος σ’ αυτό. Η αλλαγή δεν είναι απαραίτητα καλό πράγμα. Πολλοί πολιτικοί λένε «Αρνείσαι να αλλάξεις, επειδή είσαι ρατσιστής» ή κάτι τέτοιο.
Άννα Ηλιαδέλη (Lavart) – Για ποιον λόγο νομίζετε ότι οι νεο-Ναζί κερδίζουν όλο και περισσότερους υποστηρικτές παγκοσμίως;
Philip Kerr – Θεωρώ ότι έχει εξαντληθεί η υπομονή του κόσμου με τους συνηθισμένους πολιτικούς, ενώ υπάρχουν καλοί, τίμιοι πολιτικοί που δεν λένε αυτά που πρέπει να ειπωθούν. Μερικές φορές. Και κάποιες άλλες φορές για να τιμωρήσουν τους πολιτικούς, να τους κάνουν να ακούσουν. Αυτό συνέβη στη Γερμανία. Η κυβέρνηση της Βαϊμάρης δεν υπάρχει πια. Εννοώ ότι πιθανώς αυτά τα βασικά 12-13 χρόνια υπήρξαν 15 ή 16 κυβερνήσεις. Σε ένα χρόνο, μερικές φορές, υπήρχαν δύο ή τρεις. Και έτσι, νομίζω ότι οι άνθρωποι ήθελαν να δώσουν ένα μάθημα στους πολιτικούς, αλλά σίγουρα δεν ήθελαν τους Ναζί. Και οι Ναζί μοιραία πήραν την εξουσία. Ήταν σαν να έπρεπε να φύγουν όλοι οι άλλοι. Και ο Χίντεμπουργκ σκέφτηκε ότι έπρεπε να αφήσουν τους Ναζί να αποτύχουν, γιατί οδηγούνταν από απατεώνες και τρελούς. Και σκέφτηκε ότι, από τη στιγμή που θα αποτύγχαναν, ο στρατός θα μπορούσε να αναλάβει. Αυτό ήταν το σχέδιο. Αυτό που δεν υπολόγισε ήταν ότι οι Ναζί θα μπορούσαν να κάνουν ένα πραξικόπημα, εξίσου αποτελεσματικό με αυτό του στρατού. Επομένως, νομίζω ότι οι άνθρωποι μερικές φορές ψηφίζουν ακροδεξιά κόμματα, όχι επειδή είναι ακροδεξιοί, αλλά επειδή θέλουν να αρπάξουν τους πολιτικούς από το γιακά και να πουν: «Ακούστε! Δεν μας ακούτε!».Άννα Ηλιαδέλη (Lavart) – Πάντα πίστευα ότι απέρρεε από την ανάγκη του να ανήκει κανείς κάπου ή ότι ήταν απλώς θέμα παιδείας.
Philip Kerr – Όχι, νομίζω πως οι άνθρωποι που ηγούνται των ακροδεξιών κομμάτων, σε γενικές γραμμές, είναι τα ίδια σκατά. Κατηγορούν τους αλλοδαπούς για τα πάντα και καθόλου τους ντόπιους. Έτσι και οι Νέο-Ναζί τις ίδιες μαλακίες λένε: «Φταίνε οι Εβραίοι, φταίνε οι μουσουλμάνοι…». Ξέρεις, είναι ενδιαφέρον ότι τα ίδια επιχειρήματα που θα ακούσεις για τους Μουσουλμάνους χρησιμοποιήθηκαν εναντίον των Εβραίων. Αλλά, νομίζω ότι οι άνθρωποι δεν λένε όλες τις αλήθειες για το Ισλάμ. Θέλω να πω, ποτέ δεν έχω ακούσει για κάποιον Εβραίο να ρίχνει ένα αεροπλάνο. Εννοώ ότι επικρατεί μια παράλογη κατάσταση στη Βρετανία αυτή τη στιγμή. Η αστυνομία θέλησε να δημιουργήσει ένα τεστ, ένα πείραμα. Επειδή ήθελαν να εκπαιδευτούν σε μια άσκηση σ’ ένα μεγάλο εμπορικό κέντρο στην Αγγλία και να έχουν την αστυνομία εκπαιδευμένη προκειμένου να αντιμετωπίσουν έναν τύπο που αυτοανατινάσσεται και σκοτώνει και άλλους ανθρώπους σ’ ένα εμπορικό κέντρο. Έτσι, είχαν αστυνομία εκεί για εκπαίδευση. Ο τύπος είχε ένα μεγάλο δυναμίτη και όπως άναβε το φυτίλι, φώναξε «Allahu Akbar»! Τώρα η αστυνομία έχει μπελάδες με τις μουσουλμανικές κοινότητες. Επειδή φώναξε αυτό, οι άνθρωποι το συνέδεσαν με τους Μουσουλμάνους. Ναι; Πόσοι Βουδιστές πηγαίνουν και αυτοανατινάσσονται σε εμπορικά κέντρα; Είναι ηλιθιότητα. Όταν υπάρχει μια κατάσταση στην οποία οι άνθρωποι δεν μπορούν να μιλήσουν, δεν μπορούν να πουν τα πράγματα όπως είναι υπάρχει πρόβλημα νομίζω.
