«[dropcap size=big]Ξ[/dropcap]έρεις ότι διάβασες ένα καλό βιβλίο όταν γυρνάς την τελευταία σελίδα και αισθάνεσαι σα να έχεις χάσει ένα φίλο». Αυτό το ανώνυμο απόφθεγμα είναι το καταλληλότερο για να περιγράψει τα αισθήματα του κάθε βιβλιόφιλου την ώρα που κλείνει το εξώφυλλο ενός βιβλίου που του κράτησε την καλύτερη παρέα στο λεωφορείο, στο ταξίδι, στην παραλία, στην ξεκούραση, λίγο πριν τον ύπνο.
Αν όμως εμείς σήμερα θεωρούμε δεδομένο το γεγονός ότι η βιβλιοθήκη μας είναι γεμάτη τόμους και τεύχη, ξεχνάμε κομμάτια από τη μακραίωνη ιστορία του βιβλίου – όταν δεν ήταν όλα τόσο εύκολα.
[dropcap size=big]Χ[/dropcap]ρονική αναδρομή: Τα αρχαιότερα γραπτά κείμενα που έχουν σωθεί είναι πήλινες πλάκες σε περιοχές της Μεσοποταμίας, πάνω στις οποίες είχαν σκαλιστεί με γραφίδα αποφάσεις για εμπορικές συναλλαγές, ύμνοι και αναφορές σε θεούς. Σε πήλινες πλάκες μάλιστα έχει διασωθεί το αρχαιότερο έπος που ξέρουμε, «Το έπος του Γκιλγκαμές». Αργότερα, οι Αιγύπτιοι, οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι χρησιμοποίησαν ευρέως τον πάπυρο, σε μορφη ρολού, που μερικές φορές μαλιστα έφτανε ως και τα σαράντα μέτρα. Ωστόσο, το υλικό αυτό σύντομα αντικαταστάθηκε από την περγαμηνή, φτιαγμένη κυρίως από δέρματα ζώων, η οποία χρησιμοποιήθηκε κυρίως από τους Εβραίους και τους Πέρσες. Στο Μεσαίωνα το βιβλίο ήταν χειρόγραφο, καλλιγραφημένο, εικονογραφημένο και συνήθως με θρησκευτικό περιεχόμενο. Αποτελούσε είδος πολυτελείας και βρισκόταν στην κατοχή κυρίως ιερέων και ευγενών – κάτι που άλλαξε με την επινόηση της τυπογραφίας από το Γερμανό Γιοχάνες Γκούτεμπεργκ, τα χρόνια της Αναγέννησης. Η τυπογραφία έδωσε τεράστια ώθηση στην κυκλοφορία του βιβλίου και ήδη από τη Βιομηχανική Επανάσταση και μετά, είναι πια προσιτό σε όλους και όχι ειδος πολυτελείας ή δείκτης κοινωνικής θέσης, όπως παλιότερα.
[dropcap size=big]Σ[/dropcap]ήμερα το βιβλίο περνάει ξανά μια κρίση. Η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας, οι ηλεκτρονικές εγκυκλοπαίδειες, το Internet και η δυνατότητα άμεσης ενημέρωσης που προσφέρει, η επικράτηση της εικόνας έναντι του λόγου, οδήγησαν τη νέα γενιά να αποξενωθεί από αυτό. Η μυρωδιά του μελανιού στα χάρτινα φύλλα, η χαρά του ξεφυλλίσματος, η φαντασία που ενεργοποιείται για να πλάσει εικόνες από όσα διαβάζει ο νους, η ανυπομονησία για το τέλος ενός διηγήματος χωρίς spoilers, μοιάζουν να αφορούν πια λίγους, ίσως μεγαλύτερους σε ηλικία και πιο πολύ ρομαντικούς αναγνώστες.
[dropcap size=big]Η[/dropcap] UNESCO θέσπισε την 23η Απριλίου ως Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου, καθώς αποτελεί την επέτειο θανάτου δυο μεγάλων λογοτεχνών, του Μιγκέλ Ντε Θερβάντες και του Ουίλιαμ Σαίξπηρ. Την ίδια μέρα μάλιστα, αποδίδεται ο τίτλος της Παγκόσμιας Πρωτεύουσας Βιβλίου, ο οποίος έχει ετήσια ισχύ. Η αρμόδια επιτροπή της UNESCO εξετάζει προγράμματα, events και πρωτοβουλίες σε σχέση με το βιβλίο, τα οποία έχει αναλάβει κάθε πόλη και, επιλέγοντας αυτή με την πλουσιότερη δραστηριότητα, της απονέμει τον τιμητικό τίτλο. Την αρχή έκανε το 2001 η Μαδρίτη, ενώ δυστυχώς μέχρι τώρα δεν έχει επιλεγεί ποτέ ελληνική πόλη για τη διάκριση αυτή. Η Ισπανία όμως φαίνεται να διατηρεί τα πρωτεία και σε μια άλλη χαριτωμένη παράδοση, που αναβιώνει κάθε χρόνο την 23η Απριλίου κι έχει σχέση με την αγάπη και το βιβλίο. Οι Καταλανοί γιορτάζουν τη Μέρα των Βιβλίων και των Ρόδων, κάτι αντίστοιχο με τη γιορτή του Αγίου Βαλεντίνου. Σύμφωνα λοιπόν με την παράδοση, ο άντρας χαρίζει στην αγαπημένη του ένα τριαντάφυλλο κι εκείνη, αν συμμερίζεται τα αισθήματά του, του ανταποδίδει με ένα βιβλίο. Η φράση «Ένα τριαντάφυλλο για την αγάπη, ένα βιβλίο για πάντα», φαίνεται να βρίσκει πολλούς υποστηρικτές – εκτιμάται μάλιστα ότι στη Λα Ράμπλα της Βαρκελώνης, διακινούνται κάθε χρόνο περίπου 4.000.000 τριαντάφυλλα και 500.000 αντίτυπα!
Κείμενο: Μαρία Μερτίκα (Lavart)
Σχέδια: Γιάννης Γκέρτσιος (Lavart)