Άννα Ηλιαδέλη (Lavart) – Κατά τη γνώμη σας, τί προκαλεί την τρομοκρατία;
Philip Kerr – Ξέρετε, κάποιος έλεγε: «Αυτός που για κάποιον είναι τρομοκράτης, για κάποιον άλλον είναι μαχητής της ελευθερίας». Κάτι που με ενδιαφέρει να ερευνώ ως συγγραφέας, γιατί μου αρέσει να βλέπω τα προβλήματα στη ρίζα τους και να κρίνω τι πραγματικά σημαίνει αυτή η φράση. Πήγα για παράδειγμα στην Ισπανία για αρκετό καιρό για την παρουσίαση του βιβλίου μου και είναι αρκετά διασκεδαστικό μερικές φορές να λες: «Λοιπόν, ξέρεις κάτι; Δεν είμαι σίγουρος αν θα πήγαινα στην ίδια πλευρά με τον George Orwell». Υποτίθεται επειδή είμαιαι συγγραφέας, οι Ρεπουμπλικάνοι, η διεθνής ταξιαρχία, θα με ενέπνεαν, αλλά θα μπορούσαν να μου πουν: «Θα σας πάρουμε το σπίτι». Τέλος πάντων, νομίζω ότι οι Ναζί ήταν τρομοκράτες. Ήταν απλώς τρομοκράτες που κατάφεραν να έρθουν στην εξουσία. Γιατί μόλις πήραν την εξουσία, έκαναν πολλά πράγματα που ένας τρομοκράτης θα έκανε. Ήταν ένα πραξικόπημα, ένα στρατιωτικό πραξικόπημα, άρα στο τί κάνει κάποιον τρομοκράτη μπορούν να βρεθούν τόσα πολλά διαφορετικά αίτια.Άννα Ηλιαδέλη (Lavart) – Για να είμαι ειλικρινής, θέλω να ρωτήσω περισσότερο για την τρομοκρατία που συναντάμε στην καθημερινή μας ζωή.
Philip Kerr – Λοιπόν, νομίζω ότι όπως είπε ο Ρούσβελτ: «Δεν έχουμε τίποτα να φοβηθούμε, εκτός από τον ίδιο τον φόβο». Φανταζόμαστε ότι υπάρχουν περισσότερα πράγματα να φοβηθούμε από αυτά που πραγματικά υπάρχουν. Ξοδεύουμε πολύ χρόνο και σπαταλάμε πολλά χρήματα φοβούμενοι τους ξένους, τους ανθρώπους, ωστόσο οι περισσότεροι είναι έντιμοι άνθρωποι. Ο φόβος οπλίζει τις νεοναζιστικές ομάδες, οπότε νομίζω ότι οι άνθρωποι τώρα πιστεύουν ότι είμαστε σε πολύ χειρότερη κατάσταση. Κατά κάποιο τρόπο ένα μεγάλο μέρος του κόσμου είναι πολύ πιο επικίνδυνο, αλλά, ξέρετε, όταν ήμουν παιδί, θυμάμαι ότι ο κόσμος έμοιαζε να είναι πολύ πιο επικίνδυνος το 1962, όταν και πραγματικά θα μπορούσαμε να ήμαστε σε πόλεμο με τη Ρωσία. Νομίζω ότι ο καλύτερος τρόπος για να δούμε πραγματικά κάποιο μέρος της τρομοκρατίας που συμβαίνει, είναι ότι θα πρέπει να είμαστε χαρούμενοι που είναι εύκολα αντιληπτή. Θέλω να πω, πραγματικά ένας τύπος αυτοανατινάζεται, αυτοκτονεί και σκοτώνει και άλλους δέκα ανθρώπους. Πώς να συγκριθεί αυτό με το Λονδίνο κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου; Χιλιάδες άνθρωποι σκοτώνονται από τις γερμανικές βόμβες. Οι άνθρωποι συνέχισαν τη ζωή τους και τα βγάλανε πέρα. Θέλω να πω, ήμουν στη Νέα Υόρκη μια-δυο εβδομάδες πριν και πήγα στο νέο Πύργο της Ελευθερίας και ο καθένας θυμάται τους Δίδυμους Πύργους να γκρεμίζονται. Λογικά θα το θυμάσαι. Αλλά είναι εκπληκτικό. Πόσο γρήγορα χτίστηκε το νέο κτίριο. Η ανθρώπινη ικανότητα για ανοικοδόμηση είναι καταπληκτική.
Άννα Ηλιαδέλη (Lavart) – Πιστεύετε ότι η κακία υπάρχει μέσα μας ή είναι κάτι που καλλιεργείται από εξωτερικούς παράγοντες;
Philip Kerr – Εννοείτε κάποιο είδος προπατορικού αμαρτήματος; Ναι, νομίζω ότι σε όλους μας υπάρχει μια ροπή προς το κακό. Και νομίζω ότι σε όλους μας υπάρχει μια καταπληκτική δυνατότητα να κάνουμε το καλό, οπότε ναι. Αν κοιτάξετε τους Ναζί και πάλι, αυτό που θα δείτε είναι αρκετά συνηθισμένους ανθρώπους, αρκετά συνηθισμένους άνδρες που έκαναν κάποια φοβερά πράγματα. Το πιο ενδιαφέρον για μένα είναι ο αριθμός των δικηγόρων που αναμίχθηκαν, όχι μόνο άνθρωποι που από το Βερολίνο υπέγραψαν ένα χαρτί που θα μπορούσε να καταδικάσει χιλιάδες ανθρώπους σε θάνατο, αλλά στην πραγματικότητα δικηγόροι που φόρεσαν μια στολή, πήγαν στην Πολωνία και διέταζαν ανθρώπους να πυροβολήσουν χιλιάδες κόσμου. Αν κοιτάξετε τις υψηλότερες τάξεις των SS, αν κοιτάξετε το ακαδημαϊκό υπόβαθρο μπορείτε να βρείτε γιατρούς και δικηγόρους. Έτσι πρέπει να αναρωτηθείτε, τι είναι αυτό που πείθει κάποιον πιο μορφωμένο, ότι αυτό που κάνει είναι το σωστό και να δικαιολογήσει τον εαυτό του, επειδή πιστεύει ότι πράττει νόμιμα. Οι άνθρωποι είναι καλοί στο να συγχωρούν τις δικές τους συμπεριφορές και αυτό κατά μία έννοια είναι μια ροπή προς το κακό.Άννα Ηλιαδέλη (Lavart) – Πιστεύετε στην ύπαρξη ηθικής;
Philip Kerr – Φυσικά, έτσι νομίζω. Οι περισσότεροι άνθρωποι έφτιαξαν νόμους ηθικής, συμπεριφοράς.
Άννα Ηλιαδέλη (Lavart) – Εσείς ζείτε σύμφωνα με καθορισμένους κανόνες;
Philip Kerr – Ποιος εγώ; Θέλω να πιστεύω πως ναι. Είμαι ένας νομοταγής πολίτης και ταυτόχρονα έχω επίγνωση του έμφυτου εγωισμού μου. Προσπαθώ να είμαι καλός πατέρας. Δεν ξέρω πραγματικά. Δεν είμαι κάποιος που θεωρεί τον εαυτό του καλό παράδειγμα. Απλώς εμπιστεύομαι τους ανθρώπους, ότι είναι ένα καλό παράδειγμα για τους υπόλοιπους. Εννοώ ότι πάντα με ενοχλεί, για παράδειγμα, να βλέπω νέους ποδοσφαιριστές να εκθειάζονται από τις εφημερίδες, γιατί έκαναν σεξ με μια κοπέλα με την οποία δεν είναι παντρεμένοι ή κάτι τέτοιο. Δεν οφείλουν να είναι πρότυπα καλής συμπεριφοράς, επειδή είναι απλώς παιδιά, είναι 22 ή 23 και κάποιος νομίζει ότι είναι καλή ιδέα να τους δώσουμε 100.000 € την εβδομάδα. Οπότε, δεν μπορούμε να περιμένουμε να είναι κάτι περισσότερο από αυτό που είναι. Νομίζετε ότι η δουλειά τους είναι απλά να κλωτσάνε μια μπάλα τριγύρω και μερικές φορές υπάρχει κάποιος που φαίνεται ένα σημαντικό πρότυπο, όπως ο David Beckham για παράδειγμα. Δεν θα μπορούσατε να βρείτε σημαντικότερο πρότυπο από τον Beckham. Αλλά νομίζω ότι ασκούν πάρα πολλή πίεση σε νεαρούς άνδρες για να αναμένουμε από αυτούς να μην είναι νέοι άνδρες. Και μάλιστα νεαροί άνδρες με πολλά χρήματα. Και τί κάνουνε μ’ αυτά; Πηγαίνουν σε clubs, περνάνε καλά, νομίζω ότι δεν θα ήθελα να γίνω ποτέ πρότυπο προς μίμηση.Άννα Ηλιαδέλη (Lavart) – Τώρα, ας περάσουμε στη συγγραφή. Περιγράψτε μου τη σχέση σας με τον Bernie Gunther. Ζείτε μια μυστική ζωή μέσα από αυτόν;
Philip Kerr – Υποθέτω ότι το κάνω πραγματικά, εννοώ, όταν δημιουργείς ένα χαρακτήρα που σου δίνει τη δυνατότητα να είσαι κάποιος εκτός από εσένα, να είσαι πιο έξυπνος από ό, τι είσαι, πιο σέξι από ό, τι είσαι, μερικές φορές οι άνθρωποι διαβάζουν ένα χαρακτήρα και νομίζουν «είμαι έτσι, σε κάποιο βαθμό ίσως να είμαι έτσι». Υπάρχει αυτό το είδος της μυστικής ζωής. Είναι κάπως αστείο, ποτέ δεν έζησα στη ναζιστική Γερμανία, αλλά ταυτόχρονα χρειάζομαι λόγους να γράφω τα βιβλία. Είναι για να ανακαλύψω τι θα είχα κάνει σε αυτές τις καταστάσεις. Πώς θα συμπεριφερόμουν αν ήμουν καλύτερος χαρακτήρας από εκείνον. Καθώς, όλοι φανταζόμαστε ότι θα ήμασταν ήρωες, αν βλέπαμε τους SS να ξυλοκοπούν κάποιον Εβραίο στους δρόμους, αν θα πηγαίναμε για βοήθεια, αλλά δεν είμαι σίγουρος αν αυτό είναι αλήθεια και, ξέρεις, όλοι κάποιες φορές δειλιάζουμε. Μου αρέσει να ωθώ τον χαρακτήρα σε ένα πολύ δύσκολο σημείο, σχεδόν για να ανακαλύψω τι θα είχα κάνει.
Άννα Ηλιαδέλη (Lavart) – Κύριε Kerr, το έργο ενός συγγραφέα ολοκληρώνεται μετά τη δημοσίευση του βιβλίου του;
Philip Kerr –Όχι, για το Θεό, όχι! Όχι, αυτές τις μέρες πρέπει να υποστηρίξεις τον εκδότη σου. Θα πρέπει μιλήσεις γι’ αυτό με τους δημοσιογράφους. Νομίζω ότι θα πρέπει επίσης να υποστηρίξεις τον κόσμο των βιβλίων σε γενικές γραμμές, επειδή τα βιβλία είναι σημαντικά. Έχω μόλις ολοκληρώσει ένα αμερικανικό βιβλίο πρόσφατα, που είναι δύο ή τριών εβδομάδων και τώρα απαιτείται ο ένας να είναι δύο άνθρωποι. Πρέπει να είμαι δύο άτομα. Επειδή ο συγγραφέας («writer») μένει στο σπίτι, γράφει τα βιβλία, έχει μια πραγματικά βαρετή ζωή. Ο συγγραφέας («author») πρέπει να είναι το πρόσωπο που πηγαίνει στην περιοδεία του βιβλίου. Με άλλα λόγια, δημιουργείς μια περσόνα που στέλνεις στην περιοδεία του βιβλίου, ένα Avatar. Είναι η διαφορά μεταξύ των Δρ. Τζέκιλ και Μίστερ Χάιντ. Ο Δρ. Τζέκιλ παραμένει στο σπίτι και είναι σεβαστός, ο Μίστερ Χάιντ πηγαίνει στην αμερικανική περιοδεία για το βιβλίο και σε κάποιο βαθμό θα πρέπει να είσαι λίγο εγωιστής, επειδή πρέπει να μιλάς για τον εαυτό σου όλη την ώρα. Και δεν κάνεις ερωτήσεις στους ανθρώπους. Θέλω να πω, εσύ και εγώ που έχουμε μια συνομιλία τώρα, μια κανονική συνομιλία, θα σε ρωτούσα αν ζεις στη Θεσσαλονίκη, εάν είσαι παντρεμένη, ξέρεις, τέτοια πράγματα και αντ’ αυτού, το μόνο που κάνω είναι να μιλάω για τον εαυτό μου.Άννα Ηλιαδέλη (Lavart) – Είναι συνέντευξη, γι’ αυτό! (γέλια)
Philip Kerr – Ξέρω. Αλλά, αυτό είναι που θέλω να πω, μετά από λίγο θα δεις, όταν το franchise σου κάνει εκδηλώσεις σε βιβλιοπωλεία, στέκεσαι εκεί, χαιρετάς τους ανθρώπους, μιλάς, συνειδητοποιείς ότι πρέπει να είσαι διασκεδαστικός, αστείος, θα πρέπει να κάνεις πλάκα, κάτι που είναι ένα εκατομμύριο μίλια μακριά από το να είσαι ένας συγγραφέας. Επειδή το να είσαι συγγραφέας σημαίνει να είσαι ήσυχος αποφεύγοντας την συντροφιά των ανθρώπων, να μένεις στο σπίτι, να μην σηκώνεις το τηλέφωνο. Και στη συνέχεια, ξαφνικά, το να στέκεσαι μπροστά από εκατό ανθρώπους, να μιλάς για τη ζωή σου και να είσαι διασκεδαστικός είναι κάτι για το οποίο πολλοί συγγραφείς νιώθουν άβολα. Έτσι, μου φαίνεται τώρα ότι η συγγραφή του βιβλίου είναι το μισό από αυτό που απαιτείται.
Άννα Ηλιαδέλη (Lavart) – Τα βιβλία σας έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και πρόκειται να μεταφερθούν στην τηλεόραση. Φοβάστε ότι μπορεί να υπάρξουν αλλοιώσεις στο έργο σας;
Philip Kerr – Όχι, όχι, καθόλου. Στην πραγματικότητα ήδη τους είπα «Αν θέλετε να το αλλάξετε, απλά αλλάξτε το. Ελέγξτε μόνο ότι βγάζει νόημα. Ελέγξτε το μαζί μου αν θέλετε». Επειδή πρέπει να γίνει όπως στην τηλεόραση ή τον κινηματογράφο. Μερικές φορές έχεις κάτι που λειτουργεί σε ένα μυθιστόρημα, αλλά δεν λειτουργεί σε μια ταινία. Έτσι, πρέπει να σέβεσαι αυτό που κάνουν και να αναγνωρίζεις ότι είναι πολύ καλοί σ ‘αυτό. Δεν αισθάνομαι πολύτιμος για την δουλειά μου, δεν νιώθω ότι δεν με σέβονται αν θέλουν να αλλάξουν τα πράγματα.Άννα Ηλιαδέλη (Lavart) – Κατά τη γνώμη σας, πότε ένα βιβλίο είναι έτοιμο να εκδοθεί;
Philip Kerr – Λοιπόν, νομίζω ότι τα βιβλία δεν τελειώνουν πραγματικά ποτέ, αλλά εγκαταλείπονται σαν έργα τέχνης. Θέλω να πω, μπορείς να κάνεις συνέχεια αλλαγές για μεγάλο χρονικό διάστημα αφού ένα βιβλίο δημοσιευθεί. Συνήθιζα να κάνω αναγνώσεις, κάνω ακόμα, αλλά δεν είναι τόσο συνηθισμένο τώρα να στέκεσαι και να διαβάζεις κομμάτια του βιβλίου σου. Και θυμάμαι ότι το έκανα αυτό με ένα τύπο που ονομάζεται John Harvey, ο οποίος ήταν ένας καλός συγγραφέας εγκλήματος. Και παρατήρησα ότι το μισό από το έργο που διάβαζε είχε διαγραφεί από το δημοσιευμένο βιβλίο. Μου είπε «δεν μου αρέσει αυτό πια, αλλά μου αρέσει το άλλο, έτσι θα ήθελα απλώς να διαγραφεί». Αντιλαμβάνεστε ότι στο μυαλό του συγγραφέα, σε κάποιο βαθμό, δεν έχουν τελειώσει, την ίδια στιγμή τα βιβλία είναι λίγο σαν τα παιδιά. Μόλις τα δημοσιεύσεις, χάνεις τον έλεγχό τους. Και βγαίνουν στον κόσμο και αναγνωρίζεις ότι ορισμένα έχουν μια καλύτερη ζωή απ’ ό, τι άλλα. Μερικά πούλησαν περισσότερο, κάποια γίνονται πιο δημοφιλή, και έτσι είναι ωραίο όταν οι άνθρωποι έρχονται και σου λένε «Μου άρεσε πολύ αυτό το βιβλίο» και απαντάς «Ναι, το ξέχασα εκείνο».
Άννα Ηλιαδέλη (Lavart) – Πιστεύετε ότι ένας καλλιτέχνης, καθώς έχει δημόσιο λόγο, έχει κάποιο χρέος προς την κοινωνία;
Philip Kerr – Όχι, χρέος, όχι. Νομίζω ότι αυτές τις μέρες το καθήκον είναι προς τον εκδότη λίγο, γιατί θα πρέπει να αναγνωρίσουμε την επιχείρησή του. Και νομίζω ότι θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι είναι δύσκολο τώρα να εκδίδεις βιβλία, πιο δύσκολο από ό, τι ήταν για μεγάλο χρονικό διάστημα, έτσι, νομίζω ότι προσπαθούμε να τους βοηθήσουμε όπου μπορούμε, γι’ αυτό, αν υπάρχει ένα καθήκον είναι προς τον εκδότη. Στην Αγγλία τα πράγματα είναι αρκετά διαφορετικά, δεν έχουν τους συγγραφείς σε τεράστια υπόληψη. Σε κάποιους δίνεται περισσότερος σεβασμός από άλλους λόγω του ότι γράφουν. Αναλόγως τι γράφουν. Αυτό είναι μάλλον αρκετά δίκαιο. Αισθάνονται την αίσθηση του καθήκοντος; Όχι, δε νομίζω ότι το κάνουν. Μερικές φορές μπορεί να μιλήσουν για κάτι που πιστεύουν, αλλά, τελικά, δεν νομίζω ότι η γνώμη μου για κάτι να είναι πιο αξιόλογη ή ενδιαφέρουσα από οποιονδήποτε άλλον. Αν πρόκειται για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα της ιστορίας ή για το πώς να είσαι συγγραφέας, τότε ίσως είναι πιο ενδιαφέρουσα, αλλά πέρα από αυτό, δεν νομίζω ότι ο κόσμος κρέμεται από την επόμενη λέξη μου.Άννα Ηλιαδέλη (Lavart) – Ξέρετε, στην Ελλάδα, οι νέοι συγγραφείς πληρώνουν για να δημοσιευθούν έργα τους, στις περισσότερες περιπτώσεις.
Philip Kerr – Ναι, δεν είμαι σίγουρος αν αυτό είναι μια καλή ιδέα.
Άννα Ηλιαδέλη (Lavart) – Ούτε εγώ. Απλά το αναφέρω.
Philip Kerr – Λοιπόν, νόμιζα ότι οι εκδόσεις ήταν ένα πολύ καλό είδος φίλτρου, μια διαδικασία ποιοτικού ελέγχου, αν φτάσεις σε ένα ορισμένο επίπεδο. Κατά κάποιο τρόπο, το κοινό θα μπορούσε να το εμπιστευτεί. Και αν το έργο είναι αρκετά καλό για ένα συγκεκριμένο εκδότη εδώ ή στην Αμερική, τότε αυτό είναι ένας συγκεκριμένος έλεγχος της ποιότητας. Αυτές τις μέρες, ο καθένας μπορεί να βάλει ένα μυθιστόρημά του στο διαδίκτυο και να αυτοαποκαλείται συγγραφέας.Άννα Ηλιαδέλη (Lavart) – Ναι, απόλυτα.
Philip Kerr – Αλλά για να είμαι ειλικρινής, δεν είμαι σίγουρος αν αυτό είναι καλή ιδέα. Είναι σαν να εκδημοκρατίζουμε την ιδέα της γραφής και να την απομακρύνουμε από ένα ορισμένο αριθμό ανθρώπων. Μαθαίνεις, όπως και οτιδήποτε άλλο. Παίρνει πολύ χρόνο. Και υπάρχουν πολλά περισσότερα από το να γράψεις απλώς ένα βιβλίο.
Άννα Ηλιαδέλη (Lavart) – Επομένως, ποια θα ήταν η συμβουλή προς τους νέους συγγραφείς;
Philip Kerr – Λοιπόν, νομίζω ότι η καλύτερη συμβουλή που μπορώ να δίνω πάντα είναι: «Μην τα παρατάτε!». Το να τα παρατήσεις είναι αυτό που ο καθένας θέλει να κάνεις. Έτσι, γράφεις ένα βιβλίο, το στέλνεις σ’ έναν εκδότη και λένε: «Στην πραγματικότητα δεν είναι για μας», και στη συνέχεια είτε το αφήνεις στην άκρη είτε ξεκινάς ένα άλλο ή συνεχίζεις να προσπαθείς, αλλά σε κάθε περίπτωση, το να μην τα παρατήσεις είναι αυτό που μετράει. Νομίζω όμως ότι πρέπει να μάθεις από τα λάθη σου. Πολλοί άνθρωποι υποθέτουν ότι το πρώτο βιβλίο που γράφουν πρόκειται να είναι αρκετά καλό, γιατί τελικά ο καθένας γράφει. Ο καθένας μπορεί να γράψει ή νομίζει ότι μπορεί. Αλλά είναι κάτι διαφορετικό όταν πραγματικά πρέπει να γράψεις ένα βιβλίο. Όπως όταν φτιάχνεις ένα τραπέζι ή μια καρέκλα. Όταν κάνεις το πρώτο κομμάτι της ξυλοκατασκευής δεν περιμένεις ότι το τραπέζι που έχεις φτιάξει μπορείς να το βάλεις σε ένα κατάστημα και να το πουλήσεις. Πρέπει να μάθεις την τέχνη σου. Έτσι νομίζω ότι είναι το ίδιο με τη συγγραφή βιβλίων, είναι σαν να κάνεις ένα τραπέζι. Ίσως χρειαστεί έξι ή επτά απόπειρες να κατασκευάσεις ένα τραπέζι πριν να είναι πραγματικά καλό για να αγοραστεί. Και αυτή σίγουρα ήταν η εμπειρία μου, έγραψα πολλά μυθιστορήματα και πάρα πολλές ιστορίες προτού δημοσιευτεί κάτι. Και είμαι πολύ χαρούμενος για αυτό, επειδή έμαθα την τέχνη μου και ακόμη την μαθαίνω. Ακόμη την μαθαίνω και τώρα. Πώς να βρίσκω τον ρυθμό μου, πώς να «κατασκευάζω» ένα μυθιστόρημα με έναν ενδιαφέροντα τρόπο.Άννα Ηλιαδέλη (Lavart) – Και η τελευταία ερώτηση. Ποια είναι η γνώμη σας για τα ηλεκτρονικά βιβλία; Είστε υπέρ ή κατά;
PhilipKerr – Λοιπόν, είμαι υπέρ σε κάποιο βαθμό. Μπορώ να κουβαλήσω τόσα πολλά βιβλία μαζί μου τώρα. Το μόνο κακό πράγμα που παρατηρώ για τον εαυτό μου είναι ότι συχνά δεν ολοκληρώνω ένα ηλεκτρονικό βιβλίο. Και έχω την τάση να ολοκληρώνω ένα κανονικό βιβλίο. Αναρωτιέμαι γιατί συμβαίνει αυτό. Μάλλον επειδή στο κανονικό βιβλίο μπορείς να υπολογίζεις τις σελίδες που απομένουν, ενώ στην περίπτωση του ηλεκτρονικού δεν είναι τόσο εύκολο. Επίσης, ένα ηλεκτρονικό βιβλίο φαίνεται εφήμερο, δεν φαίνεται να μετράει τόσο πολύ. Τα πράγματα στην οθόνη είναι πιο διαθέσιμα. Μπορείς να το διαγράψεις, ενώ ένα κανονικό βιβλίο μου φαίνεται ένα πολύτιμο αντικείμενο.
Συνέντευξη: Άννα Ηλιαδέλη (Lavart)
Φωτογραφίες: Διάνα Σεϊτανίδου (Lavart)